Ματθαίος
1
Το βιβλίο της ιστορίας του Ιησού
Χριστού, γιου του Δαβίδ, γιου του Αβραάμ:
2 Ο
Αβραάμ έγινε πατέρας του Ισαάκ· ο Ισαάκ έγινε πατέρας του Ιακώβ· ο Ιακώβ
έγινε πατέρας του Ιούδα και των αδελφών του·
3
ο Ιούδας έγινε πατέρας του Φαρές και του Ζερά μέσω της Θάμαρ· ο Φαρές έγινε
πατέρας του Εσρών· ο Εσρών έγινε πατέρας του Ραμ·
4
ο Ραμ έγινε πατέρας του Αμμιναδάβ· ο
Αμμιναδάβ έγινε πατέρας του Ναασών· ο Ναασών έγινε πατέρας του Σαλμών·
5
ο Σαλμών έγινε πατέρας του Βοόζ μέσω της Ραάβ· ο Βοόζ έγινε πατέρας του Ωβήδ
μέσω της Ρουθ· ο Ωβήδ έγινε πατέρας του Ιεσσαί·
6
ο Ιεσσαί έγινε πατέρας του Δαβίδ
του βασιλιά. Ο Δαβίδ έγινε πατέρας του Σολομώντα μέσω της συζύγου τού Ουρία·
7
ο Σολομών έγινε πατέρας του
Ροβοάμ· ο Ροβοάμ έγινε πατέρας του Αβιά· ο Αβιά έγινε πατέρας του Ασά·
8
ο Ασά έγινε πατέρας του Ιωσαφάτ· ο Ιωσαφάτ έγινε πατέρας του Ιωράμ· ο Ιωράμ
έγινε πατέρας του Οζία·
9
ο Οζίας έγινε πατέρας του Ιωθάμ· ο
Ιωθάμ έγινε πατέρας του Άχαζ· ο Άχαζ έγινε πατέρας του Εζεκία·
10
ο Εζεκίας έγινε πατέρας του Μανασσή·
ο Μανασσής έγινε πατέρας του Αμών· ο Αμών έγινε πατέρας του Ιωσία·
11
ο Ιωσίας έγινε πατέρας του Ιεχονία και των αδελφών του, τον καιρό της
εκτόπισης στη Βαβυλώνα.
12
Μετά την εκτόπιση στη Βαβυλώνα, ο Ιεχονίας έγινε πατέρας του Σαλαθιήλ· ο
Σαλαθιήλ έγινε πατέρας του Ζοροβάβελ·
13
ο Ζοροβάβελ έγινε πατέρας του Αβιούδ·
ο Αβιούδ έγινε πατέρας του Ελιακείμ· ο Ελιακείμ έγινε πατέρας του Αζώρ·
14
ο Αζώρ έγινε πατέρας του Σαδώκ· ο Σαδώκ έγινε πατέρας του Αχείμ· ο Αχείμ
έγινε πατέρας του Ελιούδ·
15
ο Ελιούδ έγινε πατέρας του Ελεάζαρ· ο
Ελεάζαρ έγινε πατέρας του Ματθάν· ο Ματθάν έγινε πατέρας του Ιακώβ·
16
ο Ιακώβ έγινε πατέρας του Ιωσήφ, του συζύγου της Μαρίας, από την οποία
γεννήθηκε ο Ιησούς που αποκαλείται Χριστός.
17
Όλες οι γενιές, λοιπόν, από τον Αβραάμ μέχρι τον Δαβίδ ήταν δεκατέσσερις
γενιές, και από τον Δαβίδ μέχρι την εκτόπιση στη Βαβυλώνα δεκατέσσερις
γενιές, και από την εκτόπιση στη Βαβυλώνα μέχρι τον Χριστό δεκατέσσερις
γενιές.
18
Η δε γέννηση του Ιησού Χριστού έγινε με αυτόν τον τρόπο. Τον καιρό που η
μητέρα του, η Μαρία, ήταν αρραβωνιασμένη με τον Ιωσήφ, βρέθηκε να είναι
έγκυος μέσω αγίου πνεύματος, προτού αυτοί ενωθούν.
19
Ωστόσο, ο Ιωσήφ ο σύζυγός της, επειδή ήταν δίκαιος και δεν ήθελε να την
κάνει δημόσιο θέαμα, σκόπευε να τη διαζευχθεί κρυφά.
20
Αφού όμως σκέφτηκε καλά αυτά τα πράγματα, του εμφανίστηκε άγγελος του Ιεχωβά
σε όνειρο, λέγοντας: «Ιωσήφ, γιε του Δαβίδ, μη φοβηθείς να πάρεις στο σπίτι
τη Μαρία τη σύζυγό σου, γιατί αυτό που έχει γεννηθεί μέσα σε αυτήν είναι
μέσω αγίου πνεύματος. 21
Αυτή θα γεννήσει γιο, και πρέπει να καλέσεις το όνομά του Ιησού, γιατί αυτός
θα σώσει το λαό του από τις αμαρτίες τους». 22
Όλα δε αυτά έγιναν για να εκπληρωθεί εκείνο που λέχθηκε από τον Ιεχωβά, ο
οποίος είπε μέσω του προφήτη του: 23
«Δείτε! Η παρθένα θα μείνει έγκυος
και θα γεννήσει γιο, και θα καλέσουν το όνομά του Εμμανουήλ», το οποίο όταν
μεταφράζεται σημαίνει «Μαζί Μας Είναι Ο Θεός».
24
Τότε ο Ιωσήφ ξύπνησε από τον ύπνο του
και έκανε όπως τον είχε κατευθύνει ο άγγελος του Ιεχωβά, και πήρε στο σπίτι
τη σύζυγό του. 25
Αλλά δεν είχε σχέσεις μαζί της μέχρι
που εκείνη γέννησε γιο· και αυτός κάλεσε το όνομά του Ιησού.
2
Αφού γεννήθηκε ο Ιησούς στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας στις ημέρες του Ηρώδη του
βασιλιά, αστρολόγοι από ανατολικά μέρη ήρθαν στην Ιερουσαλήμ,
2 λέγοντας:
«Πού είναι αυτός που γεννήθηκε βασιλιάς των Ιουδαίων; Διότι είδαμε το άστρο
του όταν ήμασταν στην ανατολή και ήρθαμε να τον προσκυνήσουμε».
3 Μόλις
το άκουσε αυτό ο Βασιλιάς Ηρώδης ταράχτηκε, και μαζί του όλη η Ιερουσαλήμ·
4 και
αφού συγκέντρωσε όλους τους πρωθιερείς και τους γραμματείς του λαού, άρχισε
να τους ρωτάει πού θα γεννιόταν ο Χριστός.
5 Αυτοί
του είπαν: «Στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας· διότι έτσι έχει γραφτεί μέσω του
προφήτη: 6 “Και
εσύ, Βηθλεέμ της γης του Ιούδα, δεν είσαι με κανέναν τρόπο η πιο ασήμαντη
πόλη μεταξύ των κυβερνητών του Ιούδα· διότι από εσένα θα έρθει κάποιος που
θα κυβερνάει, ο οποίος θα ποιμάνει το λαό μου, τον Ισραήλ”».
7 Τότε
ο Ηρώδης κάλεσε κρυφά τους αστρολόγους και εξακρίβωσε προσεκτικά από αυτούς
τον καιρό της εμφάνισης του άστρου·
8 και
όταν τους έστειλε στη Βηθλεέμ, είπε: «Πηγαίνετε και κάντε προσεκτική έρευνα
για το παιδάκι και, όταν το βρείτε, ελάτε να μου πείτε και εμένα, για να πάω
και εγώ να το προσκυνήσω».
9 Αφού
άκουσαν το βασιλιά, έφυγαν· και ορίστε! το άστρο που είχαν δει όταν ήταν
στην ανατολή πήγαινε μπροστά τους, ώσπου στάθηκε πάνω από εκεί που ήταν το
παιδάκι. 10 Μόλις
είδαν το άστρο, χάρηκαν πάρα πολύ.
11 Και
όταν μπήκαν στο σπίτι, είδαν το παιδάκι με τη Μαρία τη μητέρα του, και
πέφτοντας κάτω το προσκύνησαν. Άνοιξαν επίσης τους θησαυρούς τους και του
πρόσφεραν δώρα: χρυσάφι και λιβάνι και σμύρνα.
12 Ωστόσο,
επειδή τους δόθηκε θεϊκή προειδοποίηση σε όνειρο να μην επιστρέψουν στον
Ηρώδη, αναχώρησαν για τη χώρα τους από άλλον δρόμο.
13 Αφού
αναχώρησαν, άγγελος του Ιεχωβά εμφανίστηκε σε όνειρο στον Ιωσήφ, λέγοντας:
«Σήκω, πάρε το παιδάκι και τη μητέρα του και φύγε στην Αίγυπτο, και μείνε
εκεί μέχρι να σου πω· διότι ο Ηρώδης πρόκειται να ψάξει για το παιδάκι με
σκοπό να το θανατώσει».
14 Αυτός,
λοιπόν, σηκώθηκε και πήρε μαζί του το παιδάκι και τη μητέρα του, μέσα στη
νύχτα, και αναχώρησε για την Αίγυπτο,
15 και
έμεινε εκεί μέχρι το θάνατο του Ηρώδη, για να εκπληρωθεί αυτό που λέχθηκε
από τον Ιεχωβά, ο οποίος είπε μέσω του προφήτη του: «Από την Αίγυπτο κάλεσα
το γιο μου».
16 Τότε
ο Ηρώδης, όταν είδε ότι τον είχαν ξεγελάσει οι αστρολόγοι, θύμωσε πολύ, και
έστειλε και σκότωσαν όλα τα αγόρια στη Βηθλεέμ και σε όλη την περιφέρειά
της, ηλικίας δύο χρονών και κάτω, σύμφωνα με τον καιρό που είχε εξακριβώσει
προσεκτικά από τους αστρολόγους.
17 Τότε
εκπληρώθηκε αυτό που λέχθηκε μέσω του Ιερεμία του προφήτη, ο οποίος είπε:
18 «Φωνή
ακούστηκε στη Ραμά, κλάμα και πολύς θρήνος· ήταν η Ραχήλ που έκλαιγε για τα
παιδιά της, και δεν ήθελε να παρηγορηθεί, επειδή δεν υπάρχουν πια».
19 Όταν
είχε πεθάνει πια ο Ηρώδης, άγγελος του Ιεχωβά εμφανίστηκε σε όνειρο στον
Ιωσήφ στην Αίγυπτο
20 και
είπε: «Σήκω, πάρε το παιδάκι και τη μητέρα του και πήγαινε στη γη του
Ισραήλ, γιατί εκείνοι που ζητούσαν την ψυχή του παιδιού έχουν πεθάνει».
21 Αυτός,
λοιπόν, σηκώθηκε και πήρε το παιδάκι και τη μητέρα του και μπήκε στη γη του
Ισραήλ. 22 Αλλά
όταν άκουσε ότι ο Αρχέλαος βασίλευε στην Ιουδαία αντί του πατέρα του, του
Ηρώδη, φοβήθηκε να πάει εκεί. Επιπλέον, αφού του δόθηκε θεϊκή προειδοποίηση
σε όνειρο, αποσύρθηκε στην περιοχή της Γαλιλαίας
23 και
ήρθε και κατοίκησε σε μια πόλη που ονομαζόταν Ναζαρέτ, για να εκπληρωθεί
αυτό που ειπώθηκε μέσω των προφητών: «Θα αποκληθεί Ναζωραίος».
3
Εκείνες τις ημέρες, ήρθε ο Ιωάννης ο
Βαφτιστής και κήρυττε στην έρημο της Ιουδαίας,
2 λέγοντας:
«Μετανοείτε, γιατί η βασιλεία των ουρανών έχει πλησιάσει».
3 Αυτός,
στην πραγματικότητα, είναι εκείνος για τον οποίο ειπώθηκαν μέσω του Ησαΐα
του προφήτη αυτά τα λόγια: «Ακούστε! Κάποιος φωνάζει στην έρημο:
“Προετοιμάστε την οδό του Ιεχωβά! Κάντε ευθείς τους δρόμους του”».
4 Αυτός
ο Ιωάννης είχε το ένδυμά του από τρίχες καμήλας και μια δερμάτινη ζώνη γύρω
από την οσφύ του· η δε τροφή του ήταν ακρίδες και άγριο μέλι.
5 Τότε
η Ιερουσαλήμ και όλη η Ιουδαία και όλη η περιοχή γύρω από τον Ιορδάνη
έβγαιναν και πήγαιναν σε αυτόν
6 και
βαφτίζονταν από αυτόν στον Ιορδάνη Ποταμό, ομολογώντας φανερά τις αμαρτίες
τους.
7 Όταν
αυτός είδε πολλούς από τους Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους να έρχονται στο
βάφτισμα, τους είπε: «Γεννήματα οχιάς, ποιος σας υπέδειξε να ξεφύγετε από
την ερχόμενη οργή;
8 Να
παραγάγετε, λοιπόν, καρπό που αρμόζει στη μετάνοια·
9 και
μη νομίσετε ότι μπορείτε να λέτε μέσα σας: “Πατέρα έχουμε τον Αβραάμ”. Διότι
σας λέω ότι ο Θεός μπορεί να εγείρει παιδιά για τον Αβραάμ από αυτές τις
πέτρες. 10 Ήδη
το τσεκούρι βρίσκεται στη ρίζα των δέντρων· κάθε δέντρο, λοιπόν, που δεν
παράγει καλό καρπό θα κοπεί και θα ριχτεί στη φωτιά.
11 Εγώ
μεν σας βαφτίζω με νερό λόγω της μετάνοιάς σας· αλλά εκείνος που έρχεται
πίσω από εμένα είναι ισχυρότερός μου, του οποίου εγώ δεν είμαι άξιος να
βγάλω τα σανδάλια. Εκείνος θα σας βαφτίσει με άγιο πνεύμα και με φωτιά.
12 Το
φτυάρι του για το λίχνισμα είναι στο χέρι του, και θα καθαρίσει εντελώς το
αλώνι του και θα μαζέψει το σιτάρι του στην αποθήκη· αλλά το άχυρο θα το
κατακάψει με φωτιά η οποία δεν μπορεί να σβηστεί».
13 Τότε
ο Ιησούς ήρθε από τη Γαλιλαία στον Ιορδάνη προς τον Ιωάννη για να βαφτιστεί
από αυτόν. 14 Αλλά
αυτός προσπάθησε να τον εμποδίσει, λέγοντας: «Εγώ είμαι που έχω ανάγκη να
βαφτιστώ από εσένα, και εσύ έρχεσαι σε εμένα;»
15 Απαντώντας
ο Ιησούς τού είπε: «Άφησέ το, τώρα, γιατί με αυτόν τον τρόπο είναι κατάλληλο
να εκτελέσουμε καθετί που είναι δίκαιο». Τότε έπαψε να τον εμποδίζει.
16 Αφού
βαφτίστηκε, ο Ιησούς ανέβηκε αμέσως από το νερό· και τότε άνοιξαν οι
ουρανοί, και είδε πνεύμα Θεού να κατεβαίνει σαν περιστέρι και να έρχεται
πάνω του. 17 Ακούστηκε,
επίσης, φωνή από τους ουρανούς που είπε: «Αυτός είναι ο Γιος μου ο αγαπητός,
τον οποίο έχω επιδοκιμάσει».
4
Τότε ο Ιησούς οδηγήθηκε από το
πνεύμα στην έρημο για να πειραστεί από τον Διάβολο.
2 Αφού
νήστεψε σαράντα ημέρες και σαράντα νύχτες, ύστερα πείνασε.
3 Και
ήρθε ο Πειραστής και του είπε: «Αν είσαι γιος του Θεού, πες σε αυτές τις
πέτρες να γίνουν ψωμιά».
4 Απαντώντας,
όμως, αυτός είπε: «Είναι γραμμένο: “Ο άνθρωπος πρέπει να ζει, όχι μόνο με
ψωμί, αλλά με κάθε λόγο που βγαίνει από το στόμα του Ιεχωβά”».
5 Τότε
ο Διάβολος τον πήρε στην άγια πόλη και τον έβαλε πάνω στην έπαλξη του ναού
6 και
του είπε: «Αν είσαι γιος του Θεού, ρίξε τον εαυτό σου κάτω· διότι είναι
γραμμένο: “Θα δώσει στους αγγέλους του εντολή σχετικά με εσένα, και θα σε
σηκώνουν στα χέρια τους για να μη χτυπήσεις ποτέ το πόδι σου σε πέτρα”».
7 Ο
Ιησούς τού είπε: «Πάλι είναι γραμμένο: “Δεν πρέπει να υποβάλλεις τον Ιεχωβά
τον Θεό σου σε δοκιμή”».
8 Πάλι
ο Διάβολος τον πήρε σε ένα ασυνήθιστα ψηλό βουνό και του έδειξε όλα τα
βασίλεια του κόσμου και τη δόξα τους,
9 και
του είπε: «Όλα αυτά θα σου τα δώσω, αν πέσεις κάτω και κάνεις μια πράξη
λατρείας προς εμένα».
10 Τότε
ο Ιησούς τού είπε: «Φύγε, Σατανά! Διότι είναι γραμμένο: “Τον Ιεχωβά τον Θεό
σου πρέπει να λατρεύεις και σε αυτόν μόνο πρέπει να αποδίδεις ιερή
υπηρεσία”». 11 Τότε
ο Διάβολος τον άφησε, και ήρθαν άγγελοι και άρχισαν να τον διακονούν.
12 Όταν
άκουσε ότι ο Ιωάννης είχε συλληφθεί, αποσύρθηκε στη Γαλιλαία.
13 Και
αφού άφησε τη Ναζαρέτ, ήρθε και κατοίκησε στην παραθαλάσσια Καπερναούμ, στην
περιφέρεια του Ζαβουλών και του Νεφθαλί,
14 για
να εκπληρωθεί αυτό που λέχθηκε μέσω του Ησαΐα του προφήτη, ο οποίος είπε:
15 «Γη
του Ζαβουλών και γη του Νεφθαλί, στο δρόμο της θάλασσας, στην άλλη πλευρά
του Ιορδάνη, Γαλιλαία των εθνών!
16 ο
λαός που καθόταν στο σκοτάδι είδε μεγάλο φως, και όσο για εκείνους που
κάθονταν σε περιοχή θανατηφόρας σκιάς, φως ανέτειλε πάνω τους».
17 Από
τότε ο Ιησούς άρχισε να κηρύττει και να λέει: «Μετανοείτε, γιατί η βασιλεία
των ουρανών έχει πλησιάσει».
18 Καθώς
περπατούσε δίπλα στη θάλασσα της Γαλιλαίας, είδε δύο αδέλφια—τον Σίμωνα, ο
οποίος αποκαλείται Πέτρος, και τον Ανδρέα τον αδελφό του—να ρίχνουν δίχτυ
στη θάλασσα, γιατί ήταν ψαράδες.
19 Και
τους είπε: «Ελάτε πίσω μου, και θα σας κάνω ψαράδες ανθρώπων».
20 Εκείνοι,
εγκαταλείποντας αμέσως τα δίχτυα, τον ακολούθησαν.
21 Και
προχωρώντας πιο πέρα από εκεί, είδε άλλα δύο αδέλφια—τον Ιάκωβο, το γιο του
Ζεβεδαίου, και τον Ιωάννη τον αδελφό του—στο πλοιάριο με τον Ζεβεδαίο τον
πατέρα τους, να επιδιορθώνουν τα δίχτυα τους, και τους κάλεσε.
22 Εκείνοι,
αφήνοντας αμέσως το πλοιάριο και τον πατέρα τους, τον ακολούθησαν.
23
Τότε περιόδευσε ολόκληρη τη Γαλιλαία, διδάσκοντας στις συναγωγές τους και
κηρύττοντας τα καλά νέα της βασιλείας και θεραπεύοντας κάθε είδους ασθένεια
και κάθε είδους πάθηση ανάμεσα στο λαό.
24 Και
η φήμη για αυτόν διαδόθηκε σε όλη τη Συρία· και του έφεραν όλους εκείνους
που βρίσκονταν σε άσχημη κατάσταση, τους τυραννισμένους από διάφορες
ασθένειες και βάσανα, τους δαιμονισμένους και τους επιληπτικούς και τους
παράλυτους, και αυτός τους θεράπευσε.
25 Έτσι
λοιπόν, μεγάλα πλήθη τον ακολούθησαν από τη Γαλιλαία και τη Δεκάπολη και την
Ιερουσαλήμ και την Ιουδαία και από την άλλη πλευρά του Ιορδάνη.
5
Όταν είδε τα πλήθη, ανέβηκε στο
βουνό· και αφού κάθησε, ήρθαν σε αυτόν οι μαθητές του·
2 και
άνοιξε το στόμα του και άρχισε να τους διδάσκει, λέγοντας:
3 «Ευτυχισμένοι
είναι εκείνοι που έχουν συναίσθηση της πνευματικής τους ανάγκης, επειδή σε
αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών.
4 »Ευτυχισμένοι
είναι εκείνοι που πενθούν, επειδή αυτοί θα παρηγορηθούν.
5 »Ευτυχισμένοι
είναι οι πράοι, επειδή αυτοί θα κληρονομήσουν τη γη.
6 »Ευτυχισμένοι
είναι εκείνοι που πεινούν και διψούν για τη δικαιοσύνη, επειδή αυτοί θα
χορταστούν.
7 »Ευτυχισμένοι
είναι οι ελεήμονες, επειδή σε αυτούς θα δειχτεί έλεος.
8 »Ευτυχισμένοι
είναι οι αγνοί στην καρδιά, επειδή αυτοί θα δουν τον Θεό.
9 »Ευτυχισμένοι
είναι οι ειρηνοποιοί, επειδή αυτοί θα αποκληθούν “γιοι του Θεού”.
10 »Ευτυχισμένοι
είναι εκείνοι που έχουν υποστεί διωγμό για χάρη της δικαιοσύνης, επειδή σε
αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών.
11 »Ευτυχισμένοι
είστε όταν οι άνθρωποι σας ονειδίσουν και σας επιφέρουν διωγμό και με ψέματα
πουν κάθε είδους πονηρό πράγμα εναντίον σας εξαιτίας μου.
12 Να
χαίρεστε και να σκιρτάτε από χαρά, επειδή η ανταμοιβή σας είναι μεγάλη στους
ουρανούς· διότι με αυτόν τον τρόπο δίωξαν τους προφήτες πριν από εσάς.
13 »Εσείς
είστε το αλάτι της γης· αλλά αν το αλάτι χάσει τη δύναμή του, πώς θα
αποκατασταθεί η αλμύρα του; Δεν χρησιμεύει πλέον σε τίποτα, παρά στο να
πεταχτεί έξω και να πατιέται από τους ανθρώπους.
14 »Εσείς
είστε το φως του κόσμου. Μια πόλη δεν μπορεί να κρυφτεί όταν βρίσκεται πάνω
σε βουνό. 15 Οι
άνθρωποι ανάβουν λυχνάρι και το βάζουν, όχι κάτω από το μετρικό κάδο, αλλά
πάνω στο λυχνοστάτη, και λάμπει πάνω σε όλους εκείνους που είναι στο σπίτι.
16 Παρόμοια,
ας λάμψει το φως σας μπροστά στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα
και να δοξάσουν τον Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς.
17 »Μη
νομίσετε ότι ήρθα να καταστρέψω το Νόμο ή τους Προφήτες. Δεν ήρθα να
καταστρέψω, αλλά να εκπληρώσω·
18 διότι
αληθινά σας λέω ότι συντομότερα θα μπορούσε να παρέλθει ο ουρανός και η γη
παρά να παρέλθει ποτέ από το Νόμο ένα από τα μικρότερα γράμματα ή ένα
κομματάκι από κάποιο γράμμα και να μη γίνουν όλα.
19 Όποιος,
λοιπόν, παραβιάσει μία από αυτές τις πιο μικρές εντολές και διδάξει έτσι
τους ανθρώπους, θα αποκληθεί “ο πιο μικρός” αναφορικά με τη βασιλεία των
ουρανών. Όσο για οποιονδήποτε τις εκτελέσει και τις διδάξει, αυτός θα
αποκληθεί “μεγάλος” αναφορικά με τη βασιλεία των ουρανών.
20 Διότι
σας λέω ότι, αν η δικαιοσύνη σας δεν αφθονήσει περισσότερο από αυτήν των
γραμματέων και Φαρισαίων, δεν πρόκειται να μπείτε στη βασιλεία των ουρανών.
21 »Ακούσατε
ότι ειπώθηκε στους ανθρώπους των αρχαίων καιρών: “Δεν πρέπει να διαπράξεις
φόνο· όποιος, όμως, διαπράξει φόνο θα είναι υπόλογος στο δικαστήριο”.
22 Ωστόσο,
εγώ σας λέω ότι όποιος παραμένει οργισμένος με τον αδελφό του θα είναι
υπόλογος στο δικαστήριο· αλλά όποιος απευθύνει στον αδελφό του κάποιον
ακατονόμαστο λόγο περιφρόνησης θα είναι υπόλογος στο Ανώτατο Δικαστήριο· ενώ
όποιος πει: “Τιποτένιε ανόητε!” θα υπόκειται στην πύρινη Γέεννα.
23 »Αν,
λοιπόν, φέρνεις το δώρο σου στο θυσιαστήριο και εκεί θυμηθείς ότι ο αδελφός
σου έχει κάτι εναντίον σου,
24 άφησε
το δώρο σου εκεί, μπροστά στο θυσιαστήριο, και φύγε· πρώτα κάνε ειρήνη με
τον αδελφό σου και κατόπιν, αφού γυρίσεις, πρόσφερε το δώρο σου.
25 »Τακτοποίησε
γρήγορα τα ζητήματα με τον αντίδικό σου, ενώ βρίσκεσαι μαζί του καθ’ οδόν
προς το δικαστήριο, για να μη σε παραδώσει ο αντίδικος στο δικαστή, και ο
δικαστής στον υπάλληλο του δικαστηρίου, και ριχτείς στη φυλακή.
26 Σου
λέω με βεβαιότητα: Δεν πρόκειται να βγεις από εκεί μέχρι να ξεπληρώσεις και
το τελευταίο νόμισμα ελάχιστης αξίας.
27 »Ακούσατε
ότι ειπώθηκε: “Δεν πρέπει να μοιχεύσεις”.
28 Αλλά
εγώ σας λέω ότι όποιος εξακολουθεί να κοιτάζει μια γυναίκα έτσι ώστε να την
ποθήσει έχει ήδη μοιχεύσει μαζί της στην καρδιά του.
29 Αν,
λοιπόν, το δεξί σου μάτι σε σκανδαλίζει, βγάλε το και πέταξέ το μακριά σου.
Διότι είναι πιο ωφέλιμο για εσένα να χαθεί ένα από τα μέλη σου παρά να
ριχτεί όλο το σώμα σου στη Γέεννα.
30 Επίσης,
αν το δεξί σου χέρι σε σκανδαλίζει, κόψε το και πέταξέ το μακριά σου. Διότι
είναι πιο ωφέλιμο για εσένα να χαθεί ένα από τα μέλη σου παρά να καταλήξει
όλο το σώμα σου στη Γέεννα.
31 »Επιπλέον,
ειπώθηκε: “Όποιος διαζευχθεί τη σύζυγό του, ας της δώσει πιστοποιητικό
διαζυγίου”. 32 Ωστόσο,
εγώ σας λέω ότι όποιος διαζεύγεται τη σύζυγό του, εκτός λόγω πορνείας, την
κάνει υποψήφια για μοιχεία, και όποιος παντρευτεί διαζευγμένη γυναίκα
μοιχεύει.
33 »Πάλι
ακούσατε ότι ειπώθηκε στους ανθρώπους των αρχαίων καιρών: “Δεν πρέπει να
ορκιστείς χωρίς να εκτελέσεις, αλλά πρέπει να εκπληρώσεις τις ευχές σου προς
τον Ιεχωβά”. 34 Ωστόσο,
εγώ σας λέω: Μην ορκίζεστε καθόλου, ούτε στον ουρανό, επειδή είναι ο θρόνος
του Θεού, 35 ούτε
στη γη, επειδή είναι το υποπόδιο των ποδιών του, ούτε στην Ιερουσαλήμ,
επειδή είναι η πόλη του μεγάλου Βασιλιά.
36 Ούτε
στο κεφάλι σου δεν πρέπει να ορκίζεσαι, επειδή δεν μπορείς να κάνεις μία
τρίχα λευκή ή μαύρη.
37 Αλλά
το Ναι το οποίο λέτε ας σημαίνει Ναι, το Όχι σας, Όχι· διότι οτιδήποτε τα
υπερβαίνει αυτά είναι από τον πονηρό.
38 »Ακούσατε
ότι ειπώθηκε: “Μάτι αντί ματιού και δόντι αντί δοντιού”.
39 Ωστόσο,
εγώ σας λέω: Μην αντισταθείτε σε αυτόν που είναι πονηρός· αλλά όποιος σε
χαστουκίζει στο δεξί σου μάγουλο, γύρισέ του και το άλλο.
40 Και
αν κάποιος θέλει να πάει στο δικαστήριο μαζί σου και να πάρει το εσωτερικό
σου ένδυμα, άφησέ του και το εξωτερικό σου ένδυμα·
41 και
αν κάποιος που έχει εξουσία σου επιβάλει αγγαρεία για ένα μίλι, πήγαινε μαζί
του δύο μίλια. 42 Δώσε
σε αυτόν που σου ζητάει, και μην απομακρυνθείς από κάποιον που θέλει να
δανειστεί από εσένα χωρίς τόκο.
43 »Ακούσατε
ότι ειπώθηκε: “Πρέπει να αγαπάς τον πλησίον σου και να μισείς τον εχθρό
σου”. 44 Ωστόσο,
εγώ σας λέω: Να αγαπάτε τους εχθρούς σας και να προσεύχεστε για εκείνους που
σας διώκουν· 45 ώστε
να αποδειχτείτε γιοι του Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς, επειδή αυτός
κάνει τον ήλιο του να ανατέλλει σε πονηρούς και αγαθούς και φέρνει βροχή σε
δικαίους και αδίκους.
46 Διότι
αν αγαπάτε εκείνους που σας αγαπούν, ποια ανταμοιβή έχετε; Και οι
εισπράκτορες φόρων δεν κάνουν το ίδιο;
47 Και
αν χαιρετάτε τους αδελφούς σας μόνο, τι το ασυνήθιστο κάνετε; Και οι εθνικοί
δεν κάνουν το ίδιο;
48 Πρέπει,
επομένως, να είστε τέλειοι, όπως ο ουράνιος Πατέρας σας είναι τέλειος.
6
»Προσέχετε καλά να μην πράττετε τη δικαιοσύνη σας μπροστά στους ανθρώπους
για να σας παρατηρούν· διαφορετικά δεν θα έχετε καμιά ανταμοιβή από τον
Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς.
2 Επομένως,
όταν κάνεις δώρα ελέους μη σαλπίσεις μπροστά σου, όπως κάνουν οι υποκριτές
στις συναγωγές και στους δρόμους για να δοξαστούν από τους ανθρώπους.
Αληθινά σας λέω: Αυτοί έχουν την ανταμοιβή τους στο πλήρες.
3 Αλλά
όταν εσύ κάνεις δώρα ελέους, ας μη γνωρίζει το αριστερό σου χέρι τι κάνει το
δεξί σου, 4 για
να είναι τα δώρα του ελέους σου στα κρυφά· τότε ο Πατέρας σου, ο οποίος
βλέπει στα κρυφά, θα σου ανταποδώσει.
5 »Επίσης,
όταν προσεύχεστε, δεν πρέπει να είστε όπως οι υποκριτές· επειδή τους αρέσει
να προσεύχονται καθώς στέκονται στις συναγωγές και στις γωνιές των πλατιών
δρόμων για να τους βλέπουν οι άνθρωποι. Αληθινά σας λέω: Αυτοί έχουν την
ανταμοιβή τους στο πλήρες.
6 Εσύ,
ωστόσο, όταν προσεύχεσαι, πήγαινε μέσα στο ιδιαίτερο δωμάτιό σου και, αφού
κλείσεις την πόρτα σου, προσευχήσου στον Πατέρα σου, ο οποίος είναι στα
κρυφά· τότε ο Πατέρας σου, ο οποίος βλέπει στα κρυφά, θα σου ανταποδώσει.
7 Και
όταν προσεύχεστε, μη λέτε τα ίδια πράγματα ξανά και ξανά, όπως κάνουν οι
εθνικοί, γιατί νομίζουν ότι θα εισακουστούν λόγω της πολυλογίας τους.
8 Μη
γίνετε, λοιπόν, όμοιοι με αυτούς, γιατί ο Θεός, ο Πατέρας σας, γνωρίζει ποια
πράγματα έχετε ανάγκη πριν εσείς καν του τα ζητήσετε.
9 »Πρέπει,
λοιπόν, να προσεύχεστε με αυτόν τον τρόπο: »“Πατέρα μας που είσαι στους
ουρανούς, ας αγιαστεί το όνομά σου.
10 Ας
έρθει η βασιλεία σου. Ας γίνει το θέλημά σου, όπως στον ουρανό, έτσι και
πάνω στη γη. 11
Δώσε μας σήμερα το ψωμί μας για
αυτή την ημέρα· 12 και
συγχώρησέ μας τα χρέη μας, όπως και εμείς έχουμε συγχωρήσει τους χρεώστες
μας. 13 Και
μη μας φέρεις σε πειρασμό, αλλά ελευθέρωσέ μας από τον πονηρό”.
14 »Διότι
αν συγχωρήσετε στους ανθρώπους τα παραπτώματά τους, ο ουράνιος Πατέρας σας
θα συγχωρήσει και εσάς,
15 ενώ
αν δεν συγχωρήσετε στους ανθρώπους τα παραπτώματά τους, ούτε ο Πατέρας σας
θα συγχωρήσει τα παραπτώματά σας.
16 »Όταν
νηστεύετε, μη γίνεστε σκυθρωποί σαν τους υποκριτές, γιατί ασχημίζουν τα
πρόσωπά τους για να φανούν στους ανθρώπους ότι νηστεύουν. Αληθινά σας λέω:
Αυτοί έχουν την ανταμοιβή τους στο πλήρες.
17 Αλλά
εσύ, όταν νηστεύεις, άλειψε το κεφάλι σου και πλύνε το πρόσωπό σου,
18 για
να φανείς ότι νηστεύεις, όχι στους ανθρώπους, αλλά στον Πατέρα σου, ο οποίος
είναι στα κρυφά· τότε ο Πατέρας σου, ο οποίος βλέπει στα κρυφά, θα σου
ανταποδώσει.
19 »Μη
συσσωρεύετε για τον εαυτό σας θησαυρούς πάνω στη γη, όπου ο σκόρος και η
σκουριά καταστρέφουν και όπου κλέφτες κάνουν διαρρήξεις και κλέβουν.
20 Απεναντίας,
να συσσωρεύετε για τον εαυτό σας θησαυρούς στον ουρανό, όπου ούτε ο σκόρος
ούτε η σκουριά καταστρέφουν και όπου κλέφτες δεν κάνουν διαρρήξεις ούτε
κλέβουν. 21
Διότι όπου είναι ο θησαυρός σου,
εκεί θα είναι και η καρδιά σου.
22 »Το
λυχνάρι του σώματος είναι το μάτι. Αν, λοιπόν, το μάτι σου είναι απλό, όλο
το σώμα σου θα είναι φωτεινό·
23 αλλά
αν το μάτι σου είναι πονηρό, όλο το σώμα σου θα είναι σκοτεινό. Αν στην
πραγματικότητα το φως που είναι μέσα σου είναι σκοτάδι, πόσο μεγάλο είναι
αυτό το σκοτάδι!
24 »Κανείς
δεν μπορεί να υπηρετεί ως δούλος δύο κυρίους· διότι ή θα μισήσει τον έναν
και θα αγαπήσει τον άλλον ή θα προσκολληθεί στον έναν και θα καταφρονήσει
τον άλλον. Δεν μπορείτε να υπηρετείτε ως δούλοι τον Θεό και τον Πλούτο.
25 »Γι’
αυτό, σας λέω: Μην ανησυχείτε για την ψυχή σας σχετικά με το τι θα φάτε ή τι
θα πιείτε, ή για το σώμα σας σχετικά με το τι θα φορέσετε. Δεν αξίζει η ψυχή
περισσότερο από την τροφή, και το σώμα από τα ρούχα;
26 Παρατηρήστε
προσεκτικά τα πουλιά του ουρανού, επειδή δεν σπέρνουν ούτε θερίζουν ούτε
μαζεύουν σε αποθήκες· και όμως ο ουράνιος Πατέρας σας τα τρέφει. Δεν αξίζετε
εσείς περισσότερο από αυτά;
27 Ποιος
από εσάς, ανησυχώντας, μπορεί να προσθέσει έναν πήχη στο μήκος της ζωής του;
28 Επίσης,
σχετικά με τα ρούχα, γιατί ανησυχείτε; Πάρτε ένα μάθημα από τα κρίνα του
αγρού, από το πώς μεγαλώνουν· δεν μοχθούν ούτε κλώθουν·
29 αλλά
σας λέω ότι ούτε ο Σολομών με όλη του τη δόξα δεν ήταν στολισμένος όπως ένα
από αυτά. 30 Αν,
λοιπόν, ο Θεός ντύνει με αυτόν τον τρόπο τη βλάστηση του αγρού, η οποία
σήμερα υπάρχει και αύριο ρίχνεται στο φούρνο, πόσο μάλλον θα ντύσει εσάς,
ολιγόπιστοι; 31
Γι’ αυτό, ποτέ μην ανησυχήσετε
και πείτε: “Τι θα φάμε;” ή “Τι θα πιούμε;” ή “Τι θα φορέσουμε;”
32 Διότι
όλα αυτά είναι τα πράγματα που επιδιώκουν με λαχτάρα τα έθνη. Διότι ο
ουράνιος Πατέρας σας ξέρει ότι τα έχετε ανάγκη όλα αυτά.
33 »Εξακολουθήστε,
λοιπόν, να επιζητείτε πρώτα τη βασιλεία και τη δικαιοσύνη του, και όλα αυτά
τα άλλα πράγματα θα σας προστεθούν.
34 Γι’
αυτό, ποτέ μην ανησυχήσετε για την αυριανή ημέρα, γιατί η αυριανή ημέρα θα
έχει τις δικές της ανησυχίες. Αρκετό είναι για την κάθε ημέρα το δικό της
κακό.
7
»Μην κρίνετε για να μην κριθείτε·
2 διότι
με όποια κρίση κρίνετε θα κριθείτε· και με το μέτρο με το οποίο μετράτε θα
μετρήσουν σε εσάς.
3 Γιατί,
λοιπόν, κοιτάζεις το άχυρο στο μάτι του αδελφού σου, αλλά δεν παρατηρείς το
δοκάρι στο δικό σου μάτι;
4 Ή
πώς μπορείς να λες στον αδελφό σου: “Άφησέ με να βγάλω το άχυρο από το μάτι
σου”, όταν ένα δοκάρι είναι στο δικό σου μάτι;
5 Υποκριτή!
Πρώτα βγάλε το δοκάρι από το δικό σου μάτι και τότε θα δεις καθαρά πώς να
βγάλεις το άχυρο από το μάτι του αδελφού σου.
6 »Μη
δώσετε ό,τι είναι άγιο στους σκύλους, ούτε να ρίξετε τα μαργαριτάρια σας
μπροστά στα γουρούνια, για να μην τα ποδοπατήσουν ποτέ και γυρίσουν και σας
ξεσκίσουν.
7 »Εξακολουθήστε
να ζητάτε και θα σας δοθεί· εξακολουθήστε να ψάχνετε και θα βρείτε·
εξακολουθήστε να χτυπάτε και θα σας ανοιχτεί.
8 Διότι
όποιος ζητάει λαβαίνει, και όποιος ψάχνει βρίσκει, και σε εκείνον που
χτυπάει θα ανοιχτεί.
9 Πράγματι,
ποιος είναι ο άνθρωπος μεταξύ σας από τον οποίο ο γιος του ζητάει ψωμί—μήπως
θα του δώσει πέτρα;
10 Ή,
ίσως ζητήσει ψάρι—μήπως θα του δώσει φίδι;
11
Άρα λοιπόν, αν εσείς, μολονότι
είστε πονηροί, ξέρετε να δίνετε καλά δώρα στα παιδιά σας, πόσο μάλλον ο
Πατέρας σας που είναι στους ουρανούς θα δώσει καλά πράγματα σε εκείνους που
ζητούν από αυτόν!
12 »Όλα
όσα θέλετε, λοιπόν, να κάνουν σε εσάς οι άνθρωποι πρέπει και εσείς,
παρόμοια, να κάνετε σε αυτούς· αυτή τη σημασία έχουν, στην πραγματικότητα, ο
Νόμος και οι Προφήτες.
13 »Μπείτε
από τη στενή πύλη· επειδή πλατύς και ευρύχωρος είναι ο δρόμος που οδηγεί
στην καταστροφή, και πολλοί είναι εκείνοι που μπαίνουν από αυτόν·
14 ενώ
στενή είναι η πύλη και στενόχωρος ο δρόμος που οδηγεί στη ζωή, και λίγοι
είναι εκείνοι που τον βρίσκουν.
15 »Να
προσέχετε από τους ψευδοπροφήτες οι οποίοι έρχονται σε εσάς με ένδυμα
προβάτου, αλλά από μέσα είναι αρπακτικοί λύκοι.
16 Από
τους καρπούς τους θα τους αναγνωρίσετε. Μήπως μαζεύουν ποτέ οι άνθρωποι
σταφύλια από αγκάθια ή σύκα από τριβόλια;
17 Παρόμοια,
κάθε καλό δέντρο παράγει καλούς καρπούς, αλλά κάθε σάπιο δέντρο παράγει
άχρηστους καρπούς·
18 ένα
καλό δέντρο δεν μπορεί να κάνει άχρηστους καρπούς, ούτε ένα σάπιο δέντρο
μπορεί να παράγει καλούς καρπούς.
19 Κάθε
δέντρο που δεν παράγει καλό καρπό κόβεται και ρίχνεται στη φωτιά.
20 Πράγματι,
λοιπόν, από τους καρπούς τους θα τους αναγνωρίσετε αυτούς.
21
»Δεν θα μπει στη βασιλεία των ουρανών ο καθένας που μου λέει “Κύριε, Κύριε”,
αλλά εκείνος που κάνει το θέλημα του Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς.
22 Πολλοί
θα μου πουν εκείνη την ημέρα: “Κύριε, Κύριε, δεν προφητεύσαμε στο όνομά σου,
και δεν εκβάλαμε δαίμονες στο όνομά σου, και δεν εκτελέσαμε πολλά δυναμικά
έργα στο όνομά σου;”
23 Και
όμως, τότε θα ομολογήσω σε αυτούς: Ποτέ δεν σας γνώρισα! Φύγετε από εμένα,
εργάτες της ανομίας.
24 »Επομένως,
όποιος ακούει αυτά τα λόγια μου και τα εκτελεί θα παρομοιαστεί με έναν
φρόνιμο άντρα, ο οποίος έχτισε το σπίτι του πάνω στο βράχο.
25 Και
έπεσε η βροχή και ήρθαν οι πλημμύρες και φύσηξαν οι άνεμοι και χτύπησαν με
ορμή εκείνο το σπίτι, αλλά αυτό δεν έπεσε, γιατί είχε θεμελιωθεί πάνω στο
βράχο. 26 Επιπλέον,
όποιος ακούει αυτά τα λόγια μου και δεν τα εκτελεί θα παρομοιαστεί με έναν
ανόητο άντρα, ο οποίος έχτισε το σπίτι του στην άμμο.
27 Και
έπεσε η βροχή και ήρθαν οι πλημμύρες και φύσηξαν οι άνεμοι και έπληξαν
εκείνο το σπίτι και έπεσε, και η κατάρρευσή του ήταν μεγάλη».
28 Όταν,
λοιπόν, ο Ιησούς τελείωσε αυτά τα λόγια, το αποτέλεσμα ήταν να μείνουν τα
πλήθη έκπληκτα με τον τρόπο με τον οποίο δίδασκε·
29 διότι
τους δίδασκε ως άτομο που είχε εξουσία, και όχι όπως οι γραμματείς τους.
8
Αφού κατέβηκε από το βουνό, τον
ακολούθησαν μεγάλα πλήθη.
2 Και
ένας λεπρός πλησίασε και άρχισε να τον προσκυνάει, λέγοντας: «Κύριε, αν εσύ
θέλεις, μπορείς να με καθαρίσεις».
3 Απλώνοντας,
λοιπόν, το χέρι του, εκείνος τον άγγιξε και του είπε: «Θέλω. Καθαρίσου». Και
αμέσως η λέπρα του καθαρίστηκε.
4 Τότε
ο Ιησούς τού είπε: «Κοίταξε να μην το πεις σε κανέναν, αλλά πήγαινε, δείξε
τον εαυτό σου στον ιερέα και πρόσφερε το δώρο που όρισε ο Μωυσής, για
μαρτυρία σε αυτούς».
5 Όταν
μπήκε στην Καπερναούμ, ήρθε σε αυτόν ένας αξιωματικός, ικετεύοντάς τον
6 και
λέγοντας: «Κύριε, ο υπηρέτης μου κείτεται στο σπίτι παράλυτος και
βασανίζεται τρομερά».
7 Αυτός
του είπε: «Όταν έρθω εκεί θα τον θεραπεύσω».
8 Απαντώντας
ο αξιωματικός είπε: «Κύριε, δεν είμαι άξιος να μπεις εσύ κάτω από τη στέγη
μου, αλλά μόνο πες έναν λόγο και ο υπηρέτης μου θα γιατρευτεί.
9 Διότι
και εγώ είμαι άνθρωπος που υπόκειται σε εξουσία και έχω στρατιώτες στη
δικαιοδοσία μου, και λέω στον έναν: “Πήγαινε!” και πηγαίνει, και στον άλλον:
“Έλα!” και έρχεται, και στο δούλο μου: “Κάνε αυτό!” και το κάνει».
10 Ακούγοντάς
το αυτό, ο Ιησούς θαύμασε και είπε σε εκείνους που τον ακολουθούσαν: «Σας
λέω την αλήθεια: Σε κανέναν στον Ισραήλ δεν βρήκα τόσο μεγάλη πίστη.
11
Σας λέω δε ότι πολλοί από τα ανατολικά μέρη και τα δυτικά μέρη θα έρθουν και
θα πλαγιάσουν μπροστά στο τραπέζι με τον Αβραάμ και τον Ισαάκ και τον Ιακώβ
στη βασιλεία των ουρανών,
12 ενώ
οι γιοι της βασιλείας θα ριχτούν έξω στο σκοτάδι. Εκεί θα είναι το κλάμα
τους και το τρίξιμο των δοντιών τους».
13 Τότε
ο Ιησούς είπε στον αξιωματικό: «Πήγαινε. Όπως υπήρξε η πίστη σου, έτσι ας
γίνει για εσένα». Και ο υπηρέτης γιατρεύτηκε εκείνη την ώρα.
14 Και
ο Ιησούς, καθώς ήρθε στο σπίτι του Πέτρου, είδε την πεθερά του κατάκοιτη και
άρρωστη με πυρετό.
15 Άγγιξε,
λοιπόν, το χέρι της και ο πυρετός την άφησε, και αυτή σηκώθηκε και άρχισε να
τον διακονεί. 16 Και
όταν βράδιασε, του έφεραν πολλούς δαιμονισμένους· και αυτός εξέβαλε τα
πνεύματα με έναν λόγο και θεράπευσε όλους εκείνους που βρίσκονταν σε άσχημη
κατάσταση· 17 για
να εκπληρωθεί αυτό που λέχθηκε μέσω του Ησαΐα του προφήτη, ο οποίος είπε:
«Αυτός πήρε τις αρρώστιες μας και βάσταξε τις ασθένειές μας».
18 Όταν
ο Ιησούς είδε πλήθος γύρω του, έδωσε εντολή να ξεκινήσουν για την απέναντι
πλευρά. 19 Και
κάποιος γραμματέας πλησίασε και του είπε: «Δάσκαλε, θα σε ακολουθήσω
οπουδήποτε πρόκειται να πας».
20 Αλλά
ο Ιησούς τού είπε: «Οι αλεπούδες έχουν φωλιές και τα πουλιά του ουρανού
έχουν τόπους να κουρνιάσουν, αλλά ο Γιος του ανθρώπου δεν έχει πουθενά να
γείρει το κεφάλι του».
21
Τότε κάποιος άλλος από τους
μαθητές τού είπε: «Κύριε, επίτρεψέ μου πρώτα να φύγω και να θάψω τον πατέρα
μου». 22 Ο
Ιησούς τού είπε: «Να με ακολουθείς, και άφησε τους νεκρούς να θάψουν τους
νεκρούς τους».
23 Και
όταν επιβιβάστηκε σε ένα πλοιάριο, τον ακολούθησαν οι μαθητές του.
24 Και
έγινε μεγάλη ταραχή στη θάλασσα, ώστε το πλοιάριο καλυπτόταν από τα κύματα·
αυτός, ωστόσο, κοιμόταν.
25 Ήρθαν,
λοιπόν, και τον ξύπνησαν, λέγοντας: «Κύριε, σώσε μας, χανόμαστε!»
26 Αλλά
αυτός τους είπε: «Γιατί δειλιάζετε, ολιγόπιστοι;» Τότε σηκώθηκε και επέπληξε
τους ανέμους και τη θάλασσα, και επικράτησε μεγάλη ηρεμία.
27 Οι
άνθρωποι, λοιπόν, θαύμασαν και είπαν: «Τι είδους άνθρωπος είναι αυτός που
ακόμη και οι άνεμοι και η θάλασσα τον υπακούν;»
28 Όταν
έφτασε στην απέναντι πλευρά, στη χώρα των Γαδαρηνών, τον συνάντησαν δύο
δαιμονισμένοι που έβγαιναν ανάμεσα από τα μνημεία, ασυνήθιστα άγριοι, ώστε
κανείς δεν είχε το θάρρος να περάσει από εκείνον το δρόμο.
29 Και
αυτοί κραύγασαν, λέγοντας: «Τι σχέση έχουμε εμείς με εσένα, Γιε του Θεού;
Ήρθες εδώ για να μας βασανίσεις πριν από τον προσδιορισμένο καιρό;»
30 Μακριά
δε από αυτούς έβοσκε ένα κοπάδι με πολλά γουρούνια.
31
Οι δαίμονες, λοιπόν, άρχισαν να
τον ικετεύουν, λέγοντας: «Αν μας εκβάλεις, στείλε μας στο κοπάδι των
γουρουνιών». 32 Και
αυτός τους είπε: «Πηγαίνετε!» Εκείνοι βγήκαν και μπήκαν στα γουρούνια· και
τότε ολόκληρο το κοπάδι όρμησε από τον γκρεμό στη θάλασσα και πέθαναν στα
νερά. 33 Οι
δε βοσκοί έφυγαν και, πηγαίνοντας στην πόλη, τα ανέφεραν όλα,
περιλαμβανομένης και της υπόθεσης με τους δαιμονισμένους.
34 Και
τότε ολόκληρη η πόλη βγήκε να συναντήσει τον Ιησού· και αφού τον είδαν, τον
παρακάλεσαν θερμά να φύγει από την περιφέρειά τους.
9
Αφού επιβιβάστηκε, λοιπόν, στο
πλοιάριο, πέρασε απέναντι και μπήκε στη δική του πόλη.
2 Και
τότε του έφεραν κάποιον παράλυτο ξαπλωμένο πάνω σε ένα κρεβάτι. Βλέποντας
την πίστη τους, ο Ιησούς είπε στον παράλυτο: «Πάρε θάρρος, παιδί μου· σου
συγχωρούνται οι αμαρτίες».
3 Και
κάποιοι από τους γραμματείς είπαν μέσα τους: «Αυτός ο άνθρωπος βλασφημεί».
4 Και
ο Ιησούς, γνωρίζοντας τις σκέψεις τους, είπε: «Γιατί σκέφτεστε πονηρά
πράγματα στις καρδιές σας;
5 Για
παράδειγμα, τι είναι ευκολότερο, να πω: “Σου συγχωρούνται οι αμαρτίες”, ή να
πω: “Σήκω και περπάτα”;
6 Ωστόσο,
για να γνωρίσετε ότι ο Γιος του ανθρώπου έχει εξουσία πάνω στη γη να
συγχωρεί αμαρτίες—» τότε είπε στον παράλυτο: «Σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και
πήγαινε στο σπίτι σου».
7 Και
αυτός σηκώθηκε και έφυγε για το σπίτι του.
8 Βλέποντάς
το αυτό, τα πλήθη καταλήφθηκαν από φόβο και δόξασαν τον Θεό, ο οποίος έδωσε
τέτοια εξουσία σε ανθρώπους.
9 Έπειτα,
καθώς προχωρούσε πιο πέρα από εκεί, ο Ιησούς είδε κάποιον άνθρωπο ονόματι
Ματθαίο να κάθεται στο γραφείο όπου εισπράττονταν οι φόροι, και του είπε:
«Γίνε ακόλουθός μου». Τότε αυτός σηκώθηκε και τον ακολούθησε.
10 Αργότερα,
ενώ πλάγιαζε μπροστά στο τραπέζι στο σπίτι, ήρθαν πολλοί εισπράκτορες φόρων
και αμαρτωλοί και άρχισαν να πλαγιάζουν μπροστά στο τραπέζι με τον Ιησού και
τους μαθητές του.
11 Αλλά βλέποντάς το αυτό, οι
Φαρισαίοι άρχισαν να λένε στους μαθητές του: «Γιατί ο δάσκαλός σας τρώει με
εισπράκτορες φόρων και αμαρτωλούς;»
12 Ακούγοντάς
τους, αυτός είπε: «Δεν χρειάζονται γιατρό οι υγιείς αλλά οι άρρωστοι.
13 Πηγαίνετε,
λοιπόν, και μάθετε τι σημαίνει: “Έλεος θέλω και όχι θυσία”. Διότι ήρθα να
καλέσω, όχι δίκαιους ανθρώπους, αλλά αμαρτωλούς».
14 Κατόπιν
οι μαθητές του Ιωάννη ήρθαν σε αυτόν και ρώτησαν: «Γιατί εμείς και οι
Φαρισαίοι κάνουμε νηστείες, ενώ οι δικοί σου μαθητές δεν νηστεύουν;»
15 Τότε
ο Ιησούς τούς είπε: «Μήπως οι φίλοι του γαμπρού έχουν λόγο να πενθούν όσον
καιρό ο γαμπρός είναι μαζί τους; Αλλά θα έρθουν ημέρες που ο γαμπρός θα
αφαιρεθεί από αυτούς, και τότε θα νηστέψουν.
16 Κανείς
δεν ράβει σε παλιό εξωτερικό ένδυμα ένα μπάλωμα από πανί που δεν έχει
μαζέψει· διότι η μεγάλη του δύναμη θα τραβήξει το εξωτερικό ένδυμα και το
σκίσιμο θα γίνει χειρότερο.
17 Ούτε
βάζουν καινούριο κρασί σε παλιά ασκιά· γιατί αν βάλουν, τότε τα ασκιά
σκίζονται και το κρασί χύνεται και τα ασκιά καταστρέφονται. Αλλά το
καινούριο κρασί το βάζουν σε καινούρια ασκιά, και διατηρούνται και τα δύο».
18 Ενώ
τους τα έλεγε αυτά, κάποιος άρχοντας που είχε πλησιάσει άρχισε να τον
προσκυνάει, λέγοντας: «Τώρα η κόρη μου πρέπει να είναι ήδη νεκρή· αλλά έλα
και θέσε το χέρι σου πάνω σε αυτήν και θα έρθει στη ζωή».
19 Τότε
ο Ιησούς σηκώθηκε και άρχισε να τον ακολουθεί· το ίδιο και οι μαθητές του.
20 Και
μια γυναίκα που έπασχε από ροή αίματος επί δώδεκα χρόνια πλησίασε από πίσω
και άγγιξε τα κρόσσια του εξωτερικού του ενδύματος·
21
διότι έλεγε μέσα της: «Αν απλώς και μόνο αγγίξω το εξωτερικό του ένδυμα, θα
γίνω καλά». 22 Ο
Ιησούς γύρισε και, βλέποντάς την, είπε: «Πάρε θάρρος, κόρη μου· η πίστη σου
σε έκανε καλά». Και από εκείνη την ώρα η γυναίκα έγινε καλά.
23 Και
όταν ήρθε ο Ιησούς στο σπίτι του άρχοντα και είδε τους αυλητές και το πλήθος
που θορυβούσε, 24 άρχισε
να λέει: «Φύγετε, γιατί το κοριτσάκι δεν πέθανε αλλά κοιμάται». Τότε άρχισαν
να γελούν μαζί του με καταφρόνηση.
25 Μόλις
έβγαλαν έξω το πλήθος, αυτός μπήκε μέσα και έπιασε το χέρι της, και το
κοριτσάκι σηκώθηκε.
26 Φυσικά,
η φήμη σχετικά με αυτό διαδόθηκε σε ολόκληρη εκείνη την περιοχή.
27 Καθώς
ο Ιησούς προχωρούσε πιο πέρα από εκεί, τον ακολούθησαν δύο τυφλοί,
κραυγάζοντας και λέγοντας: «Ελέησέ μας, Γιε του Δαβίδ!»
28 Αφού
είχε μπει στο σπίτι, οι τυφλοί ήρθαν σε αυτόν, και ο Ιησούς τούς ρώτησε:
«Έχετε πίστη ότι μπορώ να το κάνω αυτό;» Εκείνοι του απάντησαν: «Ναι,
Κύριε». 29 Τότε
άγγιξε τα μάτια τους, λέγοντας: «Σύμφωνα με την πίστη σας ας γίνει σε εσάς».
30 Και
τα μάτια τους απέκτησαν την όρασή τους. Επιπλέον, ο Ιησούς τούς παρήγγειλε
αυστηρά, λέγοντας: «Κοιτάξτε να μην το μάθει κανείς».
31
Αλλά εκείνοι, αφού βγήκαν έξω, γνωστοποίησαν δημόσια τα σχετικά με αυτόν σε
ολόκληρη εκείνη την περιοχή.
32 Και
καθώς έφευγαν εκείνοι, του έφεραν κάποιον βουβό που ήταν δαιμονισμένος·
33 και
αφού εκβλήθηκε ο δαίμονας, ο βουβός μίλησε. Τα πλήθη, λοιπόν, θαύμασαν και
είπαν: «Ποτέ δεν φάνηκε κάτι τέτοιο στον Ισραήλ».
34 Αλλά
οι Φαρισαίοι άρχισαν να λένε: «Μέσω του άρχοντα των δαιμόνων εκβάλλει τους
δαίμονες».
35 Και
ο Ιησούς άρχισε περιοδεία σε όλες τις πόλεις και τα χωριά, διδάσκοντας στις
συναγωγές τους και κηρύττοντας τα καλά νέα της βασιλείας και θεραπεύοντας
κάθε είδους ασθένεια και κάθε είδους πάθηση.
36 Βλέποντας
τα πλήθη, τα σπλαχνίστηκε, επειδή ήταν γδαρμένοι και παραπεταμένοι σαν
πρόβατα χωρίς ποιμένα.
37 Τότε
είπε στους μαθητές του: «Ο μεν θερισμός είναι πολύς, αλλά οι εργάτες είναι
λίγοι. 38 Γι’
αυτό, παρακαλέστε τον Κύριο του θερισμού να στείλει εργάτες στο θερισμό
του».
10
Κάλεσε, λοιπόν, τους δώδεκα μαθητές
του και τους έδωσε εξουσία πάνω σε ακάθαρτα πνεύματα, ώστε να τα εκβάλλουν
και να θεραπεύουν κάθε είδους ασθένεια και κάθε είδους πάθηση.
2 Τα
ονόματα των δώδεκα αποστόλων είναι τα εξής: Πρώτα, ο Σίμων, ο αποκαλούμενος
Πέτρος, και ο Ανδρέας ο αδελφός του· και ο Ιάκωβος, ο γιος του Ζεβεδαίου,
και ο Ιωάννης ο αδελφός του·
3 ο
Φίλιππος και ο Βαρθολομαίος· ο Θωμάς και ο Ματθαίος, ο εισπράκτορας φόρων· ο
Ιάκωβος, ο γιος του Αλφαίου, και ο Θαδδαίος·
4 ο
Σίμων ο Καναναίος και ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ο οποίος αργότερα τον πρόδωσε.
5 Αυτούς
τους δώδεκα απέστειλε ο Ιησούς, δίνοντάς τους τις εξής εντολές: «Μην πάτε
στο δρόμο των εθνών και μην μπείτε σε πόλη Σαμαρειτών·
6 αλλά,
αντίθετα, να πηγαίνετε στα χαμένα πρόβατα του οίκου του Ισραήλ.
7 Καθώς
πηγαίνετε, να κηρύττετε λέγοντας: “Η βασιλεία των ουρανών έχει πλησιάσει”.
8 Να
θεραπεύετε αρρώστους, να εγείρετε νεκρούς, να καθαρίζετε λεπρούς, να
εκβάλλετε δαίμονες. Δωρεάν λάβατε, δωρεάν δώστε.
9 Μην
προμηθευτείτε χρυσάφι ή ασήμι ή χαλκό για τα πουγκιά της ζώνης σας
10 ούτε
σακίδιο τροφίμων για το ταξίδι ούτε δύο εσωτερικά ενδύματα ούτε σανδάλια
ούτε μπαστούνι· διότι ο εργάτης αξίζει την τροφή του.
11
»Σε όποια πόλη ή χωριό μπείτε,
ψάξτε να βρείτε ποιος μέσα σε αυτά είναι άξιος και μείνετε εκεί μέχρι να
φύγετε. 12 Όταν
μπαίνετε στο σπίτι, χαιρετήστε το σπιτικό·
13 και
αν το σπίτι είναι άξιο, ας έρθει πάνω σε αυτό η ειρήνη που του εύχεστε· αλλά
αν δεν είναι άξιο, η ειρήνη σας ας επιστρέψει πάνω σας.
14 Οπουδήποτε
δεν σας δέχεται κάποιος στο σπίτι του ή δεν ακούει τα λόγια σας, βγαίνοντας
από εκείνο το σπίτι ή εκείνη την πόλη τινάξτε τη σκόνη από τα πόδια σας.
15 Αληθινά
σας λέω: Θα είναι πιο υποφερτό για τη γη των Σοδόμων και των Γομόρρων στην
Ημέρα της Κρίσης παρά για εκείνη την πόλη.
16 »Δείτε!
Σας αποστέλλω σαν πρόβατα ανάμεσα σε λύκους· γι’ αυτό, να αποδειχτείτε
προσεκτικοί σαν τα φίδια και εντούτοις αθώοι σαν τα περιστέρια.
17 Να
φυλάγεστε από τους ανθρώπους· διότι θα σας παραδώσουν σε τοπικά δικαστήρια
και θα σας μαστιγώσουν στις συναγωγές τους.
18 Ναι,
θα σας σύρουν μπροστά σε κυβερνήτες και βασιλιάδες εξαιτίας μου για μαρτυρία
σε αυτούς και στα έθνη.
19 Ωστόσο,
όταν σας παραδώσουν, μην ανησυχήσετε για το πώς ή σχετικά με τι θα μιλήσετε·
διότι αυτό για το οποίο θα μιλήσετε θα σας δοθεί εκείνη την ώρα·
20 διότι
εκείνοι που μιλούν δεν είστε απλώς εσείς, αλλά το πνεύμα του Πατέρα σας
είναι που μιλάει χρησιμοποιώντας εσάς.
21
Επιπλέον, αδελφός θα παραδώσει
αδελφό στο θάνατο, και πατέρας το παιδί του, και παιδιά θα ξεσηκωθούν
εναντίον γονέων και θα βάλουν να τους θανατώσουν.
22 Και
θα είστε αντικείμενα του μίσους όλων των ανθρώπων εξαιτίας του ονόματός μου·
αλλά εκείνος που θα έχει υπομείνει ως το τέλος, αυτός θα σωθεί.
23 Όταν
σας διώκουν σε μια πόλη, να φεύγετε σε άλλη· διότι αληθινά σας λέω: Δεν
πρόκειται να ολοκληρώσετε το γύρο των πόλεων του Ισραήλ μέχρι να έρθει ο
Γιος του ανθρώπου.
24
»Ο μαθητής δεν είναι υπεράνω του δασκάλου του ούτε ο δούλος υπεράνω του
κυρίου του. 25 Αρκεί
για το μαθητή να γίνει όπως ο δάσκαλός του, και ο δούλος όπως ο κύριός του.
Αν αποκάλεσαν τον οικοδεσπότη Βεελζεβούλ, πόσο μάλλον θα αποκαλέσουν έτσι
εκείνους που ανήκουν στο σπιτικό του;
26 Μην
τους φοβάστε λοιπόν· διότι δεν υπάρχει τίποτα καλυμμένο που δεν θα
αποκαλυφτεί, και μυστικό που δεν θα γίνει γνωστό.
27 Αυτό
που σας λέω στο σκοτάδι, πείτε το στο φως· και αυτό που ακούτε να λέγεται
ψιθυριστά, κηρύξτε το από τις ταράτσες.
28 Και
μη φοβηθείτε εκείνους που θανατώνουν το σώμα αλλά δεν μπορούν να θανατώσουν
την ψυχή· απεναντίας, να φοβάστε αυτόν που μπορεί να καταστρέψει και την
ψυχή και το σώμα στη Γέεννα.
29 Δεν
πουλιούνται δύο σπουργίτια αντί ενός νομίσματος μικρής αξίας; Και όμως, ούτε
ένα από αυτά δεν θα πέσει στο έδαφος χωρίς να το γνωρίζει ο Πατέρας σας.
30 Αλλά
όσο για εσάς, ακόμη και οι τρίχες του κεφαλιού σας είναι όλες αριθμημένες.
31
Μη φοβάστε λοιπόν: Εσείς αξίζετε
περισσότερο από πολλά σπουργίτια.
32 »Όποιος,
λοιπόν, ομολογήσει ενότητα με εμένα ενώπιον των ανθρώπων, και εγώ θα
ομολογήσω ενότητα με αυτόν ενώπιον του Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς·
33 αλλά
όποιος με απαρνηθεί ενώπιον των ανθρώπων, και εγώ θα τον απαρνηθώ ενώπιον
του Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς.
34 Μη
νομίσετε ότι ήρθα να βάλω ειρήνη πάνω στη γη· δεν ήρθα να βάλω ειρήνη, αλλά
σπαθί. 35 Διότι
ήρθα να προξενήσω διαίρεση στρέφοντας άνθρωπο εναντίον του πατέρα του, και
κόρη εναντίον της μητέρας της, και νύφη εναντίον της πεθεράς της.
36 Πράγματι,
εχθροί του ανθρώπου θα είναι άτομα από το ίδιο του το σπιτικό.
37 Αυτός
που νιώθει μεγαλύτερη στοργή για πατέρα ή μητέρα παρά για εμένα δεν είναι
άξιός μου· και αυτός που νιώθει μεγαλύτερη στοργή για γιο ή κόρη παρά για
εμένα δεν είναι άξιός μου.
38 Και
όποιος δεν δέχεται το ξύλο του βασανισμού του και δεν ακολουθεί πίσω μου δεν
είναι άξιός μου.
39 Αυτός που βρίσκει την ψυχή του
θα τη χάσει, και αυτός που χάνει την ψυχή του για χάρη μου θα τη βρει.
40 »Αυτός
που δέχεται εσάς δέχεται και εμένα, και αυτός που δέχεται εμένα δέχεται και
αυτόν που με απέστειλε.
41
Αυτός που δέχεται προφήτη επειδή
είναι προφήτης, θα πάρει ανταμοιβή προφήτη, και αυτός που δέχεται δίκαιο
επειδή είναι δίκαιος, θα πάρει ανταμοιβή δικαίου.
42 Και
όποιος δώσει σε έναν από αυτούς τους μικρούς να πιει ένα ποτήρι κρύο νερό
και μόνο, επειδή είναι μαθητής, σας λέω αληθινά, δεν πρόκειται να χάσει την
ανταμοιβή του».
11
Αφού, λοιπόν, ο Ιησούς τελείωσε τις οδηγίες που έδινε στους δώδεκα μαθητές
του, αναχώρησε από εκεί για να διδάξει και να κηρύξει στις πόλεις τους.
2 Ο
δε Ιωάννης, έχοντας ακούσει στο δεσμωτήριο για τα έργα του Χριστού, έστειλε
μήνυμα μέσω των δικών του μαθητών
3 και
του είπε: «Εσύ είσαι ο Ερχόμενος ή να περιμένουμε κάποιον άλλον;»
4 Απαντώντας
ο Ιησούς τούς είπε: «Πηγαίνετε και αναφέρετε στον Ιωάννη αυτά που ακούτε και
βλέπετε: 5 Οι
τυφλοί ξαναβλέπουν και οι κουτσοί περπατούν, οι λεπροί καθαρίζονται και οι
κουφοί ακούν, και οι νεκροί εγείρονται, και στους φτωχούς διακηρύττονται τα
καλά νέα· 6 και
ευτυχισμένος είναι αυτός που δεν σκανδαλίζεται με εμένα».
7 Ενώ
αυτοί πήγαιναν, ο Ιησούς άρχισε να λέει στα πλήθη σχετικά με τον Ιωάννη: «Τι
βγήκατε να δείτε στην έρημο; Καλάμι που το κουνάει πέρα δώθε ο άνεμος;
8 Τι
βγήκατε, λοιπόν, να δείτε; Άνθρωπο ντυμένο με μαλακά ενδύματα; Αυτοί όμως
που φορούν μαλακά ενδύματα είναι στις κατοικίες των βασιλιάδων.
9 Τότε
λοιπόν, γιατί βγήκατε; Για να δείτε προφήτη; Ναι, σας λέω, και πολύ
περισσότερο από προφήτη.
10 Αυτός
είναι εκείνος για τον οποίο είναι γραμμένο: “Δες! Εγώ αποστέλλω τον
αγγελιοφόρο μου πριν από το πρόσωπό σου, ο οποίος θα προετοιμάσει την οδό
σου μπροστά από εσένα!”
11
Αληθινά σας λέω: Μεταξύ αυτών που γεννήθηκαν από γυναίκες δεν έχει εγερθεί
μεγαλύτερος από τον Ιωάννη τον Βαφτιστή· αλλά ένας μικρότερος στη βασιλεία
των ουρανών είναι μεγαλύτερος από αυτόν.
12 Από
τις ημέρες δε του Ιωάννη του Βαφτιστή μέχρι τώρα η βασιλεία των ουρανών
είναι ο στόχος προς τον οποίο άνθρωποι προχωρούν επίμονα, και εκείνοι που
προχωρούν επίμονα την αρπάζουν.
13 Διότι
όλοι, οι Προφήτες και ο Νόμος, προφήτευσαν μέχρι τον Ιωάννη·
14 και
αν θέλετε να το δεχτείτε: Αυτός είναι “ο Ηλίας ο οποίος μέλλει να έρθει”.
15 Αυτός
που έχει αφτιά ας ακούει.
16 »Με
ποιον να παραβάλω αυτή τη γενιά; Μοιάζει με μικρά παιδιά που κάθονται στις
αγορές, τα οποία φωνάζουν στους συντρόφους τους στο παιχνίδι,
17 λέγοντας:
“Σας παίξαμε αυλό, αλλά δεν χορέψατε· θρηνήσαμε, αλλά δεν χτυπήσατε τον
εαυτό σας από λύπη”.
18 Αντίστοιχα,
ο Ιωάννης ήρθε χωρίς να τρώει και χωρίς να πίνει, και λένε: “Έχει δαίμονα”·
19 ο
Γιος του ανθρώπου ήρθε τρώγοντας και πίνοντας, και λένε: “Ορίστε! Άνθρωπος
λαίμαργος και οινοπότης, φίλος με εισπράκτορες φόρων και με αμαρτωλούς”.
Ωστόσο, η σοφία αποδεικνύεται δίκαιη από τα έργα της».
20 Τότε
άρχισε να ονειδίζει τις πόλεις στις οποίες είχαν γίνει τα περισσότερα από τα
δυναμικά έργα του, επειδή δεν μετανόησαν:
21
«Αλίμονο σε εσένα, Χοραζίν!
Αλίμονο σε εσένα, Βηθσαϊδά! Επειδή αν είχαν γίνει στην Τύρο και στη Σιδώνα
τα δυναμικά έργα που έγιναν σε εσάς, αυτές θα είχαν προ πολλού μετανοήσει με
σάκο και στάχτη.
22 Γι’ αυτό, σας λέω: Θα είναι
πιο υποφερτό για την Τύρο και τη Σιδώνα στην Ημέρα της Κρίσης παρά για εσάς.
23 Και
εσύ, Καπερναούμ, μήπως θα εξυψωθείς στον ουρανό; Στον Άδη θα κατεβείς·
επειδή αν τα δυναμικά έργα που έγιναν σε εσένα είχαν γίνει στα Σόδομα, αυτά
θα παρέμεναν μέχρι σήμερα.
24 Γι’
αυτό, σας λέω: Θα είναι πιο υποφερτό για τη γη των Σοδόμων στην Ημέρα της
Κρίσης παρά για εσένα».
25 Τότε
ο Ιησούς αποκρίθηκε και είπε: «Σε αινώ δημόσια, Πατέρα, Κύριε του ουρανού
και της γης, επειδή έχεις κρύψει αυτά τα πράγματα από τους σοφούς και τους
διανοουμένους και τα έχεις αποκαλύψει σε νήπια.
26 Ναι,
Πατέρα, επειδή αυτός είναι ο τρόπος ενέργειας που έχεις επιδοκιμάσει.
27 Όλα
έχουν παραδοθεί σε εμένα από τον Πατέρα μου, και κανείς δεν γνωρίζει πλήρως
τον Γιο, εκτός από τον Πατέρα, ούτε γνωρίζει κανείς πλήρως τον Πατέρα, εκτός
από τον Γιο και εκείνον στον οποίο ο Γιος θέλει να τον αποκαλύψει.
28 Ελάτε
σε εμένα, όλοι εσείς που μοχθείτε και είστε καταφορτωμένοι, και εγώ θα σας
αναζωογονήσω. 29 Βάλτε
το ζυγό μου πάνω σας και μάθετε από εμένα, διότι είμαι πράος και ταπεινός
στην καρδιά, και θα βρείτε αναζωογόνηση για τις ψυχές σας.
30 Διότι
ο ζυγός μου είναι καλός και το φορτίο μου είναι ελαφρύ».
12
Εκείνον τον καιρό ο Ιησούς πέρασε μέσα από τα χωράφια με τα σιτηρά το
σάββατο. Οι μαθητές του πείνασαν και άρχισαν να αποσπούν στάχυα και να
τρώνε. 2 Βλέποντάς
το αυτό, οι Φαρισαίοι τού είπαν: «Δες! Οι μαθητές σου κάνουν αυτό που δεν
είναι νόμιμο να κάνει κάποιος στη διάρκεια του σαββάτου».
3 Αυτός
τους είπε: «Δεν έχετε διαβάσει τι έκανε ο Δαβίδ όταν αυτός και οι άντρες που
ήταν μαζί του πείνασαν;
4 Ότι
μπήκε στον οίκο του Θεού και έφαγαν τα ψωμιά της παρουσίασης, κάτι που δεν
ήταν νόμιμο να φάει αυτός ούτε εκείνοι που ήταν μαζί του παρά μόνο οι
ιερείς; 5 Ή,
δεν έχετε διαβάσει στο Νόμο ότι, τα σάββατα, οι ιερείς στο ναό
μεταχειρίζονται το σάββατο ως μη ιερό και εξακολουθούν να μην είναι ένοχοι;
6 Αλλά
σας λέω ότι κάτι μεγαλύτερο από το ναό είναι εδώ.
7 Ωστόσο,
αν είχατε καταλάβει τι σημαίνει: “Έλεος θέλω, και όχι θυσία”, δεν θα είχατε
καταδικάσει αυτούς που δεν είναι ένοχοι.
8 Διότι
ο Γιος του ανθρώπου είναι Κύριος του σαββάτου».
9 Αφού
έφυγε από εκείνο το μέρος, μπήκε στη συναγωγή τους·
10 και
να ένας άνθρωπος με ξεραμένο χέρι! Τον ρώτησαν λοιπόν: «Είναι νόμιμο να
θεραπεύει κανείς στη διάρκεια του σαββάτου;» για να βρουν κατηγορία εναντίον
του. 11
Αυτός τους είπε: «Ποιος άνθρωπος
υπάρχει ανάμεσά σας ο οποίος θα έχει ένα πρόβατο και, αν αυτό πέσει σε λάκκο
το σάββατο, δεν θα το πιάσει και δεν θα το βγάλει;
12 Λαβαίνοντάς
τα όλα υπόψη, πόσο πιο πολύ αξίζει ένας άνθρωπος από ένα πρόβατο! Είναι,
λοιπόν, νόμιμο να κάνει κάποιος κάτι καλό στη διάρκεια του σαββάτου».
13 Τότε
είπε στον άνθρωπο: «Τέντωσε το χέρι σου». Και εκείνος το τέντωσε, και αυτό
αποκαταστάθηκε και έγινε υγιές, όπως το άλλο χέρι.
14 Αλλά
οι Φαρισαίοι βγήκαν έξω και συνεννοήθηκαν εναντίον του για να τον
θανατώσουν. 15 Μαθαίνοντάς
το αυτό, ο Ιησούς αποχώρησε από εκεί. Και πολλοί τον ακολούθησαν, και τους
θεράπευσε όλους,
16 αλλά τους παρήγγειλε αυστηρά
να μην τον φανερώσουν·
17 για
να εκπληρωθεί αυτό που λέχθηκε μέσω του Ησαΐα του προφήτη, ο οποίος είπε:
18 «Δείτε!
Ο υπηρέτης μου τον οποίο εξέλεξα, ο αγαπητός μου, τον οποίο επιδοκίμασε η
ψυχή μου! Θα βάλω το πνεύμα μου πάνω του, και αυτός θα εξηγήσει καθαρά στα
έθνη τι είναι δικαιοσύνη.
19 Δεν
θα λογομαχήσει ούτε θα φωνάξει δυνατά ούτε θα ακούσει κανείς τη φωνή του
στους πλατιούς δρόμους.
20 Τσακισμένο
καλάμι δεν θα συντρίψει, και λινό φιτίλι που σιγοκαίει δεν θα σβήσει, μέχρι
να εξαποστείλει τη δικαιοσύνη με επιτυχία.
21
Και στο όνομά του θα ελπίσουν
έθνη».
22 Τότε
του έφεραν κάποιον δαιμονισμένο, τυφλό και βουβό· και τον θεράπευσε, ώστε ο
βουβός μίλησε και είδε.
23 Όλα,
λοιπόν, τα πλήθη έμειναν εκστατικά και άρχισαν να λένε: «Μήπως είναι αυτός ο
Γιος του Δαβίδ;»
24 Μόλις το άκουσαν αυτό, οι
Φαρισαίοι είπαν: «Αυτός ο άνθρωπος δεν εκβάλλει τους δαίμονες παρά μόνο μέσω
του Βεελζεβούλ, του άρχοντα των δαιμόνων».
25 Γνωρίζοντας
τις σκέψεις τους, τους είπε: «Κάθε βασίλειο που διαιρείται εναντίον του
εαυτού του ερημώνεται, και κάθε πόλη ή σπίτι που διαιρείται εναντίον του
εαυτού του δεν θα σταθεί.
26 Με
τον ίδιο τρόπο, αν ο Σατανάς εκβάλλει τον Σατανά, έχει διαιρεθεί εναντίον
του εαυτού του· πώς, λοιπόν, θα σταθεί το βασίλειό του;
27 Εξάλλου,
αν εγώ εκβάλλω τους δαίμονες μέσω του Βεελζεβούλ, οι γιοι σας μέσω τίνος
τους εκβάλλουν; Να γιατί αυτοί θα είναι κριτές σας.
28 Αλλά
αν μέσω του πνεύματος του Θεού εγώ εκβάλλω τους δαίμονες, η βασιλεία του
Θεού σάς έχει πράγματι καταφθάσει.
29 Ή,
πώς μπορεί κανείς να εισβάλει στο σπίτι ενός ισχυρού άντρα και να αρπάξει τα
κινητά του αγαθά αν δεν δέσει πρώτα τον ισχυρό άντρα; Και τότε θα λεηλατήσει
το σπίτι του. 30 Αυτός
που δεν είναι στο πλευρό μου είναι εναντίον μου, και αυτός που δεν μαζεύει
μαζί μου σκορπίζει.
31
»Γι’ αυτόν το λόγο σας λέω: Κάθε
είδους αμαρτία και βλασφημία θα συγχωρηθεί στους ανθρώπους, αλλά η βλασφημία
εναντίον του πνεύματος δεν θα συγχωρηθεί.
32 Παραδείγματος
χάρη, όποιος πει λόγο εναντίον του Γιου του ανθρώπου, θα του συγχωρηθεί·
αλλά όποιος πει εναντίον του αγίου πνεύματος, δεν θα του συγχωρηθεί ούτε σε
αυτό το σύστημα πραγμάτων ούτε σε εκείνο που πρόκειται να έρθει.
33 »Ή
να κάνετε το δέντρο καλό και τον καρπό του καλό ή να κάνετε το δέντρο σάπιο
και τον καρπό του σάπιο· διότι από τον καρπό του γνωρίζεται το δέντρο.
34 Γεννήματα
οχιάς, πώς μπορείτε να λέτε αγαθά πράγματα αφού είστε πονηροί; Διότι από την
αφθονία της καρδιάς μιλάει το στόμα.
35 Ο
αγαθός άνθρωπος από τον αγαθό θησαυρό του βγάζει αγαθά πράγματα, ενώ ο
πονηρός άνθρωπος από τον πονηρό θησαυρό του βγάζει πονηρά πράγματα.
36 Σας
λέω ότι κάθε ανώφελο λόγο τον οποίο θα πουν οι άνθρωποι, θα δώσουν
λογαριασμό για αυτόν στην Ημέρα της Κρίσης·
37 διότι
από τα λόγια σου θα ανακηρυχτείς δίκαιος, και από τα λόγια σου θα
καταδικαστείς».
38 Τότε,
απαντώντας σε αυτόν, μερικοί από τους γραμματείς και Φαρισαίους είπαν:
«Δάσκαλε, θέλουμε να δούμε σημείο από εσένα».
39 Αυτός
αποκρίθηκε και τους είπε: «Μια πονηρή και μοιχαλίδα γενιά ζητάει συνεχώς
σημείο, αλλά σημείο δεν θα της δοθεί εκτός από το σημείο του Ιωνά του
προφήτη. 40 Διότι
όπως ο Ιωνάς ήταν στην κοιλιά του τεράστιου ψαριού τρεις ημέρες και τρεις
νύχτες, έτσι θα είναι ο Γιος του ανθρώπου στην καρδιά της γης τρεις ημέρες
και τρεις νύχτες.
41
Οι Νινευίτες θα αναστηθούν στην κρίση μαζί
με αυτή τη γενιά και θα την καταδικάσουν· επειδή εκείνοι μετανόησαν με αυτό
που κήρυξε ο Ιωνάς, αλλά ορίστε! κάτι που είναι περισσότερο από τον Ιωνά
βρίσκεται εδώ. 42 Η
βασίλισσα του νότου θα εγερθεί στην κρίση μαζί με αυτή τη γενιά και θα την
καταδικάσει· επειδή εκείνη ήρθε από τα πέρατα της γης να ακούσει τη σοφία
του Σολομώντα, αλλά ορίστε! κάτι που είναι περισσότερο από τον Σολομώντα
βρίσκεται εδώ.
43 »Όταν
ένα ακάθαρτο πνεύμα βγαίνει από κάποιον άνθρωπο, περνάει μέσα από ξερότοπους
ψάχνοντας για τόπο ανάπαυσης, και δεν βρίσκει.
44 Τότε
λέει: “Θα γυρίσω στο σπίτι μου από το οποίο βγήκα”· και φτάνοντας το βρίσκει
ακατοίκητο αλλά σκουπισμένο και στολισμένο.
45 Τότε
πηγαίνει και παίρνει μαζί του εφτά άλλα πνεύματα πιο πονηρά από το ίδιο και,
αφού μπουν μέσα, κατοικούν εκεί· και οι τελικές περιστάσεις εκείνου του
ανθρώπου γίνονται χειρότερες από τις πρώτες. Έτσι θα γίνει και με αυτή την
πονηρή γενιά».
46 Ενώ
μιλούσε ακόμη στα πλήθη, η μητέρα του και οι αδελφοί του στάθηκαν έξω
ζητώντας να του μιλήσουν.
47 Κάποιος,
λοιπόν, του είπε: «Δες! Η μητέρα σου και οι αδελφοί σου στέκονται έξω,
ζητώντας να σου μιλήσουν».
48 Απαντώντας,
είπε σε αυτόν που του το έλεγε: «Ποια είναι η μητέρα μου, και ποιοι είναι οι
αδελφοί μου;» 49 Και
εκτείνοντας το χέρι του προς τους μαθητές του, είπε: «Να η μητέρα μου και οι
αδελφοί μου! 50 Διότι
όποιος κάνει το θέλημα του Πατέρα μου που είναι στον ουρανό, αυτός είναι
αδελφός και αδελφή και μητέρα μου».
13
Εκείνη την ημέρα ο Ιησούς, αφού έφυγε από το σπίτι, καθόταν κοντά στη
θάλασσα· 2 και
μεγάλα πλήθη συγκεντρώθηκαν κοντά του, ώστε αυτός επιβιβάστηκε σε ένα
πλοιάριο και κάθησε, και όλο το πλήθος στεκόταν στην ακρογιαλιά.
3 Τότε
τους μίλησε για πολλά πράγματα με παραβολές, λέγοντας: «Ο σπορέας βγήκε να
σπείρει· 4 και
καθώς έσπερνε, μερικοί σπόροι έπεσαν δίπλα στο δρόμο, και ήρθαν τα πουλιά
και τους έφαγαν. 5 Άλλοι
έπεσαν πάνω στους βραχώδεις τόπους όπου δεν είχαν πολύ χώμα, και αμέσως
φύτρωσαν, επειδή το χώμα δεν είχε βάθος.
6 Αλλά
όταν ανέτειλε ο ήλιος, κάηκαν και επειδή δεν είχαν ρίζα ξεράθηκαν.
7 Άλλοι,
επίσης, έπεσαν ανάμεσα στα αγκάθια, και τα αγκάθια ψήλωσαν και τους έπνιξαν.
8 Άλλοι
πάλι έπεσαν πάνω στο καλό χώμα και άρχισαν να αποδίδουν καρπό, αυτός εκατό
φορές περισσότερο, εκείνος εξήντα, ο άλλος τριάντα.
9 Αυτός
που έχει αφτιά ας ακούει».
10 Οι
μαθητές, λοιπόν, πλησίασαν και του είπαν: «Γιατί τους μιλάς με παραβολές;»
11
Απαντώντας αυτός είπε: «Σε εσάς έχει επιτραπεί να καταλάβετε τα ιερά μυστικά
της βασιλείας των ουρανών, αλλά σε εκείνους δεν έχει επιτραπεί.
12 Διότι
όποιος έχει, θα του δοθεί περισσότερο και θα έχει αφθονία· αλλά όποιος δεν
έχει, ακόμη και αυτό που έχει θα του αφαιρεθεί.
13 Να
γιατί τους μιλώ με παραβολές, επειδή, ενώ κοιτάζουν, κοιτάζουν μάταια και,
ενώ ακούν, ακούν μάταια και δεν συλλαμβάνουν το νόημα·
14 και
σε αυτούς εκπληρώνεται η προφητεία του Ησαΐα, η οποία λέει: “Με την ακοή θα
ακούσετε αλλά δεν πρόκειται να συλλάβετε το νόημα· και κοιτάζοντας θα
κοιτάξετε αλλά δεν πρόκειται να δείτε.
15 Διότι
η καρδιά αυτού του λαού έχει γίνει μη δεκτική, και με τα αφτιά τους έχουν
ακούσει χωρίς ανταπόκριση, και έχουν κλείσει τα μάτια τους, ώστε ποτέ να μη
δουν με τα μάτια τους και ακούσουν με τα αφτιά τους και συλλάβουν το νόημα
με την καρδιά τους και επιστρέψουν και τους γιατρέψω”.
16 »Ωστόσο,
ευτυχισμένα είναι τα μάτια σας επειδή βλέπουν, και τα αφτιά σας επειδή
ακούν. 17 Διότι
αληθινά σας λέω: Πολλοί προφήτες και δίκαιοι θέλησαν να δουν αυτά που
βλέπετε εσείς και δεν τα είδαν, και να ακούσουν αυτά που ακούτε εσείς και
δεν τα άκουσαν.
18 »Εσείς,
λοιπόν, ακούστε την παραβολή του ανθρώπου που έσπειρε.
19 Όταν
κάποιος ακούει το λόγο της βασιλείας αλλά δεν συλλαμβάνει το νόημα, έρχεται
ο πονηρός και αρπάζει αυτό που έχει σπαρθεί στην καρδιά του· αυτός είναι που
σπάρθηκε δίπλα στο δρόμο.
20 Εκείνος
δε που σπάρθηκε πάνω στους βραχώδεις τόπους είναι αυτός που ακούει το λόγο
και αμέσως τον δέχεται με χαρά.
21
Εντούτοις δεν έχει ρίζα μέσα του,
αλλά παραμένει για ένα χρονικό διάστημα, και αφού γίνει θλίψη ή διωγμός
εξαιτίας του λόγου, αμέσως σκανδαλίζεται.
22 Εκείνος
δε που σπάρθηκε ανάμεσα στα αγκάθια είναι αυτός που ακούει το λόγο, αλλά η
ανησυχία αυτού του συστήματος πραγμάτων και η απατηλή δύναμη του πλούτου
πνίγουν το λόγο, και αυτός γίνεται άκαρπος.
23 Όσο
για αυτόν που σπάρθηκε πάνω στο καλό χώμα, αυτός είναι που ακούει το λόγο
και συλλαμβάνει το νόημα, ο οποίος πράγματι καρποφορεί και παράγει, αυτός
εκατό φορές περισσότερο, εκείνος εξήντα, ο άλλος τριάντα».
24 Άλλη
παραβολή τούς παρουσίασε, λέγοντας: «Η βασιλεία των ουρανών έχει ομοιωθεί με
κάποιον άνθρωπο που έσπειρε καλό σπόρο στον αγρό του.
25 Ενώ
κοιμούνταν οι άνθρωποι, ήρθε ο εχθρός του και έσπειρε από πάνω ζιζάνια
ανάμεσα στο σιτάρι και έφυγε.
26 Όταν
βλάστησε το χόρτο και παρήγαγε καρπό, τότε φάνηκαν και τα ζιζάνια.
27 Πλησίασαν,
λοιπόν, οι δούλοι του οικοδεσπότη και του είπαν: “Κύριε, δεν έσπειρες καλό
σπόρο στον αγρό σου; Πώς γίνεται, τότε, να έχει ζιζάνια;”
28 Αυτός
τους είπε: “Εχθρός άνθρωπος το έκανε αυτό”. Εκείνοι του είπαν: “Θέλεις,
λοιπόν, να πάμε και να τα μαζέψουμε;”
29 Αυτός
είπε: “Όχι· μη τυχόν, ενώ μαζεύετε τα ζιζάνια, ξεριζώσετε μαζί με αυτά το
σιτάρι. 30 Αφήστε
να μεγαλώνουν και τα δύο μαζί μέχρι το θερισμό· και την εποχή του θερισμού
θα πω στους θεριστές: Πρώτα μαζέψτε τα ζιζάνια και δέστε τα σε δεμάτια για
να τα κατακάψετε· κατόπιν αρχίστε να μαζεύετε το σιτάρι στην αποθήκη μου”».
31
Άλλη παραβολή τούς παρουσίασε,
λέγοντας: «Η βασιλεία των ουρανών μοιάζει με κόκκο σιναπιού τον οποίο πήρε
κάποιος άνθρωπος και φύτεψε στον αγρό του·
32 ο
οποίος είναι μεν ο πιο μικροσκοπικός από όλους τους σπόρους αλλά όταν
μεγαλώσει είναι το πιο μεγάλο από τα λαχανικά και γίνεται δέντρο, ώστε τα
πουλιά του ουρανού έρχονται και φωλιάζουν ανάμεσα στα κλαδιά του».
33 Άλλη
παραβολή τούς είπε: «Η βασιλεία των ουρανών μοιάζει με προζύμι το οποίο πήρε
μια γυναίκα και έκρυψε σε τρία μεγάλα μέτρα αλεύρι, μέχρι που προκλήθηκε
ζύμωση σε όλη τη μάζα».
34 Όλα
αυτά τα είπε ο Ιησούς στα πλήθη με παραβολές. Και χωρίς παραβολή δεν τους
μιλούσε· 35 για
να εκπληρωθεί αυτό που λέχθηκε μέσω του προφήτη, ο οποίος είπε: «Θα ανοίξω
το στόμα μου με παραβολές, θα διαγγείλω πράγματα αποκρυμμένα από τον καιρό
της θεμελίωσης του κόσμου».
36 Τότε,
αφού διέλυσε τα πλήθη, μπήκε στο σπίτι. Και οι μαθητές του ήρθαν σε αυτόν
και είπαν: «Εξήγησέ μας την παραβολή των ζιζανίων στον αγρό».
37 Απαντώντας
αυτός είπε: «Ο σπορέας του καλού σπόρου είναι ο Γιος του ανθρώπου·
38 ο
αγρός είναι ο κόσμος· όσο για τον καλό σπόρο, αυτοί είναι οι γιοι της
βασιλείας· αλλά τα ζιζάνια είναι οι γιοι του πονηρού,
39 και
ο εχθρός που τα έσπειρε είναι ο Διάβολος. Ο θερισμός είναι η τελική περίοδος
ενός συστήματος πραγμάτων, και οι θεριστές είναι άγγελοι.
40 Όπως,
λοιπόν, μαζεύονται τα ζιζάνια και καίγονται με φωτιά, έτσι θα είναι στην
τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων.
41
Ο Γιος του ανθρώπου θα αποστείλει τους αγγέλους του, και αυτοί θα μαζέψουν
από τη βασιλεία του όλα όσα προξενούν σκάνδαλο καθώς και εκείνους που
πράττουν την ανομία,
42 και
θα τους ρίξουν στο πύρινο καμίνι. Εκεί θα είναι το κλάμα τους και το τρίξιμο
των δοντιών τους.
43 Εκείνον τον καιρό οι δίκαιοι
θα λάμψουν τόσο φωτεινά όσο ο ήλιος στη βασιλεία του Πατέρα τους. Αυτός που
έχει αφτιά ας ακούει.
44 »Η
βασιλεία των ουρανών μοιάζει με θησαυρό κρυμμένο στον αγρό, τον οποίο βρήκε
κάποιος άνθρωπος και έκρυψε· και από τη χαρά που έχει, πηγαίνει και πουλάει
όσα έχει και αγοράζει εκείνον τον αγρό.
45 »Πάλι,
η βασιλεία των ουρανών μοιάζει με περιοδεύοντα έμπορο που έψαχνε για καλά
μαργαριτάρια. 46 Μόλις
βρήκε ένα μαργαριτάρι μεγάλης αξίας, έφυγε και πούλησε αμέσως όλα όσα είχε
και το αγόρασε.
47 »Πάλι,
η βασιλεία των ουρανών μοιάζει με συρόμενο δίχτυ που ρίχτηκε στη θάλασσα και
μάζεψε ψάρια κάθε είδους.
48 Όταν
γέμισε, το τράβηξαν στην ακρογιαλιά και, αφού κάθησαν, μάζεψαν τα καλά μέσα
σε σκεύη, αλλά τα ακατάλληλα τα πέταξαν.
49 Έτσι
θα είναι στην τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων: Οι άγγελοι θα βγουν
και θα ξεχωρίσουν τους πονηρούς ανάμεσα από τους δικαίους
50 και
θα τους ρίξουν στο πύρινο καμίνι. Εκεί θα είναι το κλάμα τους και το τρίξιμο
των δοντιών τους.
51
»Συλλάβατε το νόημα όλων αυτών;» Εκείνοι του είπαν: «Ναι».
52 Τότε
τους είπε: «Αφού είναι έτσι, κάθε δημόσιος δάσκαλος, όταν διδάσκεται σχετικά
με τη βασιλεία των ουρανών, μοιάζει με άνθρωπο, οικοδεσπότη, ο οποίος βγάζει
από το θησαυροφυλάκιό του πράγματα καινούρια και παλιά».
53 Όταν,
λοιπόν, ο Ιησούς τελείωσε αυτές τις παραβολές, έφυγε από εκεί διασχίζοντας
την περιοχή. 54 Και
αφού ήρθε στον τόπο του, άρχισε να τους διδάσκει στη συναγωγή τους, ώστε
αυτοί έμεναν έκπληκτοι και έλεγαν: «Πού βρήκε αυτός ο άνθρωπος αυτή τη σοφία
και αυτά τα δυναμικά έργα;
55 Δεν
είναι αυτός ο γιος του ξυλουργού; Δεν ονομάζεται η μητέρα του Μαρία, και οι
αδελφοί του Ιάκωβος και Ιωσήφ και Σίμων και Ιούδας;
56 Και
οι αδελφές του δεν είναι όλες μαζί μας; Πού τα βρήκε, λοιπόν, αυτός ο
άνθρωπος όλα αυτά τα πράγματα;»
57 Γι’
αυτό, άρχισαν να σκανδαλίζονται με αυτόν. Αλλά ο Ιησούς τούς είπε: «Δεν
υπάρχει προφήτης χωρίς τιμή παρά μόνο στον τόπο του και στο ίδιο του το
σπίτι». 58 Και
δεν έκανε πολλά δυναμικά έργα εκεί εξαιτίας της απιστίας τους.
14
Εκείνον τον καιρό ο Ηρώδης, ο
περιφερειακός διοικητής, άκουσε τη φήμη για τον Ιησού
2 και
είπε στους υπηρέτες του: «Αυτός είναι ο Ιωάννης ο Βαφτιστής. Εγέρθηκε από
τους νεκρούς, και γι’ αυτόν το λόγο ενεργούν σε αυτόν τα δυναμικά έργα».
3 Διότι
ο Ηρώδης είχε συλλάβει τον Ιωάννη και τον είχε δέσει και τον είχε ρίξει στη
φυλακή εξαιτίας της Ηρωδιάδας, της συζύγου του Φιλίππου του αδελφού του.
4 Διότι
ο Ιωάννης τού έλεγε: «Δεν είναι νόμιμο να την έχεις εσύ».
5 Ωστόσο,
μολονότι ήθελε να τον σκοτώσει, φοβήθηκε το πλήθος, επειδή τον θεωρούσαν
προφήτη. 6 Αλλά
όταν γιορτάζονταν τα γενέθλια του Ηρώδη, η κόρη της Ηρωδιάδας χόρεψε εκεί
και άρεσε στον Ηρώδη τόσο πολύ
7 ώστε
αυτός υποσχέθηκε με όρκο να της δώσει οτιδήποτε ζητήσει.
8 Τότε
εκείνη, με την καθοδήγηση της μητέρας της, είπε: «Δώσε μου εδώ σε έναν δίσκο
το κεφάλι του Ιωάννη του Βαφτιστή».
9 Αν
και λυπήθηκε ο βασιλιάς, λαβαίνοντας υπόψη τους όρκους του και εκείνους που
πλάγιαζαν μπροστά στο τραπέζι με αυτόν, διέταξε να της δοθεί·
10 και
έστειλε να αποκεφαλίσουν τον Ιωάννη στη φυλακή.
11
Και έφεραν το κεφάλι του σε έναν δίσκο και το έδωσαν στο κορίτσι, και αυτή
το έφερε στη μητέρα της.
12 Τελικά,
ήρθαν οι μαθητές του και πήραν το πτώμα και τον έθαψαν, και πήγαν και το
ανέφεραν στον Ιησού.
13 Όταν
το άκουσε αυτό, ο Ιησούς αποσύρθηκε από εκεί με πλοιάριο σε κάποιον ερημικό
τόπο για απομόνωση· αλλά τα πλήθη, ακούγοντάς το, τον ακολούθησαν με τα
πόδια από τις πόλεις.
14 Και
όταν βγήκε, είδε ένα μεγάλο πλήθος· και τους σπλαχνίστηκε και θεράπευσε τους
αρρώστους τους. 15 Αλλά
όταν βράδιασε, ήρθαν σε αυτόν οι μαθητές του και είπαν: «Ο τόπος είναι
ερημικός και η ώρα είναι ήδη πολύ περασμένη· πες στα πλήθη να φύγουν, για να
πάνε στα χωριά και να αγοράσουν για τον εαυτό τους τρόφιμα».
16 Ωστόσο,
ο Ιησούς τούς είπε: «Δεν χρειάζεται να φύγουν: Δώστε τους εσείς να φάνε».
17 Εκείνοι
του είπαν: «Δεν έχουμε τίποτα εδώ παρά μόνο πέντε ψωμιά και δύο ψάρια».
18 Αυτός
είπε: «Φέρτε τα εδώ σε εμένα».
19 Έπειτα
έδωσε εντολή στα πλήθη να πλαγιάσουν στο χορτάρι, πήρε τα πέντε ψωμιά και τα
δύο ψάρια και, σηκώνοντας τα μάτια του προς τον ουρανό, είπε μια ευλογία
και, αφού έσπασε τα ψωμιά, τα μοίρασε στους μαθητές, οι δε μαθητές στα
πλήθη. 20 Έφαγαν,
λοιπόν, όλοι και χόρτασαν, και σήκωσαν το περίσσευμα από τα κομμάτια, δώδεκα
καλάθια γεμάτα. 21
Και όμως εκείνοι που έφαγαν ήταν
περίπου πέντε χιλιάδες άντρες εκτός από τις γυναίκες και τα μικρά παιδιά.
22 Τότε,
χωρίς καθυστέρηση, ανάγκασε τους μαθητές του να επιβιβαστούν στο πλοιάριο
και να πάνε πριν από αυτόν στην άλλη πλευρά, ενόσω ο ίδιος θα έλεγε στα
πλήθη να φύγουν.
23 Τελικά,
αφού είπε στα πλήθη να φύγουν, ανέβηκε ιδιαιτέρως στο βουνό για να
προσευχηθεί. Αν και είχε περάσει η ώρα, αυτός ήταν εκεί μόνος.
24 Τώρα
πια το πλοιάριο ήταν πολλές εκατοντάδες μέτρα μακριά από τη στεριά και
παράδερνε στα κύματα, επειδή ο άνεμος ήταν αντίθετος.
25 Αλλά
στη διάρκεια της τέταρτης φυλακής της νύχτας, αυτός ήρθε κοντά τους
περπατώντας πάνω στη θάλασσα.
26 Όταν
τον είδαν να περπατάει πάνω στη θάλασσα, οι μαθητές ταράχτηκαν και είπαν:
«Είναι οπτασία!» Και φώναξαν από το φόβο τους.
27 Αλλά
αμέσως ο Ιησούς τούς μίλησε, λέγοντας: «Πάρτε θάρρος, εγώ είμαι· μη
φοβάστε». 28 Ο
Πέτρος αποκρίθηκε και του είπε: «Κύριε, αν είσαι εσύ, δώσε μου εντολή να
έρθω σε εσένα πάνω στα νερά».
29 Αυτός
είπε: «Έλα!» Τότε ο Πέτρος, κατεβαίνοντας από το πλοιάριο, περπάτησε πάνω
στα νερά και πήγε προς τον Ιησού.
30 Αλλά
κοιτάζοντας την ανεμοθύελλα, φοβήθηκε και, αφού άρχισε να βουλιάζει, φώναξε:
«Κύριε, σώσε με!»
31
Απλώνοντας αμέσως το χέρι του, ο Ιησούς τον
έπιασε και του είπε: «Ολιγόπιστε, γιατί ενέδωσες στην αμφιβολία;»
32 Και
αφού ανέβηκαν στο πλοιάριο, κόπασε η ανεμοθύελλα.
33 Τότε
εκείνοι που ήταν στο πλοιάριο τον προσκύνησαν, λέγοντας: «Πράγματι είσαι
Γιος του Θεού». 34 Και
πέρασαν απέναντι και βγήκαν στη γη της Γεννησαρέτ.
35 Μόλις
τον αναγνώρισαν, οι άντρες εκείνου του τόπου έστειλαν μήνυμα σε όλη τη γύρω
περιοχή, και οι άνθρωποι του έφεραν όλους εκείνους που ήταν ασθενείς.
36 Και
τον ικέτευαν απλώς και μόνο να αγγίξουν τα κρόσσια του εξωτερικού του
ενδύματος· και όλοι εκείνοι που τα άγγιξαν έγιναν τελείως καλά.
15
Τότε ήρθαν στον Ιησού από την
Ιερουσαλήμ Φαρισαίοι και γραμματείς, λέγοντας:
2 «Γιατί
παραβαίνουν οι μαθητές σου την παράδοση των παλαιοτέρων; Παραδείγματος χάρη,
δεν πλένουν τα χέρια τους όταν πρόκειται να γευματίσουν».
3 Απαντώντας
αυτός τους είπε: «Γιατί και εσείς παραβαίνετε την εντολή του Θεού εξαιτίας
της παράδοσής σας;
4 Παραδείγματος
χάρη, ο Θεός είπε: “Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου”· και “Εκείνος που
εξυβρίζει πατέρα ή μητέρα να καταλήγει στο θάνατο”.
5 Αλλά
εσείς λέτε: “Όποιος πει στον πατέρα ή στη μητέρα του: «Ό,τι έχω με το οποίο
θα μπορούσες να ωφεληθείς από εμένα είναι δώρο αφιερωμένο στον Θεό»,
6 δεν
πρέπει να τιμάει τον πατέρα του καθόλου”. Και έτσι έχετε καταστήσει το λόγο
του Θεού άκυρο εξαιτίας της παράδοσής σας.
7 Υποκριτές,
σωστά προφήτευσε ο Ησαΐας για εσάς, όταν είπε:
8 “Αυτός
ο λαός με τιμάει με τα χείλη, όμως η καρδιά τους είναι πολύ απομακρυσμένη
από εμένα. 9 Μάταια
με λατρεύουν, επειδή διδάσκουν εντολές ανθρώπων ως δόγματα”».
10 Τότε
φώναξε κοντά το πλήθος και τους είπε: «Ακούστε και συλλάβετε το νόημα:
11
Δεν μολύνει τον άνθρωπο αυτό που
μπαίνει στο στόμα του· αλλά εκείνο που μολύνει τον άνθρωπο είναι αυτό που
βγαίνει από το στόμα του».
12 Τότε
πλησίασαν οι μαθητές και του είπαν: «Ξέρεις ότι οι Φαρισαίοι σκανδαλίστηκαν
όταν άκουσαν αυτό που είπες;»
13 Απαντώντας
αυτός είπε: «Κάθε φυτό που δεν φύτεψε ο ουράνιος Πατέρας μου θα ξεριζωθεί.
14 Αφήστε
τους. Τυφλοί οδηγοί είναι. Αν, λοιπόν, τυφλός οδηγεί τυφλό, και οι δύο θα
πέσουν σε λάκκο».
15 Ο Πέτρος αποκρίθηκε και του
είπε: «Διευκρίνισέ μας την παραβολή».
16 Τότε
αυτός είπε: «Και εσείς είστε ακόμη χωρίς κατανόηση;
17 Δεν
ξέρετε ότι καθετί που μπαίνει στο στόμα περνάει στα έντερα και αποβάλλεται
στον υπόνομο; 18 Ωστόσο,
αυτά που βγαίνουν από το στόμα εξέρχονται από την καρδιά, και εκείνα
μολύνουν τον άνθρωπο.
19 Παραδείγματος
χάρη, από την καρδιά εξέρχονται πονηροί διαλογισμοί, φόνοι, μοιχείες,
πορνείες, κλοπές, ψευδομαρτυρίες, βλασφημίες.
20 Αυτά
είναι που μολύνουν τον άνθρωπο· αλλά το να γευματίσει ο άνθρωπος με άπλυτα
χέρια δεν τον μολύνει».
21
Φεύγοντας από εκεί, ο Ιησούς
αποσύρθηκε στα μέρη της Τύρου και της Σιδώνας.
22 Και
μια Φοίνισσα γυναίκα από εκείνες τις περιοχές βγήκε και φώναζε δυνατά,
λέγοντας: «Ελέησέ με, Κύριε, Γιε του Δαβίδ! Η κόρη μου δαιμονίζεται άσχημα».
23 Αλλά
αυτός δεν της απάντησε λέξη. Οι μαθητές του, λοιπόν, πλησίασαν και άρχισαν
να τον παρακαλούν: «Πες της να φύγει· επειδή κραυγάζει πίσω μας».
24 Απαντώντας
αυτός είπε: «Δεν στάλθηκα σε κανέναν παρά μόνο στα χαμένα πρόβατα του οίκου
του Ισραήλ». 25 Όταν
ήρθε η γυναίκα, άρχισε να τον προσκυνάει, λέγοντας: «Κύριε, βοήθα με!»
26 Απαντώντας
αυτός είπε: «Δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το
ρίξει στα σκυλάκια».
27 Εκείνη
είπε: «Ναι, Κύριε· αλλά και τα σκυλάκια τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από
το τραπέζι των κυρίων τους».
28 Τότε
ο Ιησούς αποκρίθηκε και της είπε: «Ω! γυναίκα, μεγάλη είναι η πίστη σου· ας
γίνει σε εσένα όπως θέλεις». Και η κόρη της γιατρεύτηκε από εκείνη την ώρα.
29 Διασχίζοντας
την ύπαιθρο από εκεί, ο Ιησούς κατόπιν ήρθε κοντά στη θάλασσα της Γαλιλαίας
και, αφού ανέβηκε στο βουνό, καθόταν εκεί.
30 Τότε
τον πλησίασαν μεγάλα πλήθη που είχαν μαζί τους κουτσούς, κουλούς, τυφλούς,
βουβούς και άλλους πολλούς, και τους έριξαν στα πόδια του, και εκείνος τους
θεράπευσε· 31
ώστε το πλήθος θαύμασε βλέποντας
τους βουβούς να μιλούν και τους κουτσούς να περπατούν και τους τυφλούς να
βλέπουν, και δόξασαν τον Θεό του Ισραήλ.
32 Ο
δε Ιησούς φώναξε τους μαθητές του και είπε: «Σπλαχνίζομαι το πλήθος, επειδή
είναι ήδη τρεις ημέρες που μένουν μαζί μου και δεν έχουν τίποτα να φάνε· και
δεν θέλω να τους πω να φύγουν νηστικοί. Μπορεί να εξαντληθούν στο δρόμο».
33 Ωστόσο,
οι μαθητές τού είπαν: «Πού θα βρούμε εμείς σε αυτόν τον ερημικό τόπο αρκετά
ψωμιά για να χορτάσουμε τόσο πλήθος;»
34 Τότε
ο Ιησούς τούς είπε: «Πόσα ψωμιά έχετε;» Αυτοί είπαν: «Εφτά, και λίγα μικρά
ψάρια». 35 Αφού,
λοιπόν, έδωσε οδηγίες στο πλήθος να πλαγιάσουν στο έδαφος,
36 πήρε
τα εφτά ψωμιά και τα ψάρια και, αφού έκανε μια ευχαριστήρια προσευχή, τα
έσπασε και άρχισε να τα μοιράζει στους μαθητές, οι δε μαθητές στα πλήθη.
37 Και
όλοι έφαγαν και χόρτασαν, και σήκωσαν ως περίσσευμα από τα κομμάτια εφτά
γεμάτα καλάθια τροφίμων.
38 Και
όμως εκείνοι που έφαγαν ήταν τέσσερις χιλιάδες άντρες εκτός από τις γυναίκες
και τα μικρά παιδιά.
39 Τελικά,
αφού είπε στα πλήθη να φύγουν, μπήκε στο πλοιάριο και ήρθε στις περιοχές της
Μαγαδάν.
16
Και τον πλησίασαν οι Φαρισαίοι και
οι Σαδδουκαίοι και, για να τον βάλουν σε πειρασμό, του ζήτησαν να τους
δείξει σημείο από τον ουρανό.
2 Απαντώντας
τούς είπε: «[[Όταν βραδιάζει, λέτε: “Ο καιρός θα είναι αίθριος, γιατί ο
ουρανός είναι κόκκινος σαν τη φωτιά”·
3 και
το πρωί: “Θα είναι ψυχρός, βροχερός ο καιρός σήμερα, γιατί ο ουρανός είναι
κόκκινος σαν τη φωτιά αλλά σκοτεινιασμένος”. Ξέρετε να ερμηνεύετε την όψη
του ουρανού, τα σημεία των καιρών, όμως, δεν μπορείτε να τα ερμηνεύσετε.]]
4 Μια
πονηρή και μοιχαλίδα γενιά ζητάει συνεχώς σημείο, αλλά σημείο δεν θα της
δοθεί εκτός από το σημείο του Ιωνά». Τότε τους άφησε και έφυγε.
5 Και
οι μαθητές πέρασαν στην άλλη πλευρά και ξέχασαν να πάρουν ψωμιά.
6 Ο
Ιησούς τούς είπε: «Να έχετε τα μάτια σας ανοιχτά και να προσέχετε από το
προζύμι των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων».
7 Άρχισαν,
λοιπόν, να συζητούν μεταξύ τους, λέγοντας: «Δεν πήραμε ψωμιά».
8 Γνωρίζοντάς
το αυτό, ο Ιησούς είπε: «Γιατί κάνετε αυτή τη συζήτηση μεταξύ σας, επειδή
δεν έχετε ψωμιά, ολιγόπιστοι;
9 Δεν
διακρίνετε ακόμη το σημείο ούτε θυμάστε τα πέντε ψωμιά στην περίπτωση των
πέντε χιλιάδων και πόσα καλάθια σηκώσατε;
10 Ούτε
τα εφτά ψωμιά στην περίπτωση των τεσσάρων χιλιάδων και πόσα καλάθια τροφίμων
σηκώσατε; 11
Πώς γίνεται να μη διακρίνετε ότι
δεν σας μίλησα για ψωμιά; Να προσέχετε, όμως, από το προζύμι των Φαρισαίων
και των Σαδδουκαίων».
12 Τότε
κατάλαβαν ότι είπε να προσέχουν, όχι από το προζύμι των ψωμιών, αλλά από τη
διδασκαλία των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων.
13 Όταν
ο Ιησούς ήρθε στα μέρη της Καισάρειας του Φιλίππου, άρχισε να ρωτάει τους
μαθητές του: «Ποιος λένε οι άνθρωποι ότι είναι ο Γιος του ανθρώπου;»
14 Αυτοί
είπαν: «Μερικοί λένε ο Ιωάννης ο Βαφτιστής, άλλοι ο Ηλίας, και άλλοι ο
Ιερεμίας ή ένας από τους προφήτες».
15 Αυτός
τους είπε: «Εσείς, όμως, ποιος λέτε ότι είμαι;»
16 Απαντώντας
ο Σίμων Πέτρος είπε: «Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Γιος του ζωντανού Θεού».
17 Απαντώντας
ο Ιησούς τού είπε: «Ευτυχισμένος είσαι, Σίμων, γιε του Ιωνά, επειδή αυτό δεν
σου το αποκάλυψε σάρκα και αίμα αλλά ο Πατέρας μου που είναι στους ουρανούς.
18 Επίσης,
σου λέω: Εσύ είσαι ο Πέτρος, και πάνω σε αυτόν το βράχο θα οικοδομήσω την
εκκλησία μου, και οι πύλες του Άδη δεν θα υπερισχύσουν εναντίον της.
19 Θα
σου δώσω τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών, και οτιδήποτε δέσεις στη γη
θα είναι αυτό που έχει δεθεί στους ουρανούς, και οτιδήποτε λύσεις στη γη θα
είναι αυτό που έχει λυθεί στους ουρανούς».
20 Τότε
παρήγγειλε αυστηρά στους μαθητές να μην πουν σε κανέναν ότι αυτός ήταν ο
Χριστός.
21
Από τότε ο Ιησούς Χριστός άρχισε να δείχνει στους μαθητές του ότι πρέπει να
πάει στην Ιερουσαλήμ και να υποφέρει πολλά από τους πρεσβυτέρους και τους
πρωθιερείς και τους γραμματείς και να θανατωθεί και την τρίτη ημέρα να
εγερθεί. 22 Τότε
ο Πέτρος τον πήρε παράμερα και άρχισε να τον επιπλήττει, λέγοντας: «Να είσαι
καλός με τον εαυτό σου, Κύριε· δεν πρόκειται να σε βρει τέτοιο τέλος».
23 Αλλά
αυτός, γυρίζοντας την πλάτη του, είπε στον Πέτρο: «Πήγαινε πίσω μου, Σατανά!
Μου είσαι σκάνδαλο, επειδή σκέφτεσαι, όχι τις σκέψεις του Θεού, αλλά των
ανθρώπων».
24 Τότε
ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: «Αν κάποιος θέλει να έρθει πίσω μου, ας
απαρνηθεί τον εαυτό του και ας σηκώσει το ξύλο του βασανισμού του και ας με
ακολουθεί συνεχώς.
25 Διότι
όποιος θέλει να σώσει την ψυχή του θα τη χάσει· αλλά όποιος χάσει την ψυχή
του για χάρη μου θα τη βρει.
26 Διότι
τι θα ωφελήσει τον άνθρωπο αν κερδίσει όλο τον κόσμο αλλά ζημιωθεί την ψυχή
του; Ή τι θα δώσει ο άνθρωπος σε αντάλλαγμα για την ψυχή του;
27 Διότι
ο Γιος του ανθρώπου μέλλει να έρθει με τη δόξα του Πατέρα του μαζί με τους
αγγέλους του, και τότε θα αμείψει τον καθένα σύμφωνα με τη συμπεριφορά του.
28 Αληθινά
σας λέω ότι υπάρχουν μερικοί από αυτούς που στέκονται εδώ οι οποίοι δεν
πρόκειται να γευτούν θάνατο, μέχρι να δουν πρώτα τον Γιο του ανθρώπου να
έρχεται στη βασιλεία του».
17
Έξι ημέρες αργότερα, ο Ιησούς
πήρε μαζί του τον Πέτρο και τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη τον αδελφό του και
τους ανέβασε σε ένα ψηλό βουνό ιδιαιτέρως.
2 Και
μεταμορφώθηκε μπροστά τους, και το πρόσωπό του έλαμψε όπως ο ήλιος, και τα
εξωτερικά του ενδύματα έγιναν λαμπρά όπως το φως.
3 Και
τότε εμφανίστηκε σε αυτούς ο Μωυσής και ο Ηλίας συνομιλώντας μαζί του.
4 Ο
Πέτρος αποκρίθηκε και είπε στον Ιησού: «Κύριε, καλό είναι να είμαστε εδώ. Αν
θέλεις, θα στήσω τρεις σκηνές εδώ, μία για εσένα και μία για τον Μωυσή και
μία για τον Ηλία».
5 Ενώ
μιλούσε ακόμη, τους επισκίασε ένα φωτεινό σύννεφο και ακούστηκε μια φωνή
μέσα από το σύννεφο, η οποία έλεγε: «Αυτός είναι ο Γιος μου ο αγαπητός, τον
οποίο έχω επιδοκιμάσει· να τον ακούτε».
6 Μόλις
το άκουσαν αυτό, οι μαθητές έπεσαν με το πρόσωπο κάτω και φοβήθηκαν πάρα
πολύ. 7 Τότε
ο Ιησούς ήρθε κοντά και, αγγίζοντάς τους, είπε: «Σηκωθείτε και μη φοβάστε».
8 Όταν
σήκωσαν τα μάτια τους, δεν είδαν κανέναν παρά μόνο τον ίδιο τον Ιησού.
9 Και
καθώς κατέβαιναν από το βουνό, ο Ιησούς τούς έδωσε εντολή, λέγοντας: «Μην
πείτε το όραμα σε κανέναν μέχρι να εγερθεί ο Γιος του ανθρώπου από τους
νεκρούς».
10 Ωστόσο,
οι μαθητές τού υπέβαλαν την ερώτηση: «Γιατί, λοιπόν, λένε οι γραμματείς ότι
πρέπει πρώτα να έρθει ο Ηλίας;»
11
Απαντώντας αυτός είπε: «Ο Ηλίας
μεν έρχεται και θα αποκαταστήσει τα πάντα.
12 Ωστόσο,
σας λέω ότι ο Ηλίας έχει ήδη έρθει και δεν τον αναγνώρισαν, αλλά έκαναν σε
αυτόν όσα ήθελαν. Με αυτόν τον τρόπο και ο Γιος του ανθρώπου μέλλει να
υποφέρει στα χέρια τους».
13 Τότε
οι μαθητές αντιλήφθηκαν ότι τους μίλησε για τον Ιωάννη τον Βαφτιστή.
14 Και
όταν ήρθαν προς το πλήθος, τον πλησίασε κάποιος άνθρωπος γονατίζοντας
μπροστά του και λέγοντας:
15 «Κύριε,
ελέησε το γιο μου, γιατί είναι επιληπτικός και ασθενής, επειδή πέφτει συχνά
στη φωτιά και συχνά στο νερό·
16 και
τον έφερα στους μαθητές σου, αλλά δεν μπόρεσαν να τον θεραπεύσουν».
17 Απαντώντας
ο Ιησούς είπε: «Άπιστη και διεστραμμένη γενιά, ως πότε θα πρέπει να μένω
μαζί σας; Ως πότε θα πρέπει να σας ανέχομαι; Φέρτε τον εδώ σε εμένα».
18 Τότε
ο Ιησούς επέπληξε το δαίμονα, και ο δαίμονας βγήκε από αυτόν· και το αγόρι
θεραπεύτηκε από εκείνη την ώρα.
19 Κατόπιν
οι μαθητές πλησίασαν ιδιαιτέρως τον Ιησού και είπαν: «Γιατί εμείς δεν
μπορέσαμε να τον εκβάλουμε;»
20 Εκείνος
τους είπε: «Εξαιτίας της ολιγοπιστίας σας. Διότι αληθινά σας λέω: Αν έχετε
πίστη στο μέγεθος ενός κόκκου σιναπιού, θα πείτε σε αυτό το βουνό:
“Μετακινήσου από εδώ εκεί”, και θα μετακινηθεί, και τίποτα δεν θα είναι
αδύνατον για εσάς».
21——
22 Τον
καιρό που ήταν συγκεντρωμένοι στη Γαλιλαία, ο Ιησούς τούς είπε: «Ο Γιος του
ανθρώπου μέλλει να παραδοθεί με προδοσία σε χέρια ανθρώπων,
23 και
θα τον θανατώσουν, και την τρίτη ημέρα θα εγερθεί». Και αυτοί λυπήθηκαν πάρα
πολύ.
24 Αφού
έφτασαν στην Καπερναούμ, πλησίασαν τον Πέτρο οι άντρες που εισέπρατταν [το
φόρο] των δύο δραχμών και είπαν: «Δεν πληρώνει ο δάσκαλός σας [το φόρο] των
δύο δραχμών;» 25 Αυτός
είπε: «Ναι». Ωστόσο, όταν μπήκε στο σπίτι, τον πρόλαβε ο Ιησούς, λέγοντας:
«Τι νομίζεις, Σίμων; Από ποιους λαβαίνουν οι βασιλιάδες της γης δασμούς ή
κεφαλικό φόρο; Από τους γιους τους ή από τους ξένους;»
26 Όταν
αυτός είπε: «Από τους ξένους», ο Ιησούς τού είπε: «Άρα λοιπόν, οι γιοι
απαλλάσσονται από το φόρο.
27 Αλλά
για να μη γίνουμε αιτία να σκανδαλιστούν, πήγαινε στη θάλασσα, ρίξε αγκίστρι
και πάρε το πρώτο ψάρι που θα βγει και, όταν ανοίξεις το στόμα του, θα βρεις
ένα νόμισμα του ενός στατήρα. Πάρε το και δώσε το σε αυτούς για εμένα και
εσένα».
18
Εκείνη την ώρα πλησίασαν οι μαθητές τον Ιησού και είπαν: «Ποιος είναι άραγε
ο μεγαλύτερος στη βασιλεία των ουρανών;»
2 Αυτός,
λοιπόν, φωνάζοντας ένα μικρό παιδί, το έβαλε ανάμεσά τους
3 και
είπε: «Αληθινά σας λέω: Αν δεν μεταστραφείτε και δεν γίνετε όπως τα μικρά
παιδιά, δεν πρόκειται να μπείτε στη βασιλεία των ουρανών.
4 Όποιος,
λοιπόν, ταπεινώσει τον εαυτό του σαν αυτό το μικρό παιδί, εκείνος είναι ο
μεγαλύτερος στη βασιλεία των ουρανών·
5 και
όποιος δεχτεί ένα τέτοιο μικρό παιδί με βάση το όνομά μου, δέχεται και
εμένα. 6 Αλλά
όποιος σκανδαλίσει έναν από αυτούς τους μικρούς που θέτουν πίστη σε εμένα,
είναι πιο ωφέλιμο για αυτόν να του κρεμαστεί γύρω από το λαιμό του μια
μυλόπετρα, σαν αυτήν που τη γυρίζει ένα γαϊδούρι, και να καταποντιστεί στο
πέλαγος της θάλασσας.
7 »Αλίμονο
στον κόσμο εξαιτίας των σκανδάλων! Φυσικά, τα σκάνδαλα πρέπει αναγκαστικά να
έρθουν, αλλά αλίμονο στον άνθρωπο μέσω του οποίου έρχεται το σκάνδαλο!
8 Αν,
λοιπόν, το χέρι σου ή το πόδι σου σε σκανδαλίζει, κόψε το και πέταξέ το
μακριά σου· είναι καλύτερο για εσένα να μπεις στη ζωή κουλός ή κουτσός παρά
να ριχτείς με δύο χέρια ή δύο πόδια στην αιώνια φωτιά.
9 Επίσης,
αν το μάτι σου σε σκανδαλίζει, βγάλε το και πέταξέ το μακριά σου· είναι
καλύτερο για εσένα να μπεις μονόφθαλμος στη ζωή παρά να ριχτείς με δύο μάτια
στην πύρινη Γέεννα.
10 Κοιτάξτε
να μην καταφρονήσετε ούτε έναν από αυτούς τους μικρούς· διότι σας λέω ότι οι
άγγελοί τους στον ουρανό πάντοτε βλέπουν το πρόσωπο του Πατέρα μου που είναι
στον ουρανό. 11——
12 »Τι
νομίζετε; Αν κάποιος άνθρωπος έχει εκατό πρόβατα και ένα από αυτά
ξεστρατίσει, δεν θα αφήσει τα ενενήντα εννιά πάνω στα βουνά και δεν θα
αρχίσει να αναζητάει αυτό που έχει ξεστρατίσει;
13 Και
αν το βρει, σίγουρα σας λέω ότι χαίρεται περισσότερο για αυτό παρά για τα
ενενήντα εννιά που δεν έχουν ξεστρατίσει.
14 Παρόμοια,
δεν είναι επιθυμητό ενώπιον του Πατέρα μου που είναι στον ουρανό να
αφανιστεί ούτε ένα από αυτά τα μικρά.
15 »Επιπλέον,
αν ο αδελφός σου διαπράξει αμαρτία, πήγαινε και έκθεσε ξεκάθαρα το σφάλμα
του ανάμεσα σε εσένα και σε αυτόν μόνο. Αν σε ακούσει, έχεις κερδίσει τον
αδελφό σου. 16 Αλλά
αν δεν ακούσει, πάρε μαζί σου έναν ή δύο ακόμη, για να εδραιωθεί κάθε ζήτημα
με το στόμα δύο ή τριών μαρτύρων.
17 Αν
δεν τους ακούσει αυτούς, μίλησε στην εκκλησία. Αν δεν ακούσει ούτε την
εκκλησία, ας είναι για εσένα όπως ο εθνικός και ο εισπράκτορας φόρων.
18 »Αληθινά
σας λέω: Οποιαδήποτε πράγματα δέσετε στη γη θα είναι πράγματα που έχουν
δεθεί στον ουρανό, και οποιαδήποτε πράγματα λύσετε στη γη θα είναι πράγματα
που έχουν λυθεί στον ουρανό.
19 Πάλι
αληθινά σας λέω: Αν δύο από εσάς στη γη συμφωνήσουν σχετικά με οτιδήποτε
σπουδαίο το οποίο θα ζητήσουν, θα γίνει για αυτούς, χάρη στον Πατέρα μου που
είναι στον ουρανό.
20 Διότι
όπου υπάρχουν δύο ή τρεις συναθροισμένοι στο όνομά μου, εκεί είμαι εγώ
ανάμεσά τους».
21
Τότε πλησίασε ο Πέτρος και του
είπε: «Κύριε, πόσες φορές αν αμαρτήσει εναντίον μου ο αδελφός μου θα πρέπει
να τον συγχωρήσω; Μέχρι εφτά φορές;»
22 Ο
Ιησούς τού είπε: «Σου λέω, “όχι μέχρι εφτά φορές” αλλά “μέχρι εβδομήντα εφτά
φορές”.
23 »Γι’
αυτό, η βασιλεία των ουρανών έχει ομοιωθεί με άνθρωπο, βασιλιά, ο οποίος
θέλησε να τακτοποιήσει τους λογαριασμούς με τους δούλους του.
24 Όταν
άρχισε να τους τακτοποιεί, έφεραν κάποιον που του χρωστούσε δέκα χιλιάδες
τάλαντα [=60.000.000
δηνάρια]. 25 Αλλά
επειδή αυτός δεν είχε τρόπο να τα ξεπληρώσει, ο κύριός του πρόσταξε να
πουληθεί αυτός και η σύζυγός του και τα παιδιά του και όλα όσα είχε, και να
γίνει η πληρωμή.
26 Ο δούλος, λοιπόν, έπεσε κάτω
και άρχισε να τον προσκυνάει, λέγοντας: “Κάνε υπομονή μαζί μου και θα σου
ξεπληρώσω τα πάντα”.
27 Νιώθοντας
τότε ευσπλαχνία, ο κύριος εκείνου του δούλου τον απάλλαξε και διέγραψε το
χρέος του. 28 Αλλά
εκείνος ο δούλος βγήκε έξω και βρήκε έναν από τους συνδούλους του, ο οποίος
του χρωστούσε εκατό δηνάρια· και αρπάζοντάς τον, άρχισε να τον πνίγει,
λέγοντας: “Ξεπλήρωσε ό,τι χρωστάς”.
29 Ο
σύνδουλός του, λοιπόν, έπεσε κάτω και άρχισε να τον ικετεύει, λέγοντας:
“Κάνε υπομονή μαζί μου και θα σου τα ξεπληρώσω”.
30 Ωστόσο,
αυτός δεν ήθελε, αλλά έφυγε και έβαλε να τον ρίξουν στη φυλακή μέχρι να
ξεπληρώσει ό,τι χρωστούσε.
31
Όταν, λοιπόν, οι σύνδουλοί του
είδαν όσα είχαν συμβεί, λυπήθηκαν πάρα πολύ και πήγαν και εξήγησαν καθαρά
στον κύριό τους όλα όσα είχαν συμβεί.
32 Τότε
ο κύριός του τον κάλεσε και του είπε: “Πονηρέ δούλε, εγώ σου διέγραψα όλο
εκείνο το χρέος όταν με ικέτευσες.
33 Δεν
έπρεπε και εσύ να είχες ελεήσει το σύνδουλό σου όπως σε ελέησα και εγώ;”
34 Τότε
εξοργισμένος ο κύριός του τον παρέδωσε στους δεσμοφύλακες μέχρι να
ξεπληρώσει όλο το χρέος.
35 Με
όμοιο τρόπο θα σας φερθεί και ο ουράνιος Πατέρας μου αν δεν συγχωρήσετε ο
καθένας τον αδελφό του από την καρδιά σας».
19
Αφού ο Ιησούς τελείωσε αυτά τα
λόγια, έφυγε από τη Γαλιλαία και ήρθε στα σύνορα της Ιουδαίας στην απέναντι
πλευρά του Ιορδάνη.
2 Και
τον ακολούθησαν μεγάλα πλήθη, και τους θεράπευσε εκεί.
3 Και
τον πλησίασαν Φαρισαίοι έχοντας σκοπό να τον βάλουν σε πειρασμό και
λέγοντας: «Είναι νόμιμο να διαζευχθεί ένας άνθρωπος τη σύζυγό του για
οποιαδήποτε αιτία;»
4 Απαντώντας
αυτός είπε: «Δεν διαβάσατε ότι αυτός που τους δημιούργησε από την αρχή τούς
έκανε αρσενικό και θηλυκό
5 και
είπε: “Γι’ αυτόν το λόγο ο άνθρωπος θα αφήσει τον πατέρα του και τη μητέρα
του και θα προσκολληθεί στη σύζυγό του, και οι δύο θα είναι μία σάρκα”;
6 Ώστε
δεν είναι πια δύο, αλλά μία σάρκα. Άρα λοιπόν, αυτό που ο Θεός συνέζευξε,
άνθρωπος να μην το χωρίζει».
7 Αυτοί
του είπαν: «Γιατί, λοιπόν, όρισε ο Μωυσής να της δώσει κανείς πιστοποιητικό
αποπομπής και να τη διαζευχθεί;»
8 Αυτός
τους είπε: «Ο Μωυσής λαβαίνοντας υπόψη τη σκληροκαρδία σας σάς έκανε την
παραχώρηση να διαζεύγεστε τις συζύγους σας, αλλά δεν ήταν έτσι τα πράγματα
από την αρχή. 9 Σας
λέω ότι όποιος διαζευχθεί τη σύζυγό του, εκτός εξαιτίας πορνείας, και
παντρευτεί άλλη μοιχεύει».
10 Οι
μαθητές τού είπαν: «Αν αυτή είναι η κατάσταση του ανθρώπου με τη σύζυγό του,
δεν συνιστάται να παντρευτεί κάποιος».
11
Αυτός τους είπε: «Δεν αφήνουν
όλοι χώρο για αυτά τα λόγια, αλλά μόνο όσοι έχουν το χάρισμα.
12 Διότι
υπάρχουν ευνούχοι που γεννήθηκαν έτσι από την κοιλιά της μητέρας τους, και
υπάρχουν ευνούχοι που ευνουχίστηκαν από τους ανθρώπους, και υπάρχουν
ευνούχοι που έχουν ευνουχίσει τον εαυτό τους για χάρη της βασιλείας των
ουρανών. Αυτός που μπορεί να αφήσει χώρο για αυτό ας αφήσει χώρο για αυτό».
13 Τότε
του έφεραν παιδάκια για να βάλει τα χέρια του πάνω σε αυτά και να
προσευχηθεί· αλλά οι μαθητές τα επιτίμησαν.
14 Ο
Ιησούς, ωστόσο, είπε: «Αφήστε τα παιδάκια και μην τα εμποδίζετε να έρθουν σε
εμένα, γιατί σε τέτοιου είδους άτομα ανήκει η βασιλεία των ουρανών».
15 Και
έβαλε τα χέρια του πάνω σε αυτά και έφυγε από εκεί.
16 Τότε
τον πλησίασε κάποιος και είπε: «Δάσκαλε, τι αγαθό πρέπει να κάνω για να
αποκτήσω αιώνια ζωή;»
17 Αυτός
του είπε: «Γιατί με ρωτάς σχετικά με το αγαθό; Ένας είναι ο αγαθός. Αν όμως
θέλεις να μπεις στη ζωή, να τηρείς τις εντολές».
18 Εκείνος
του είπε: «Ποιες;» Ο Ιησούς είπε: «Το, Δεν πρέπει να διαπράξεις φόνο, Δεν
πρέπει να μοιχεύσεις, Δεν πρέπει να κλέψεις, Δεν πρέπει να ψευδομαρτυρήσεις,
19 Τίμα
τον πατέρα σου και τη μητέρα σου, και, Πρέπει να αγαπάς τον πλησίον σου όπως
τον εαυτό σου». 20 Ο
νεαρός τού είπε: «Τα έχω τηρήσει όλα αυτά· τι μου λείπει ακόμη;»
21
Ο Ιησούς τού είπε: «Αν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε να πουλήσεις τα
υπάρχοντά σου και δώσε τα στους φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό στον ουρανό·
και έλα να γίνεις ακόλουθός μου».
22 Όταν
ο νεαρός άκουσε αυτά τα λόγια, έφυγε λυπημένος, γιατί είχε πολλά αποκτήματα.
23 Ο
δε Ιησούς είπε στους μαθητές του: «Αληθινά σας λέω ότι θα είναι δύσκολο να
μπει πλούσιος στη βασιλεία των ουρανών.
24 Πάλι
σας λέω: Ευκολότερο είναι να περάσει καμήλα μέσα από την τρύπα μιας βελόνας
παρά να μπει πλούσιος στη βασιλεία του Θεού».
25 Όταν
οι μαθητές το άκουσαν αυτό, εξέφρασαν πολύ μεγάλη έκπληξη, λέγοντας: «Ποιος
άραγε είναι δυνατόν να σωθεί;»
26 Κοιτάζοντάς
τους κατάματα, ο Ιησούς τούς είπε: «Για τους ανθρώπους αυτό είναι αδύνατον,
αλλά για τον Θεό τα πάντα είναι δυνατά».
27 Τότε
ο Πέτρος, απαντώντας, του είπε: «Δες! Εμείς αφήσαμε τα πάντα και σε
ακολουθήσαμε· τι θα γίνει, λοιπόν, με εμάς;»
28 Ο
Ιησούς τούς είπε: «Αληθινά σας λέω: Στην αναδημιουργία, όταν ο Γιος του
ανθρώπου καθήσει στον ένδοξο θρόνο του, και εσείς επίσης που με ακολουθήσατε
θα καθήσετε σε δώδεκα θρόνους, κρίνοντας τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ.
29 Και
όποιος άφησε σπίτια ή αδελφούς ή αδελφές ή πατέρα ή μητέρα ή παιδιά ή αγρούς
για χάρη του ονόματός μου θα λάβει πολλές φορές περισσότερα και θα
κληρονομήσει αιώνια ζωή.
30 »Αλλά
πολλοί που είναι πρώτοι θα είναι τελευταίοι και οι τελευταίοι πρώτοι.
20
»Διότι η βασιλεία των ουρανών
μοιάζει με άνθρωπο, οικοδεσπότη, ο οποίος βγήκε έξω νωρίς το πρωί για να
μισθώσει εργάτες για το αμπέλι του.
2 Αφού
συμφώνησε με τους εργάτες για ένα δηνάριο την ημέρα, τους έστειλε στο αμπέλι
του. 3 Βγαίνοντας
έξω και την τρίτη ώρα περίπου, είδε άλλους να στέκονται άνεργοι στην αγορά·
4 και
σε εκείνους είπε: “Πηγαίνετε και εσείς στο αμπέλι, και ό,τι είναι δίκαιο θα
σας το δώσω”. 5 Εκείνοι,
λοιπόν, πήγαν. Πάλι βγήκε έξω περίπου την έκτη και την ένατη ώρα και έκανε
το ίδιο. 6 Τελικά,
περίπου την ενδέκατη ώρα βγήκε έξω και βρήκε άλλους να στέκονται, και τους
είπε: “Γιατί στέκεστε εδώ όλη την ημέρα άνεργοι;”
7 Εκείνοι
του είπαν: “Επειδή κανείς δεν μας έχει μισθώσει”. Αυτός τους είπε:
“Πηγαίνετε και εσείς στο αμπέλι”.
8 »Όταν
βράδιασε, ο ιδιοκτήτης του αμπελιού είπε στον επίτροπό του: “Φώναξε τους
εργάτες και πλήρωσέ τους το μισθό τους, αρχίζοντας από τους τελευταίους και
φτάνοντας στους πρώτους”.
9 Όταν
ήρθαν οι άντρες της ενδέκατης ώρας, έλαβαν ο καθένας ένα δηνάριο.
10 Όταν
ήρθαν, λοιπόν, οι πρώτοι, συμπέραναν ότι θα λάβαιναν περισσότερα· αλλά και
αυτοί έλαβαν αμοιβή από ένα δηνάριο ο καθένας.
11
Μόλις το έλαβαν, άρχισαν να γογγύζουν εναντίον του οικοδεσπότη
12 και
είπαν: “Αυτοί οι τελευταίοι πρόσφεραν εργασία μιας ώρας· και όμως τους
έκανες ίσους με εμάς που βαστάξαμε το βάρος της ημέρας και τη φοβερή ζέστη!”
13 Αλλά
απαντώντας σε έναν από αυτούς, εκείνος είπε: “Άνθρωπε, δεν σε αδικώ. Δεν
συμφώνησες μαζί μου για ένα δηνάριο;
14 Πάρε
αυτό που είναι δικό σου και πήγαινε. Εγώ θέλω να δώσω σε αυτόν τον τελευταίο
ό,τι και σε εσένα.
15 Δεν
είναι νόμιμο να κάνω ό,τι θέλω με τα δικά μου πράγματα; Ή είναι το μάτι σου
πονηρό επειδή εγώ είμαι αγαθός;”
16 Με
αυτόν τον τρόπο οι τελευταίοι θα είναι πρώτοι και οι πρώτοι τελευταίοι».
17 Καθώς
επρόκειτο να ανεβεί στην Ιερουσαλήμ, ο Ιησούς πήρε τους δώδεκα μαθητές
ιδιαιτέρως και στο δρόμο τούς είπε:
18 «Δείτε!
Ανεβαίνουμε στην Ιερουσαλήμ, και ο Γιος του ανθρώπου θα παραδοθεί στους
πρωθιερείς και στους γραμματείς, και αυτοί θα τον καταδικάσουν σε θάνατο
19 και
θα τον παραδώσουν σε εθνικούς για να τον περιπαίξουν και να τον μαστιγώσουν
και να τον κρεμάσουν στο ξύλο, και την τρίτη ημέρα θα εγερθεί».
20 Τότε
τον πλησίασε η μητέρα των γιων του Ζεβεδαίου μαζί με τους γιους της,
προσκυνώντας και ζητώντας κάτι από αυτόν.
21
Αυτός της είπε: «Τι θέλεις;»
Εκείνη του είπε: «Πες να καθήσουν αυτοί οι δύο γιοι μου ένας στα δεξιά σου
και ένας στα αριστερά σου, στη βασιλεία σου».
22 Ο
Ιησούς είπε απαντώντας: «Δεν ξέρετε τι ζητάτε. Μπορείτε να πιείτε το ποτήρι
που πρόκειται να πιω εγώ;» Αυτοί του είπαν: «Μπορούμε».
23 Αυτός
τους είπε: «Το ποτήρι μου βέβαια θα το πιείτε, αλλά το να καθήσει κανείς στα
δεξιά μου και στα αριστερά μου δεν εναπόκειται σε εμένα να το δώσω, αλλά
ανήκει σε εκείνους για τους οποίους έχει ετοιμαστεί από τον Πατέρα μου».
24 Όταν
το άκουσαν αυτό οι άλλοι δέκα, αγανάκτησαν με τα δύο αδέλφια.
25 Αλλά
ο Ιησούς, αφού τους κάλεσε, είπε: «Ξέρετε ότι οι άρχοντες των εθνών τα
καταδυναστεύουν και οι μεγάλοι τα κατεξουσιάζουν.
26 Δεν
είναι έτσι τα πράγματα μεταξύ σας· αλλά όποιος θέλει να γίνει μεγάλος μεταξύ
σας πρέπει να είναι διάκονός σας,
27 και
όποιος θέλει να είναι πρώτος μεταξύ σας πρέπει να είναι δούλος σας.
28 Ακριβώς
όπως ο Γιος του ανθρώπου ήρθε, όχι για να τον διακονήσουν, αλλά για να
διακονήσει και να δώσει την ψυχή του λύτρο σε αντάλλαγμα για πολλούς».
29 Και
καθώς έβγαιναν από την Ιεριχώ, τον ακολούθησε μεγάλο πλήθος.
30 Τότε
δύο τυφλοί που κάθονταν δίπλα στο δρόμο άκουσαν ότι περνούσε ο Ιησούς και
κραύγασαν, λέγοντας: «Κύριε, ελέησέ μας, Γιε του Δαβίδ!»
31
Αλλά το πλήθος τούς είπε αυστηρά
να σωπάσουν· εντούτοις αυτοί κραύγαζαν όλο και πιο δυνατά, λέγοντας: «Κύριε,
ελέησέ μας, Γιε του Δαβίδ!»
32 Ο
Ιησούς, λοιπόν, σταμάτησε, τους φώναξε και είπε: «Τι θέλετε να κάνω για
εσάς;» 33 Αυτοί
του είπαν: «Κύριε, ας ανοιχτούν τα μάτια μας».
34 Νιώθοντας
ευσπλαχνία, ο Ιησούς άγγιξε τα μάτια τους, και αυτοί απέκτησαν αμέσως την
όρασή τους και τον ακολούθησαν.
21
Και όταν πλησίασαν στην
Ιερουσαλήμ και έφτασαν στη Βηθφαγή, στο Όρος των Ελαιών, τότε έστειλε ο
Ιησούς δύο μαθητές,
2 λέγοντάς
τους: «Πηγαίνετε στο χωριό που φαίνεται και θα βρείτε αμέσως ένα θηλυκό
γαϊδούρι δεμένο, και μαζί του ένα πουλάρι· λύστε τα και φέρτε τα σε εμένα.
3 Και
αν κάποιος σας πει κάτι, πρέπει να πείτε: “Ο Κύριος τα χρειάζεται”. Τότε θα
τα στείλει αμέσως».
4 Αυτό,
όμως, έγινε για να εκπληρωθεί εκείνο που λέχθηκε μέσω του προφήτη, ο οποίος
είπε: 5 «Πείτε
στην κόρη της Σιών: “Δες! Ο Βασιλιάς σου έρχεται σε εσένα πράος και
ανεβασμένος σε γαϊδούρι, ναι, σε πουλάρι, σε γέννημα υποζυγίου”».
6 Οι
μαθητές, λοιπόν, πήγαν και έκαναν ό,τι τους πρόσταξε ο Ιησούς.
7 Και
έφεραν το γαϊδούρι και το πουλάρι του και έβαλαν πάνω σε αυτά τα εξωτερικά
τους ενδύματα, και αυτός κάθησε πάνω τους.
8 Οι
περισσότεροι από το πλήθος έστρωσαν τα εξωτερικά τους ενδύματα στο δρόμο,
ενώ άλλοι άρχισαν να κόβουν κλαδιά από τα δέντρα και να τα στρώνουν στο
δρόμο. 9 Όσο
για τα πλήθη, εκείνοι που πήγαιναν μπροστά από αυτόν και εκείνοι που
ακολουθούσαν κραύγαζαν: «Σώσε, σε ικετεύουμε, τον Γιο του Δαβίδ! Ευλογημένος
αυτός που έρχεται στο όνομα του Ιεχωβά! Σώσε τον, σε ικετεύουμε, εκεί πάνω
στα ύψη!»
10 Όταν
μπήκε στην Ιερουσαλήμ, ολόκληρη η πόλη αναστατώθηκε και έλεγε: «Ποιος είναι
αυτός;» 11
Τα πλήθη έλεγαν: «Αυτός είναι ο
προφήτης Ιησούς, από τη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας!»
12 Και
ο Ιησούς μπήκε στο ναό και έδιωξε όλους εκείνους που πουλούσαν και αγόραζαν
στο ναό, και αναποδογύρισε τα τραπέζια των αργυραμοιβών και τους πάγκους
εκείνων που πουλούσαν περιστέρια.
13 Και
τους είπε: «Είναι γραμμένο: “Ο οίκος μου θα αποκαλείται οίκος προσευχής”,
αλλά εσείς τον κάνετε σπηλιά ληστών».
14 Επίσης,
τυφλοί και κουτσοί τον πλησίασαν στο ναό, και αυτός τους θεράπευσε.
15 Όταν
είδαν οι πρωθιερείς και οι γραμματείς τα θαυμαστά πράγματα που έκανε, καθώς
και τα αγόρια που κραύγαζαν στο ναό και έλεγαν: «Σώσε, σε ικετεύουμε, τον
Γιο του Δαβίδ!» αγανάκτησαν
16 και
του είπαν: «Ακούς τι λένε αυτά;» Ο Ιησούς τούς είπε: «Ναι. Ποτέ δεν
διαβάσατε ότι “από το στόμα νηπίων και βρεφών που θηλάζουν ετοίμασες αίνο”;»
17 Και
αφήνοντάς τους, βγήκε έξω από την πόλη, στη Βηθανία, και διανυκτέρευσε εκεί.
18 Ενώ
επέστρεφε στην πόλη νωρίς το πρωί, πείνασε.
19 Και
είδε μια συκιά δίπλα στο δρόμο και πήγε κοντά σε αυτήν, αλλά δεν βρήκε
τίποτα πάνω της παρά μόνο φύλλα, και της είπε: «Ποτέ πια να μη βγει καρπός
από εσένα». Και ευθύς ξεράθηκε η συκιά.
20 Όταν
το είδαν αυτό οι μαθητές, απόρησαν και είπαν: «Πώς έγινε και ξεράθηκε ευθύς
η συκιά;» 21
Απαντώντας ο Ιησούς τούς είπε: «Αληθινά σας λέω: Αν έχετε πίστη και δεν
αμφιβάλλετε, όχι μόνο θα κάνετε ό,τι έκανα εγώ στη συκιά, αλλά και αν πείτε
σε αυτό το βουνό: “Σήκω και πέσε στη θάλασσα”, θα γίνει.
22 Και
όλα όσα ζητάτε στην προσευχή, έχοντας πίστη, θα τα λάβετε».
23 Και
αφού μπήκε στο ναό, οι πρωθιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού τον πλησίασαν
ενώ δίδασκε και είπαν: «Με ποια εξουσία κάνεις αυτά τα πράγματα; Και ποιος
σου έδωσε αυτή την εξουσία;»
24 Απαντώντας
ο Ιησούς τούς είπε: «Θα σας ρωτήσω και εγώ κάτι. Αν μου το πείτε, θα σας πω
και εγώ με ποια εξουσία κάνω αυτά τα πράγματα:
25 Το
βάφτισμα του Ιωάννη από πού προερχόταν; Από τον ουρανό ή από ανθρώπους;»
Αλλά αυτοί άρχισαν να συζητούν μεταξύ τους, λέγοντας: «Αν πούμε: “Από τον
ουρανό”, θα μας πει: “Γιατί, λοιπόν, δεν τον πιστέψατε;”
26 Αν
πάλι πούμε: “Από ανθρώπους”, έχουμε να φοβηθούμε το πλήθος, γιατί όλοι
θεωρούν τον Ιωάννη προφήτη».
27 Απαντώντας,
λοιπόν, στον Ιησού, είπαν: «Δεν ξέρουμε». Και αυτός τους είπε: «Ούτε εγώ σας
λέω με ποια εξουσία κάνω αυτά τα πράγματα.
28 »Τι
νομίζετε; Ένας άνθρωπος είχε δύο παιδιά. Πηγαίνοντας στον πρώτο, είπε:
“Παιδί μου, πήγαινε να εργαστείς σήμερα στο αμπέλι”.
29 Απαντώντας
αυτός είπε: “Θα πάω, κύριε”, αλλά δεν πήγε.
30 Πλησιάζοντας
τον δεύτερο, είπε το ίδιο. Αυτός αποκρίθηκε και είπε: “Δεν θα πάω”. Ύστερα
μεταμελήθηκε και πήγε.
31
Ποιος από τους δύο έκανε το θέλημα του πατέρα του;» Αυτοί είπαν: «Ο
δεύτερος». Ο Ιησούς τούς είπε: «Αληθινά σας λέω ότι οι εισπράκτορες φόρων
και οι πόρνες πηγαίνουν μπροστά από εσάς στη βασιλεία του Θεού.
32 Διότι
ο Ιωάννης ήρθε προς εσάς σε οδό δικαιοσύνης, αλλά δεν τον πιστέψατε. Ωστόσο,
οι εισπράκτορες φόρων και οι πόρνες τον πίστεψαν, και εσείς, μολονότι το
είδατε αυτό, δεν μεταμεληθήκατε έπειτα ώστε να τον πιστέψετε.
33 »Ακούστε
μια άλλη παραβολή: Ήταν ένας άνθρωπος, οικοδεσπότης, ο οποίος φύτεψε ένα
αμπέλι και έβαλε γύρω του φράχτη και έσκαψε μέσα σε αυτό πατητήρι και έχτισε
πύργο, και το νοίκιασε σε καλλιεργητές και ταξίδεψε σε ξένη χώρα.
34 Όταν
έφτασε η εποχή των καρπών, έστειλε τους δούλους του στους καλλιεργητές για
να πάρει τους καρπούς του.
35 Ωστόσο,
οι καλλιεργητές πήραν τους δούλους του, και έναν τον έδειραν, άλλον τον
σκότωσαν, άλλον τον λιθοβόλησαν.
36 Πάλι
έστειλε άλλους δούλους, περισσότερους από τους πρώτους, αλλά έκαναν τα ίδια
και σε αυτούς. 37 Τελικά
τους έστειλε το γιο του, λέγοντας: “Θα σεβαστούν το γιο μου”.
38 Μόλις
είδαν το γιο, οι καλλιεργητές είπαν μεταξύ τους: “Αυτός είναι ο κληρονόμος·
ελάτε, ας τον σκοτώσουμε και ας πάρουμε την κληρονομιά του!”
39 Τον
έπιασαν, λοιπόν, και τον πέταξαν έξω από το αμπέλι και τον σκότωσαν.
40 Συνεπώς,
όταν έρθει ο ιδιοκτήτης του αμπελιού, τι θα κάνει σε εκείνους τους
καλλιεργητές;» 41
Αυτοί του είπαν: «Επειδή είναι κακοί, θα φέρει κακή καταστροφή πάνω τους και
θα νοικιάσει το αμπέλι σε άλλους καλλιεργητές, οι οποίοι θα του δώσουν τους
καρπούς όταν έρθει ο καιρός τους».
42 Ο
Ιησούς τούς είπε: «Δεν διαβάσατε ποτέ στις Γραφές: “Η πέτρα την οποία
απέρριψαν οι οικοδόμοι είναι αυτή που έχει γίνει η κορυφαία ακρογωνιαία
πέτρα. Από τον Ιεχωβά έχει γίνει αυτή, και είναι θαυμαστή στα μάτια μας”;
43 Γι’
αυτό, σας λέω: Η βασιλεία του Θεού θα αφαιρεθεί από εσάς και θα δοθεί σε
έθνος που παράγει τους καρπούς της.
44 Επίσης,
εκείνος που θα πέσει πάνω σε αυτή την πέτρα θα συντριφτεί. Και σε όποιον
πέσει, θα τον κονιορτοποιήσει».
45 Αφού,
λοιπόν, άκουσαν οι πρωθιερείς και οι Φαρισαίοι τις παραβολές του, κατάλαβαν
ότι μιλούσε για αυτούς.
46 Αλλά
αν και ζητούσαν να τον πιάσουν, φοβήθηκαν τα πλήθη, επειδή αυτά τον
θεωρούσαν προφήτη.
22
Ο Ιησούς αποκρίθηκε και πάλι και
τους μίλησε ξανά με παραβολές, λέγοντας:
2 «Η
βασιλεία των ουρανών έχει ομοιωθεί με άνθρωπο, βασιλιά, που έκανε γαμήλιο
συμπόσιο για το γιο του.
3 Και
έστειλε τους δούλους του να φωνάξουν τους προσκαλεσμένους στο γαμήλιο
συμπόσιο, αλλά αυτοί δεν ήθελαν να έρθουν.
4 Πάλι
έστειλε άλλους δούλους, λέγοντας: “Πείτε στους προσκαλεσμένους: «Ορίστε! Έχω
ετοιμάσει το γεύμα μου, οι ταύροι και τα θρεμμένα ζώα μου είναι σφαγμένα,
και τα πάντα είναι έτοιμα. Ελάτε στο γαμήλιο συμπόσιο»”.
5 Αλλά
αυτοί έφυγαν αδιάφοροι, ένας στον αγρό του, άλλος στις εμπορικές του
υποθέσεις, 6 ενώ
οι υπόλοιποι, αρπάζοντας τους δούλους του, τους συμπεριφέρθηκαν με θρασύτητα
και τους σκότωσαν.
7 »Ο
δε βασιλιάς οργίστηκε, και έστειλε τα στρατεύματά του και θανάτωσε εκείνους
τους φονιάδες και έκαψε την πόλη τους.
8 Τότε
είπε στους δούλους του: “Το μεν γαμήλιο συμπόσιο είναι έτοιμο, αλλά οι
προσκαλεσμένοι δεν ήταν άξιοι.
9 Γι’
αυτό, πηγαίνετε στους δρόμους που οδηγούν έξω από την πόλη, και όποιον
βρείτε, προσκαλέστε τον στο γαμήλιο συμπόσιο”.
10 Βγήκαν,
λοιπόν, εκείνοι οι δούλοι στους δρόμους και μάζεψαν όλους όσους βρήκαν, και
πονηρούς και αγαθούς· και η αίθουσα για τις γαμήλιες τελετές γέμισε με
εκείνους που πλάγιαζαν μπροστά στο τραπέζι.
11
»Όταν ο βασιλιάς μπήκε να επιθεωρήσει τους φιλοξενουμένους, είδε εκεί
κάποιον άνθρωπο που δεν ήταν ντυμένος με ένδυμα γάμου.
12 Του
είπε λοιπόν: “Άνθρωπε, πώς μπήκες εδώ χωρίς να έχεις ένδυμα γάμου;” Εκείνος
έμεινε άλαλος. 13 Τότε
ο βασιλιάς είπε στους υπηρέτες του: “Δέστε τον χειροπόδαρα και πετάξτε τον
έξω στο σκοτάδι. Εκεί θα είναι το κλάμα του και το τρίξιμο των δοντιών του”.
14 »Διότι
υπάρχουν πολλοί προσκαλεσμένοι αλλά λίγοι εκλεγμένοι».
15 Τότε
οι Φαρισαίοι έφυγαν και συνεννοήθηκαν να τον παγιδέψουν με τα λόγια του.
16 Έστειλαν,
λοιπόν, σε αυτόν τους μαθητές τους, μαζί με οπαδούς της παράταξης του Ηρώδη,
λέγοντας: «Δάσκαλε, ξέρουμε ότι είσαι φιλαλήθης και διδάσκεις την οδό του
Θεού με αλήθεια και δεν σε νοιάζει για κανέναν, επειδή δεν κοιτάζεις την
εξωτερική εμφάνιση των ανθρώπων.
17 Πες
μας λοιπόν: Τι νομίζεις; Είναι νόμιμο να πληρώνει κανείς κεφαλικό φόρο στον
Καίσαρα ή όχι;» 18 Αλλά
ο Ιησούς, γνωρίζοντας την πονηρία τους, είπε: «Γιατί με υποβάλλετε σε
δοκιμή, υποκριτές;
19 Δείξτε
μου το νόμισμα του κεφαλικού φόρου». Εκείνοι του έφεραν ένα δηνάριο.
20 Και
τους είπε: «Τίνος εικόνα και επιγραφή είναι αυτή;»
21
Εκείνοι είπαν: «Του Καίσαρα».
Τότε τους είπε: «Αποδώστε, λοιπόν, αυτά που είναι του Καίσαρα στον Καίσαρα,
αλλά αυτά που είναι του Θεού στον Θεό».
22 Όταν,
λοιπόν, το άκουσαν αυτό, θαύμασαν, και τον άφησαν και έφυγαν.
23 Εκείνη
την ημέρα τον πλησίασαν Σαδδουκαίοι, οι οποίοι λένε ότι δεν υπάρχει
ανάσταση, και τον ρώτησαν:
24 «Δάσκαλε,
ο Μωυσής είπε: “Αν κάποιος άντρας πεθάνει χωρίς να έχει παιδιά, ο αδελφός
του πρέπει να παντρευτεί τη σύζυγό του και να εγείρει απόγονο για τον αδελφό
του”. 25 Ήταν,
λοιπόν, μαζί μας εφτά αδέλφια· και ο πρώτος παντρεύτηκε και πέθανε και,
επειδή δεν είχε απόγονο, άφησε τη σύζυγό του για τον αδελφό του.
26 Το
ίδιο επίσης έγινε με τον δεύτερο και τον τρίτο, και με όλους μέχρι και τον
έβδομο. 27 Τελευταία
από όλους πέθανε η γυναίκα.
28 Στην
ανάσταση, λοιπόν, τίνος από τους εφτά θα είναι σύζυγος; Διότι όλοι την πήραν
σύζυγο».
29 Απαντώντας
ο Ιησούς τούς είπε: «Κάνετε λάθος, επειδή δεν γνωρίζετε ούτε τις Γραφές ούτε
τη δύναμη του Θεού·
30 διότι
στην ανάσταση ούτε οι άντρες παντρεύονται ούτε οι γυναίκες δίνονται σε γάμο,
αλλά είναι όπως οι άγγελοι στον ουρανό.
31
Σε ό,τι αφορά την ανάσταση των
νεκρών, δεν διαβάσατε αυτό που σας λέχθηκε από τον Θεό, ο οποίος είπε:
32 “Εγώ
είμαι ο Θεός του Αβραάμ και ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ”; Αυτός
είναι ο Θεός, όχι των νεκρών, αλλά των ζωντανών».
33 Όταν
το άκουσαν αυτό, τα πλήθη έμειναν έκπληκτα με τη διδασκαλία του.
34 Αφού
άκουσαν οι Φαρισαίοι ότι είχε αποστομώσει τους Σαδδουκαίους, συγκεντρώθηκαν
όλοι μαζί. 35 Και
ένας από αυτούς, ειδήμονας στο Νόμο, ρώτησε δοκιμάζοντάς τον:
36 «Δάσκαλε,
ποια είναι η μεγαλύτερη εντολή στο Νόμο;»
37 Αυτός
του είπε: «“Πρέπει να αγαπάς τον Ιεχωβά τον Θεό σου με όλη σου την καρδιά
και με όλη σου την ψυχή και με όλη σου τη διάνοια”.
38 Αυτή
είναι η μεγαλύτερη και πρώτη εντολή.
39 Η
δεύτερη, όμοια με αυτήν, είναι η εξής: “Πρέπει να αγαπάς τον πλησίον σου
όπως τον εαυτό σου”.
40 Σε
αυτές τις δύο εντολές κρέμεται όλος ο Νόμος και οι Προφήτες».
41
Ενώ, λοιπόν, οι Φαρισαίοι ήταν συγκεντρωμένοι, ο Ιησούς τούς ρώτησε:
42 «Τι
νομίζετε για τον Χριστό; Τίνος γιος είναι;» Αυτοί του είπαν: «Του Δαβίδ».
43 Εκείνος
τους είπε: «Πώς, λοιπόν, γίνεται να τον αποκαλεί ο Δαβίδ μέσω θεϊκής
έμπνευσης “Κύριο”, λέγοντας:
44 “Ο
Ιεχωβά είπε στον Κύριό μου: «Κάθησε στα δεξιά μου ώσπου να βάλω τους εχθρούς
σου κάτω από τα πόδια σου»”;
45 Αν,
λοιπόν, ο Δαβίδ τον αποκαλεί “Κύριο”, πώς αυτός είναι γιος του;»
46 Και
κανείς δεν μπορούσε να του απαντήσει λέξη ούτε τόλμησε κανείς από εκείνη
την ημέρα να του κάνει πια ερωτήσεις.
23
Τότε ο Ιησούς μίλησε στα πλήθη και
στους μαθητές του, λέγοντας:
2 «Οι
γραμματείς και οι Φαρισαίοι έχουν καθήσει στη θέση του Μωυσή.
3 Όλα
όσα σας λένε, λοιπόν, να τα κάνετε και να τα τηρείτε, αλλά να μην ενεργείτε
σύμφωνα με τις πράξεις τους, γιατί λένε αλλά δεν εκτελούν.
4 Δένουν
βαριά φορτία και τα βάζουν πάνω στους ώμους των ανθρώπων, αλλά οι ίδιοι δεν
είναι διατεθειμένοι να τα κουνήσουν στο ελάχιστο με το δάχτυλό τους.
5 Όλα
τα έργα τους τα κάνουν για να τους βλέπουν οι άνθρωποι· διότι πλαταίνουν τις
θήκες [που περιέχουν Γραφικές περικοπές], τις οποίες φορούν ως φυλαχτά, και
μακραίνουν τα κρόσσια των ενδυμάτων τους.
6 Τους
αρέσει η πιο εξέχουσα θέση στα δείπνα και τα μπροστινά καθίσματα στις
συναγωγές, 7 και
οι χαιρετισμοί στις αγορές και το να αποκαλούνται από τους ανθρώπους Ραββί.
8 Εσείς,
όμως, μην αποκληθείτε Ραββί, γιατί ένας είναι ο δάσκαλός σας, ενώ όλοι εσείς
είστε αδελφοί. 9 Επιπλέον,
μην αποκαλέσετε κανέναν πατέρα σας πάνω στη γη, γιατί ένας είναι ο Πατέρας
σας, ο Ουράνιος.
10 Ούτε να αποκληθείτε “ηγέτες”,
γιατί Ηγέτης σας είναι ένας, ο Χριστός.
11
Αλλά ο μεγαλύτερος ανάμεσά σας
πρέπει να είναι διάκονός σας.
12 Όποιος
εξυψώσει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί και όποιος ταπεινώσει τον εαυτό του θα
εξυψωθεί.
13 »Αλίμονο
σε εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριτές! Επειδή κλείνετε τη βασιλεία
των ουρανών ενώπιον των ανθρώπων· διότι εσείς οι ίδιοι δεν μπαίνετε ούτε και
επιτρέπετε να μπουν εκείνοι που πηγαίνουν να μπουν.
14 ——
15 »Αλίμονο
σε εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριτές! Επειδή διασχίζετε θάλασσα και
στεριά για να κάνετε έναν προσήλυτο, και όταν αυτός γίνει προσήλυτος, τον
κάνετε υποψήφιο για τη Γέεννα δύο φορές περισσότερο από τον εαυτό σας.
16 »Αλίμονο
σε εσάς, τυφλοί οδηγοί, οι οποίοι λέτε: “Αν ορκιστεί κανείς στο ναό, αυτό
δεν είναι τίποτα· αλλά αν ορκιστεί κανείς στο χρυσάφι του ναού, έχει
αναλάβει υποχρέωση”.
17 Ανόητοι
και τυφλοί! Ποιο είναι πράγματι μεγαλύτερο: το χρυσάφι ή ο ναός ο οποίος
έχει αγιάσει το χρυσάφι;
18 Επίσης:
“Αν ορκιστεί κανείς στο θυσιαστήριο, αυτό δεν είναι τίποτα· αλλά αν ορκιστεί
κανείς στο δώρο που είναι πάνω σε αυτό, έχει αναλάβει υποχρέωση”.
19 Τυφλοί!
Ποιο είναι πράγματι μεγαλύτερο: το δώρο ή το θυσιαστήριο το οποίο αγιάζει το
δώρο; 20 Άρα
λοιπόν, όποιος ορκίζεται στο θυσιαστήριο ορκίζεται σε αυτό και σε όλα όσα
είναι πάνω σε αυτό·
21
και όποιος ορκίζεται στο ναό
ορκίζεται σε αυτόν και σε εκείνον που κατοικεί σε αυτόν·
22 και
όποιος ορκίζεται στον ουρανό ορκίζεται στο θρόνο του Θεού και σε εκείνον που
κάθεται πάνω σε αυτόν.
23 »Αλίμονο
σε εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριτές! Επειδή δίνετε το δέκατο από το
δυόσμο και τον άνηθο και το κύμινο, αλλά έχετε αδιαφορήσει για τα πιο
βαρυσήμαντα ζητήματα του Νόμου, δηλαδή τη δικαιοσύνη και το έλεος και την
πιστότητα. Αυτά επιβαλλόταν να τα κάνετε, χωρίς όμως να αδιαφορήσετε για τα
άλλα. 24 Τυφλοί
οδηγοί, που διυλίζετε το κουνούπι αλλά καταπίνετε την καμήλα!
25 »Αλίμονο
σε εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριτές! Επειδή καθαρίζετε το εξωτερικό
του ποτηριού και του πιάτου, αλλά από μέσα αυτά βρίθουν από αρπαγή και
έλλειψη μετριοπάθειας.
26 Τυφλέ
Φαρισαίε, καθάρισε πρώτα το εσωτερικό του ποτηριού και του πιάτου, για να
γίνει και το εξωτερικό του καθαρό.
27 »Αλίμονο
σε εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριτές! Επειδή μοιάζετε με
ασβεστωμένους τάφους, οι οποίοι εξωτερικά μεν φαίνονται όμορφοι, αλλά μέσα
είναι γεμάτοι κόκαλα νεκρών και κάθε είδους ακαθαρσία.
28 Έτσι
και εσείς, εξωτερικά μεν φαίνεστε δίκαιοι στους ανθρώπους, αλλά μέσα είστε
γεμάτοι υποκρισία και ανομία.
29 »Αλίμονο
σε εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριτές! Επειδή χτίζετε τους τάφους των
προφητών και διακοσμείτε τα μνημεία των δικαίων,
30 και
λέτε: “Αν ήμασταν στις ημέρες των προπατόρων μας, δεν θα ήμασταν συμμέτοχοι
με αυτούς στο αίμα των προφητών”.
31
Άρα, δίνετε μαρτυρία εναντίον του
εαυτού σας ότι είστε γιοι εκείνων που δολοφόνησαν τους προφήτες.
32 Συμπληρώστε,
λοιπόν, το μέτρο των προπατόρων σας.
33 »Φίδια,
γεννήματα οχιάς, πώς θα ξεφύγετε από την κρίση της Γέεννας;
34 Γι’
αυτόν το λόγο, αποστέλλω σε εσάς προφήτες και σοφούς και δημόσιους
δασκάλους. Μερικούς από αυτούς θα τους σκοτώσετε και θα τους κρεμάσετε στο
ξύλο, και μερικούς από αυτούς θα τους μαστιγώσετε στις συναγωγές σας και θα
επιφέρετε διωγμό σε αυτούς από πόλη σε πόλη·
35 ώστε
να έρθει πάνω σας όλο το δίκαιο αίμα που χύθηκε στη γη, από το αίμα του
δίκαιου Άβελ ως το αίμα του Ζαχαρία, του γιου του Βαραχία, τον οποίο
δολοφονήσατε ανάμεσα στο αγιαστήριο και στο θυσιαστήριο.
36 Αληθινά
σας λέω: Όλα αυτά θα έρθουν πάνω σε αυτή τη γενιά.
37 »Ιερουσαλήμ,
Ιερουσαλήμ, αυτή που σκοτώνει τους προφήτες και λιθοβολεί τους απεσταλμένους
σε αυτήν—πόσες φορές θέλησα να συγκεντρώσω τα παιδιά σου, όπως συγκεντρώνει
η κότα τα κλωσόπουλά της κάτω από τις φτερούγες της! Αλλά εσείς δεν το
θελήσατε. 38 Δείτε!
Ο οίκος σας εγκαταλείπεται σε εσάς.
39 Διότι
σας λέω: Δεν πρόκειται να με δείτε στο εξής μέχρι να πείτε: “Ευλογημένος
αυτός που έρχεται στο όνομα του Ιεχωβά!”»
24
Φεύγοντας, λοιπόν, ο Ιησούς έβγαινε
από το ναό, και οι μαθητές του πλησίασαν να του δείξουν τα οικοδομήματα του
ναού. 2 Αυτός
αποκρίθηκε και τους είπε: «Δεν τα βλέπετε όλα αυτά; Αληθινά σας λέω: Δεν
πρόκειται να αφεθεί εδώ πέτρα πάνω σε πέτρα που να μην γκρεμιστεί».
3 Ενώ
καθόταν στο Όρος των Ελαιών, τον πλησίασαν οι μαθητές ιδιαιτέρως, λέγοντας:
«Πες μας: Πότε θα γίνουν αυτά, και ποιο θα είναι το σημείο της παρουσίας σου
και της τελικής περιόδου του συστήματος πραγμάτων;»
4 Και
απαντώντας ο Ιησούς τούς είπε: «Προσέχετε μη σας παροδηγήσει κανείς·
5 διότι
πολλοί θα έρθουν με βάση το όνομά μου, λέγοντας: “Εγώ είμαι ο Χριστός”, και
θα παροδηγήσουν πολλούς.
6 Πρόκειται
να ακούσετε πολέμους και ειδήσεις για πολέμους· κοιτάξτε να μην
τρομοκρατηθείτε. Διότι αυτά πρέπει να γίνουν, αλλά δεν είναι ακόμη το τέλος.
7 »Διότι
θα σηκωθεί έθνος εναντίον έθνους και βασιλεία εναντίον βασιλείας, και θα
υπάρξουν πείνες και σεισμοί στον έναν τόπο μετά τον άλλον.
8 Όλα
αυτά είναι αρχή βασανιστικών πόνων.
9 »Τότε
θα σας παραδώσουν σε θλίψη και θα σας σκοτώσουν, και θα είστε αντικείμενα
του μίσους όλων των εθνών εξαιτίας του ονόματός μου.
10 Τότε,
επίσης, θα σκανδαλιστούν πολλοί και θα προδώσουν ο ένας τον άλλον και θα
μισήσουν ο ένας τον άλλον.
11
Και θα εγερθούν πολλοί
ψευδοπροφήτες και θα παροδηγήσουν πολλούς·
12 και
εξαιτίας της αύξησης της ανομίας η αγάπη των περισσοτέρων θα ψυχρανθεί.
13 Αλλά
εκείνος που θα έχει υπομείνει ως το τέλος, αυτός θα σωθεί.
14 Και
αυτά τα καλά νέα της βασιλείας θα κηρυχτούν σε όλη την κατοικημένη γη για
μαρτυρία σε όλα τα έθνη· και τότε θα έρθει το τέλος.
15 »Όταν,
λοιπόν, δείτε το αηδιαστικό πράγμα που προκαλεί ερήμωση, όπως ειπώθηκε μέσω
του Δανιήλ του προφήτη, να στέκεται σε άγιο τόπο (ο αναγνώστης ας ασκεί
διάκριση), 16 τότε
εκείνοι που είναι στην Ιουδαία ας αρχίσουν να φεύγουν στα βουνά.
17 Αυτός
που είναι στην ταράτσα ας μην κατεβεί να πάρει τα αγαθά από το σπίτι του·
18 και
αυτός που είναι στον αγρό ας μην επιστρέψει στο σπίτι να πάρει το εξωτερικό
του ένδυμα. 19 Αλίμονο
στις έγκυες και σε αυτές που θηλάζουν εκείνες τις ημέρες!
20 Να
προσεύχεστε να μη συμβεί η φυγή σας στη διάρκεια του χειμώνα ούτε σε ημέρα
σαββάτου· 21
διότι τότε θα γίνει μεγάλη θλίψη,
τέτοια που δεν έχει συμβεί από την αρχή του κόσμου μέχρι τώρα ούτε πρόκειται
να ξανασυμβεί. 22 Και
αν δεν συντομεύονταν εκείνες οι ημέρες, δεν θα σωζόταν καμιά σάρκα· αλλά για
χάρη των εκλεγμένων θα συντομευτούν εκείνες οι ημέρες.
23 »Τότε
αν κάποιος σας πει: “Δείτε! Εδώ είναι ο Χριστός” ή “Εκεί!” μην το πιστέψετε.
24 Διότι
θα εγερθούν ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήτες και θα δώσουν μεγάλα σημεία και
θαυμαστά πράγματα ώστε να παροδηγήσουν, αν είναι δυνατόν, ακόμη και τους
εκλεγμένους. 25 Ορίστε!
Σας έχω προειδοποιήσει.
26 Γι’
αυτό, αν σας πουν: “Δείτε! Είναι στην έρημο”, μη βγείτε· “Δείτε! Είναι στα
εσωτερικά δωμάτια”, μην το πιστέψετε.
27 Διότι
όπως η αστραπή βγαίνει από τα ανατολικά μέρη και λάμπει μέχρι τα δυτικά
μέρη, έτσι θα είναι η παρουσία του Γιου του ανθρώπου.
28 Όπου
είναι το πτώμα, εκεί θα μαζευτούν οι αετοί.
29 »Αμέσως
μετά τη θλίψη εκείνων των ημερών, ο ήλιος θα σκοτεινιάσει και η σελήνη δεν
θα δώσει το φως της και τα άστρα θα πέσουν από τον ουρανό και οι δυνάμεις
των ουρανών θα κλονιστούν.
30 Και
τότε θα εμφανιστεί στον ουρανό το σημείο του Γιου του ανθρώπου, και τότε
όλες οι φυλές της γης θα χτυπούν τον εαυτό τους θρηνώντας και θα δουν τον
Γιο του ανθρώπου να έρχεται πάνω στα σύννεφα του ουρανού με δύναμη και
μεγάλη δόξα. 31
Και θα αποστείλει τους αγγέλους του με μεγάλο σάλπισμα, και αυτοί θα
συγκεντρώσουν τους εκλεγμένους του από τους τέσσερις ανέμους, από τη μία
άκρη των ουρανών ως την άλλη άκρη τους.
32 »Μάθετε
δε από τη συκιά σαν παραβολή το εξής σημείο: Μόλις το νέο κλαδί της γίνει
τρυφερό και βγάλει φύλλα, ξέρετε ότι το καλοκαίρι πλησιάζει.
33 Παρόμοια
και εσείς, όταν τα δείτε όλα αυτά, να ξέρετε ότι εκείνος πλησιάζει, είναι
στην πόρτα. 34 Αληθινά
σας λέω ότι αυτή η γενιά δεν πρόκειται να παρέλθει μέχρι να συμβούν όλα
αυτά. 35 Ο
ουρανός και η γη θα παρέλθουν, αλλά τα λόγια μου δεν πρόκειται να παρέλθουν.
36 »Σχετικά
με εκείνη την ημέρα και την ώρα κανείς δεν γνωρίζει, ούτε οι άγγελοι των
ουρανών ούτε ο Γιος, παρά μόνο ο Πατέρας.
37 Διότι
όπως ήταν οι ημέρες του Νώε, έτσι θα είναι η παρουσία του Γιου του ανθρώπου.
38 Διότι
όπως ήταν οι άνθρωποι εκείνες τις ημέρες πριν από τον κατακλυσμό, που
έτρωγαν και έπιναν, και οι άντρες παντρεύονταν και οι γυναίκες δίνονταν σε
γάμο, μέχρι την ημέρα που ο Νώε μπήκε στην κιβωτό,
39 και
δεν έδωσαν προσοχή μέχρι που ήρθε ο κατακλυσμός και τους σάρωσε όλους, έτσι
θα είναι η παρουσία του Γιου του ανθρώπου.
40 Τότε
δύο θα είναι στον αγρό: ο ένας θα παρθεί και ο άλλος θα εγκαταλειφθεί·
41
δύο γυναίκες θα αλέθουν στο χειρόμυλο: η μία θα παρθεί και η άλλη θα
εγκαταλειφθεί. 42 Γι’
αυτό, να είστε σε εγρήγορση, επειδή δεν γνωρίζετε ποια ημέρα έρχεται ο
Κύριός σας.
43 »Αλλά
να ξέρετε ένα πράγμα: ότι αν ο οικοδεσπότης γνώριζε στη διάρκεια ποιας
φυλακής θα ερχόταν ο κλέφτης, θα έμενε άγρυπνος και δεν θα άφηνε να γίνει
διάρρηξη στο σπίτι του.
44 Γι’
αυτό, να αποδειχτείτε και εσείς έτοιμοι, επειδή κάποια ώρα που δεν τη
θεωρείτε πιθανή έρχεται ο Γιος του ανθρώπου.
45 »Ποιος
άραγε είναι ο πιστός και φρόνιμος δούλος τον οποίο ο κύριός του διόρισε
υπεύθυνο στο υπηρετικό προσωπικό του για να τους δίνει την τροφή τους στον
κατάλληλο καιρό;
46 Ευτυχισμένος είναι εκείνος ο
δούλος αν ο κύριός του, όταν έρθει, τον βρει να ενεργεί έτσι!
47 Αληθινά
σας λέω: Θα τον διορίσει υπεύθυνο σε όλα τα υπάρχοντά του.
48 »Αλλά
αν πει ο κακός εκείνος δούλος μέσα στην καρδιά του: “Ο κύριός μου
καθυστερεί”, 49 και
αρχίσει να χτυπάει τους συνδούλους του και να τρώει και να πίνει με τους
αδιόρθωτους μέθυσους,
50 ο
κύριος εκείνου του δούλου θα έρθει μια ημέρα που αυτός δεν περιμένει και μια
ώρα που αυτός δεν γνωρίζει,
51
και θα τον τιμωρήσει με τη
μεγαλύτερη αυστηρότητα και θα του ορίσει το μέρος του με τους υποκριτές.
Εκεί θα είναι το κλάμα του και το τρίξιμο των δοντιών του.
25
»Τότε η βασιλεία των ουρανών θα
ομοιωθεί με δέκα παρθένες που πήραν τα λυχνάρια τους και βγήκαν να
συναντήσουν το γαμπρό.
2 Πέντε
από αυτές ήταν ανόητες και πέντε ήταν φρόνιμες.
3 Διότι
οι ανόητες πήραν τα λυχνάρια τους αλλά δεν πήραν λάδι μαζί τους,
4 ενώ
οι φρόνιμες πήραν λάδι στα δοχεία τους μαζί με τα λυχνάρια τους.
5 Καθώς
ο γαμπρός καθυστερούσε, νύσταξαν όλες και κοιμήθηκαν.
6 Στη
μέση ακριβώς της νύχτας ακούστηκε μια κραυγή: “Να ο γαμπρός! Βγείτε να τον
συναντήσετε”. 7 Τότε
όλες εκείνες οι παρθένες σηκώθηκαν και τακτοποίησαν τα λυχνάρια τους.
8 Οι
ανόητες είπαν στις φρόνιμες: “Δώστε μας λίγο από το λάδι σας, επειδή τα
λυχνάρια μας κοντεύουν να σβήσουν”.
9 Οι
φρόνιμες απάντησαν με τα λόγια: “Ίσως να μην αρκέσει για εμάς και εσάς.
Πηγαίνετε καλύτερα σε εκείνους που το πουλούν και αγοράστε για τον εαυτό
σας”. 10 Ενώ
αυτές έφευγαν για να αγοράσουν, έφτασε ο γαμπρός, και οι παρθένες που ήταν
έτοιμες μπήκαν μαζί του στο γαμήλιο συμπόσιο· και η πόρτα έκλεισε.
11
Ύστερα ήρθαν και οι υπόλοιπες
παρθένες, λέγοντας: “Κύριε, κύριε, άνοιξέ μας!”
12 Απαντώντας
αυτός είπε: “Σας λέω την αλήθεια, δεν σας γνωρίζω”.
13 »Γι’
αυτό, να είστε σε εγρήγορση, επειδή δεν γνωρίζετε ούτε την ημέρα ούτε την
ώρα.
14 »Διότι
είναι όπως όταν ένας άνθρωπος, που επρόκειτο να ταξιδέψει σε ξένη χώρα,
κάλεσε τους δούλους του και τους ανέθεσε τα υπάρχοντά του.
15 Και
σε έναν έδωσε πέντε τάλαντα, σε άλλον δύο, σε κάποιον άλλον ένα, στον καθένα
σύμφωνα με την ικανότητά του, και πήγε σε ξένη χώρα.
16 Αμέσως
αυτός που έλαβε τα πέντε τάλαντα πήγε και έκανε εμπόριο με αυτά και κέρδισε
άλλα πέντε. 17 Με
τον ίδιο τρόπο, αυτός που έλαβε τα δύο κέρδισε άλλα δύο.
18 Αλλά
αυτός που έλαβε μόνο ένα πήγε και έσκαψε στο έδαφος και έκρυψε το ασημένιο
νόμισμα του κυρίου του.
19 »Έπειτα
από πολύ καιρό, ήρθε ο κύριος εκείνων των δούλων και τακτοποίησε τους
λογαριασμούς μαζί τους.
20 Ήρθε,
λοιπόν, αυτός που είχε λάβει πέντε τάλαντα και έφερε πέντε επιπλέον τάλαντα,
λέγοντας: “Κύριε, μου ανέθεσες πέντε τάλαντα· δες, κέρδισα άλλα πέντε
τάλαντα”. 21
Ο κύριός του τού είπε: “Εύγε, αγαθέ και πιστέ δούλε! Ήσουν πιστός σε λίγα.
Θα σε διορίσω σε πολλά. Μπες στη χαρά του κυρίου σου”.
22 Στη
συνέχεια ήρθε αυτός που είχε λάβει τα δύο τάλαντα και είπε: “Κύριε, μου
ανέθεσες δύο τάλαντα· δες, κέρδισα άλλα δύο τάλαντα”.
23 Ο
κύριός του τού είπε: “Εύγε, αγαθέ και πιστέ δούλε! Ήσουν πιστός σε λίγα. Θα
σε διορίσω σε πολλά. Μπες στη χαρά του κυρίου σου”.
24 »Τελικά
ήρθε αυτός που είχε λάβει το ένα τάλαντο και είπε: “Κύριε, σε ήξερα ότι
είσαι απαιτητικός άνθρωπος, που θερίζεις όπου δεν έσπειρες και μαζεύεις όπου
δεν λίχνισες. 25 Φοβήθηκα,
λοιπόν, και πήγα και έκρυψα το τάλαντό σου στο έδαφος. Ορίστε, έχεις αυτό
που είναι δικό σου”.
26 Απαντώντας
ο κύριός του τού είπε: “Πονηρέ και οκνηρέ δούλε! Ώστε ήξερες ότι θερίζω όπου
δεν έσπειρα και μαζεύω όπου δεν λίχνισα;
27 Τότε
λοιπόν, έπρεπε να είχες καταθέσει τα ασημένια νομίσματά μου στους
τραπεζίτες, και εγώ κατά την άφιξή μου θα λάβαινα αυτό που είναι δικό μου με
τόκο.
28 »”Γι’
αυτό, αφαιρέστε το τάλαντο από αυτόν και δώστε το σε εκείνον που έχει τα
δέκα τάλαντα. 29 Διότι
στον καθένα που έχει, θα δοθεί περισσότερο και θα έχει αφθονία· αλλά όσο για
εκείνον που δεν έχει, ακόμη και αυτό που έχει θα του αφαιρεθεί.
30 Και
πετάξτε τον άχρηστο δούλο έξω στο σκοτάδι. Εκεί θα είναι το κλάμα του και το
τρίξιμο των δοντιών του”.
31
»Όταν έρθει ο Γιος του ανθρώπου
με τη δόξα του, και όλοι οι άγγελοι μαζί του, τότε θα καθήσει στον ένδοξο
θρόνο του. 32 Και
θα συγκεντρωθούν μπροστά του όλα τα έθνη, και αυτός θα χωρίσει τους
ανθρώπους τον έναν από τον άλλον, όπως ο ποιμένας χωρίζει τα πρόβατα από τα
κατσίκια. 33 Και
θα βάλει τα πρόβατα στα δεξιά του, τα δε κατσίκια στα αριστερά του.
34 »Τότε
ο βασιλιάς θα πει σε αυτούς που είναι στα δεξιά του: “Ελάτε, εσείς οι
ευλογημένοι από τον Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία που έχει ετοιμαστεί
για εσάς από τη θεμελίωση του κόσμου.
35 Διότι
πείνασα και μου δώσατε να φάω· δίψασα και μου δώσατε να πιω. Ήμουν ξένος και
με δεχτήκατε φιλόξενα·
36 γυμνός,
και με ντύσατε. Αρρώστησα και με φροντίσατε. Ήμουν στη φυλακή και ήρθατε σε
εμένα”. 37 Τότε
οι δίκαιοι θα του απαντήσουν με τα λόγια: “Κύριε, πότε σε είδαμε πεινασμένο
και σε θρέψαμε ή διψασμένο και σου δώσαμε να πιεις;
38 Πότε
σε είδαμε ξένο και σε δεχτήκαμε φιλόξενα ή γυμνό και σε ντύσαμε;
39 Πότε
σε είδαμε άρρωστο ή στη φυλακή και ήρθαμε σε εσένα;”
40 Και,
απαντώντας, ο βασιλιάς θα τους πει: “Αληθινά σας λέω: Στο βαθμό στον οποίο
το κάνατε αυτό σε έναν από τους πιο μικρούς αυτούς αδελφούς μου, το κάνατε
σε εμένα”.
41
»Τότε θα πει και σε αυτούς που
είναι στα αριστερά του: “Φύγετε από εμένα, εσείς οι καταραμένοι, στην αιώνια
φωτιά που έχει ετοιμαστεί για τον Διάβολο και τους αγγέλους του.
42 Διότι
πείνασα, αλλά δεν μου δώσατε να φάω, και δίψασα, αλλά δεν μου δώσατε να πιω.
43 Ήμουν
ξένος, αλλά δεν με δεχτήκατε φιλόξενα· γυμνός, αλλά δεν με ντύσατε· άρρωστος
και στη φυλακή, αλλά δεν με φροντίσατε”.
44 Τότε
και αυτοί θα απαντήσουν με τα λόγια: “Κύριε, πότε σε είδαμε πεινασμένο ή
διψασμένο ή ξένο ή γυμνό ή άρρωστο ή στη φυλακή και δεν σε διακονήσαμε;”
45 Τότε
εκείνος θα τους απαντήσει με τα λόγια: “Αληθινά σας λέω: Στο βαθμό στον
οποίο δεν το κάνατε αυτό σε έναν από αυτούς τους πιο μικρούς, δεν το κάνατε
σε εμένα”. 46 Και
αυτοί θα απέλθουν σε αιώνια εκκοπή, αλλά οι δίκαιοι σε αιώνια ζωή».
26
Αφού τελείωσε ο Ιησούς όλα αυτά
τα λόγια, είπε στους μαθητές του:
2 «Ξέρετε
ότι σε δύο ημέρες από τώρα γίνεται το πάσχα, και ο Γιος του ανθρώπου θα
παραδοθεί για να κρεμαστεί στο ξύλο».
3 Τότε
συγκεντρώθηκαν οι πρωθιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού στην αυλή του
αρχιερέα ο οποίος ονομαζόταν Καϊάφας,
4 και
συνεννοήθηκαν να πιάσουν τον Ιησού με δολοπλοκία και να τον σκοτώσουν.
5 Ωστόσο,
έλεγαν: «Όχι στη γιορτή, για να μη γίνει σάλος μεταξύ του λαού».
6 Ενώ
ο Ιησούς ήταν στη Βηθανία, στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού,
7 τον
πλησίασε μια γυναίκα που είχε ένα αλαβάστρινο δοχείο με ακριβό αρωματικό
λάδι, και άρχισε να το χύνει στο κεφάλι του καθώς αυτός πλάγιαζε μπροστά στο
τραπέζι. 8 Μόλις
το είδαν αυτό, οι μαθητές αγανάκτησαν και είπαν: «Γιατί αυτή η σπατάλη;
9 Διότι
αυτό θα μπορούσε να είχε πουληθεί ακριβά και να είχε δοθεί σε φτωχούς».
10 Γνωρίζοντάς
το αυτό, ο Ιησούς τούς είπε: «Γιατί προσπαθείτε να δημιουργήσετε προβλήματα
στη γυναίκα; Διότι αυτή έκανε μια καλή πράξη προς εμένα.
11
Τους φτωχούς άλλωστε τους έχετε πάντοτε μαζί σας, αλλά εμένα δεν θα με έχετε
πάντοτε. 12 Διότι
όταν αυτή η γυναίκα έβαλε αυτό το αρωματικό λάδι πάνω στο σώμα μου, το έκανε
για να με προετοιμάσει για την ταφή.
13 Αληθινά
σας λέω: Οπουδήποτε κηρυχτούν αυτά τα καλά νέα σε όλο τον κόσμο, θα ειπωθεί
και αυτό που έκανε αυτή η γυναίκα, σε ανάμνησή της».
14 Τότε
ένας από τους δώδεκα, αυτός που ονομαζόταν Ιούδας Ισκαριώτης, πήγε στους
πρωθιερείς 15 και
είπε: «Τι θα μου δώσετε για να σας τον προδώσω;» Αυτοί του καθόρισαν τριάντα
ασημένια νομίσματα.
16 Από
τότε, λοιπόν, εκείνος ζητούσε μια καλή ευκαιρία για να τον προδώσει.
17 Την
πρώτη ημέρα των άζυμων άρτων πλησίασαν οι μαθητές τον Ιησού, λέγοντας: «Πού
θέλεις να σου ετοιμάσουμε να φας το πάσχα;»
18 Αυτός
είπε: «Πηγαίνετε στην πόλη, στον Τάδε, και πείτε του: Ο Δάσκαλος λέει: “Ο
προσδιορισμένος καιρός μου έχει πλησιάσει· θα γιορτάσω το πάσχα με τους
μαθητές μου στο σπίτι σου”».
19 Και
οι μαθητές ενήργησαν όπως τους πρόσταξε ο Ιησούς και ετοίμασαν το πάσχα.
20 Όταν,
λοιπόν, βράδιασε, αυτός πλάγιαζε μπροστά στο τραπέζι μαζί με τους δώδεκα
μαθητές. 21
Ενώ έτρωγαν, είπε: «Αληθινά σας
λέω: Ένας από εσάς θα με προδώσει».
22 Επειδή
λυπήθηκαν πάρα πολύ για αυτό, άρχισε ο καθένας τους να του λέει: «Κύριε,
μήπως είμαι εγώ;»
23 Απαντώντας αυτός είπε:
«Εκείνος που βουτάει το χέρι του μαζί μου στην κούπα, αυτός θα με προδώσει.
24 Βέβαια,
ο Γιος του ανθρώπου φεύγει, όπως είναι γραμμένο σχετικά με αυτόν, αλλά
αλίμονο σε εκείνον τον άνθρωπο μέσω του οποίου προδίδεται ο Γιος του
ανθρώπου! Θα ήταν καλύτερο για εκείνον τον άνθρωπο να μην είχε γεννηθεί».
25 Απαντώντας
ο Ιούδας, ο οποίος επρόκειτο σύντομα να τον προδώσει, είπε: «Μήπως είμαι
εγώ, Ραββί;» Αυτός του είπε: «Εσύ ο ίδιος το είπες».
26 Καθώς
συνέχιζαν να τρώνε, ο Ιησούς πήρε ένα ψωμί και, αφού είπε μια ευλογία, το
έσπασε και, δίνοντάς το στους μαθητές, είπε: «Πάρτε, φάτε. Αυτό σημαίνει το
σώμα μου». 27 Επίσης,
πήρε ένα ποτήρι και, αφού είπε μια ευχαριστήρια προσευχή, τους το έδωσε
λέγοντας: «Πιείτε από αυτό, όλοι σας·
28 διότι
αυτό σημαίνει το “αίμα μου της διαθήκης”, το οποίο θα χυθεί χάρη πολλών για
συγχώρηση αμαρτιών.
29 Αλλά
σας λέω: Δεν πρόκειται να πιω στο εξής από αυτό το γέννημα του κλήματος
μέχρι εκείνη την ημέρα που θα το πίνω καινούριο μαζί σας στη βασιλεία του
Πατέρα μου». 30 Τελικά,
αφού έψαλαν αίνους, βγήκαν έξω στο Όρος των Ελαιών.
31
Τότε ο Ιησούς τούς είπε: «Όλοι
σας θα σκανδαλιστείτε σε σχέση με εμένα αυτή τη νύχτα, γιατί είναι γραμμένο:
“Θα πατάξω τον ποιμένα, και τα πρόβατα του ποιμνίου θα διασκορπιστούν”.
32 Αλλά
αφού εγερθώ, θα πάω πριν από εσάς στη Γαλιλαία».
33 Ο
Πέτρος, όμως, απαντώντας τού είπε: «Και αν όλοι οι άλλοι σκανδαλιστούν σε
σχέση με εσένα, εγώ ποτέ δεν θα σκανδαλιστώ!»
34 Ο
Ιησούς τού είπε: «Αληθινά σου λέω: Αυτή τη νύχτα, προτού λαλήσει πετεινός,
θα με απαρνηθείς τρεις φορές».
35 Ο
Πέτρος τού είπε: «Ακόμη και αν χρειαστεί να πεθάνω μαζί σου, δεν πρόκειται
να σε απαρνηθώ». Το ίδιο είπαν και όλοι οι άλλοι μαθητές.
36 Τότε
ο Ιησούς ήρθε μαζί τους στο μέρος που ονομαζόταν Γεθσημανή και είπε στους
μαθητές: «Καθήστε εδώ ωσότου πάω εκεί και προσευχηθώ».
37 Και
αφού πήρε μαζί του τον Πέτρο και τους δύο γιους του Ζεβεδαίου, άρχισε να
λυπάται και να νιώθει έντονη ταραχή.
38 Τότε
τους είπε: «Η ψυχή μου είναι βαθιά λυπημένη, μέχρι θανάτου. Μείνετε εδώ και
να είστε σε εγρήγορση μαζί μου».
39 Και
πηγαίνοντας λίγο μακρύτερα, έπεσε με το πρόσωπο κάτω και προσευχόταν
λέγοντας: «Πατέρα μου, αν είναι δυνατόν, ας παρέλθει αυτό το ποτήρι από
εμένα. Εντούτοις, όχι όπως εγώ θέλω, αλλά όπως εσύ θέλεις».
40 Και
ήρθε στους μαθητές και τους βρήκε να κοιμούνται, και είπε στον Πέτρο: «Δεν
μπορούσατε ούτε μία ώρα να είστε σε εγρήγορση μαζί μου;
41
Να είστε σε εγρήγορση και να
προσεύχεστε, για να μην μπείτε σε πειρασμό. Το μεν πνεύμα είναι πρόθυμο,
αλλά η σάρκα αδύναμη».
42 Πάλι
πήγε και προσευχήθηκε, δεύτερη φορά, λέγοντας: «Πατέρα μου, αν δεν είναι
δυνατόν να παρέλθει αυτό χωρίς να το πιω, ας γίνει το θέλημά σου».
43 Και
ήρθε πάλι και τους βρήκε να κοιμούνται, γιατί τα μάτια τους είχαν βαρύνει.
44 Αφού,
λοιπόν, τους άφησε, πήγε πάλι και προσευχήθηκε τρίτη φορά, λέγοντας ξανά τον
ίδιο λόγο. 45 Τότε
ήρθε στους μαθητές και τους είπε: «Στιγμές σαν και αυτές εσείς κοιμάστε και
αναπαύεστε! Δείτε! Έχει πλησιάσει η ώρα να παραδοθεί με προδοσία ο Γιος του
ανθρώπου στα χέρια αμαρτωλών.
46 Σηκωθείτε,
πάμε. Ορίστε! Ο προδότης μου έχει πλησιάσει».
47 Και
ενώ αυτός μιλούσε ακόμη, ήρθε ο Ιούδας, ένας από τους δώδεκα, και μαζί του
μεγάλο πλήθος με σπαθιά και ρόπαλα από τους πρωθιερείς και τους πρεσβυτέρους
του λαού.
48 Μάλιστα
ο προδότης του τους είχε δώσει ένα σημείο, λέγοντας: «Όποιον φιλήσω, αυτός
είναι· συλλάβετέ τον».
49 Και
πηγαίνοντας κατευθείαν στον Ιησού, είπε: «Χαίρε, Ραββί!» και τον φίλησε πολύ
τρυφερά. 50 Αλλά
ο Ιησούς τού είπε: «Άνθρωπε, για ποιο σκοπό είσαι εδώ;» Τότε ήρθαν και
έβαλαν τα χέρια πάνω στον Ιησού και τον συνέλαβαν.
51
Αλλά κάποιος από εκείνους που ήταν μαζί με τον Ιησού άπλωσε το χέρι του και
τράβηξε το σπαθί του και χτύπησε το δούλο του αρχιερέα και του έκοψε το
αφτί. 52 Τότε
ο Ιησούς τού είπε: «Επίστρεψε το σπαθί σου στη θέση του, γιατί όλοι εκείνοι
που παίρνουν σπαθί θα αφανιστούν από σπαθί.
53 Ή
νομίζεις ότι δεν μπορώ να επικαλεστώ τον Πατέρα μου για να μου χορηγήσει
αυτή τη στιγμή περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες αγγέλων;
54 Τότε
πώς θα εκπληρώνονταν οι Γραφές ότι έτσι πρέπει να γίνει;»
55 Εκείνη
την ώρα είπε ο Ιησούς στα πλήθη: «Βγήκατε να με συλλάβετε με σπαθιά και
ρόπαλα, σαν να βγαίνατε εναντίον ενός ληστή; Κάθε ημέρα καθόμουν στο ναό
διδάσκοντας, και όμως δεν με συλλάβατε.
56 Αλλά
όλα αυτά έγιναν για να εκπληρωθούν τα όσα έγραψαν οι προφήτες». Τότε όλοι οι
μαθητές τον εγκατέλειψαν και έφυγαν.
57 Εκείνοι
που συνέλαβαν τον Ιησού τον έφεραν στον Καϊάφα τον αρχιερέα, όπου ήταν
συγκεντρωμένοι οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι.
58 Ο
δε Πέτρος τον ακολουθούσε από αρκετή απόσταση ως την αυλή του αρχιερέα και,
αφού μπήκε μέσα, καθόταν με τους υπηρέτες του σπιτιού για να δει το
αποτέλεσμα.
59 Στο
μεταξύ, οι πρωθιερείς και ολόκληρο το Σάνχεδριν έψαχναν για ψευδομαρτυρία
εναντίον του Ιησού ώστε να τον θανατώσουν,
60 αλλά
δεν βρήκαν καμιά, αν και ήρθαν πολλοί ψευδομάρτυρες. Αργότερα ήρθαν δύο
61
και είπαν: «Αυτός ο άνθρωπος είπε: “Μπορώ να γκρεμίσω το ναό του Θεού και να
τον χτίσω σε τρεις ημέρες”».
62 Τότε
σηκώθηκε ο αρχιερέας και του είπε: «Τίποτα δεν απαντάς; Τι μαρτυρούν αυτοί
εναντίον σου;» 63 Αλλά
ο Ιησούς έμενε σιωπηλός. Ο αρχιερέας, λοιπόν, του είπε: «Σε ορκίζω στον
ζωντανό Θεό να μας πεις αν εσύ είσαι ο Χριστός, ο Γιος του Θεού!»
64 Ο
Ιησούς τού είπε: «Εσύ ο ίδιος το είπες. Εντούτοις σας λέω: Στο εξής θα δείτε
τον Γιο του ανθρώπου να κάθεται στα δεξιά της δύναμης και να έρχεται πάνω
στα σύννεφα του ουρανού».
65 Τότε
ο αρχιερέας έσκισε τα εξωτερικά του ενδύματα, λέγοντας: «Αυτός βλασφήμησε!
Τι χρειαζόμαστε πια μάρτυρες; Ορίστε! Τώρα ακούσατε τη βλασφημία.
66 Ποια
είναι η γνώμη σας;» Αυτοί απάντησαν: «Είναι άξιος θανάτου».
67 Τότε
έφτυσαν στο πρόσωπό του και τον χτύπησαν με τις γροθιές τους. Άλλοι τον
χαστούκισαν, 68 λέγοντας:
«Προφήτευσε σε εμάς, Χριστέ. Ποιος είναι αυτός που σε χτύπησε;»
69 Ο
δε Πέτρος καθόταν έξω στην αυλή· και τον πλησίασε μια υπηρέτρια, λέγοντας:
«Και εσύ ήσουν μαζί με τον Ιησού τον Γαλιλαίο!»
70 Αλλά
αυτός το αρνήθηκε μπροστά σε όλους, λέγοντας: «Δεν ξέρω τι λες».
71
Αφού βγήκε έξω, στο θάλαμο της πύλης, τον είδε μια άλλη υπηρέτρια και είπε
σε εκείνους που ήταν εκεί: «Αυτός ήταν μαζί με τον Ιησού τον Ναζωραίο».
72 Και
πάλι αυτός το αρνήθηκε με όρκο: «Δεν τον γνωρίζω τον άνθρωπο!»
73 Έπειτα
από λίγο, πλησίασαν εκείνοι που στέκονταν τριγύρω και είπαν στον Πέτρο:
«Σίγουρα και εσύ από αυτούς είσαι, γιατί και η διάλεκτός σου σε προδίδει».
74 Τότε
αυτός άρχισε να καταριέται και να ορκίζεται: «Δεν τον γνωρίζω τον άνθρωπο!»
Και αμέσως λάλησε ένας πετεινός.
75 Και
ο Πέτρος θυμήθηκε τα λόγια που είπε ο Ιησούς, δηλαδή: «Προτού λαλήσει
πετεινός, θα με απαρνηθείς τρεις φορές». Τότε βγήκε έξω και έκλαψε πικρά.
27
Αφού ήρθε το πρωί, όλοι οι
πρωθιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού έκαναν σύσκεψη εναντίον του Ιησού για
να τον θανατώσουν.
2 Και
αφού τον έδεσαν, τον πήραν από εκεί και τον παρέδωσαν στον Πιλάτο τον
κυβερνήτη.
3 Τότε
ο Ιούδας, ο οποίος τον πρόδωσε, όταν είδε ότι είχε καταδικαστεί, ένιωσε
τύψεις και επέστρεψε τα τριάντα ασημένια νομίσματα στους πρωθιερείς και
στους πρεσβυτέρους,
4 λέγοντας:
«Αμάρτησα που πρόδωσα δίκαιο αίμα». Αυτοί είπαν: «Τι μας ενδιαφέρει εμάς;
Δική σου υπόθεση είναι!»
5 Αυτός,
λοιπόν, έριξε τα ασημένια νομίσματα στο ναό και έφυγε, και πήγε και
κρεμάστηκε. 6 Αλλά
οι πρωθιερείς πήραν τα ασημένια νομίσματα και είπαν: «Δεν είναι νόμιμο να τα
βάλουμε στο ιερό θησαυροφυλάκιο, επειδή είναι τιμή αίματος».
7 Αφού
συσκέφθηκαν, αγόρασαν με αυτά τον αγρό του αγγειοπλάστη για να θάβουν ξένους.
8 Γι’
αυτό, εκείνος ο αγρός αποκαλείται «Αγρός Αίματος» μέχρι και σήμερα.
9 Τότε
εκπληρώθηκε αυτό που λέχθηκε μέσω του Ιερεμία του προφήτη, ο οποίος είπε: «Και
πήραν τα τριάντα ασημένια νομίσματα, την τιμή για τον άνθρωπο που
αποτιμήθηκε, εκείνον για τον οποίο μερικοί από τους γιους του Ισραήλ
καθόρισαν τιμή, 10 και
τα έδωσαν για τον αγρό του αγγειοπλάστη, σύμφωνα με ό,τι με είχε διατάξει ο
Ιεχωβά».
11
Ο Ιησούς, λοιπόν, στάθηκε μπροστά στον κυβερνήτη· και ο κυβερνήτης τον
ρώτησε: «Εσύ είσαι ο βασιλιάς των Ιουδαίων;» Ο Ιησούς απάντησε: «Εσύ ο ίδιος
το λες». 12 Αλλά
ενώ τον κατηγορούσαν οι πρωθιερείς και οι πρεσβύτεροι, εκείνος δεν έδωσε
καμιά απάντηση. 13 Τότε
ο Πιλάτος τού είπε: «Δεν ακούς πόσα μαρτυρούν εναντίον σου;»
14 Και
όμως εκείνος δεν του απάντησε ούτε μία λέξη, ώστε ο κυβερνήτης απορούσε πάρα
πολύ.
15 Σε
κάθε γιορτή, λοιπόν, ήταν έθιμο του κυβερνήτη να απελευθερώνει για το πλήθος
έναν φυλακισμένο, εκείνον που ήθελαν αυτοί.
16 Εκείνον
τον καιρό κρατούσαν κάποιον διαβόητο φυλακισμένο που λεγόταν Βαραββάς.
17 Όταν,
λοιπόν, συγκεντρώθηκαν, ο Πιλάτος τούς είπε: «Ποιον θέλετε να σας
απελευθερώσω, τον Βαραββά ή τον Ιησού, τον λεγόμενο Χριστό;»
18 Διότι
ήξερε ότι από φθόνο τον είχαν παραδώσει.
19 Επιπλέον,
ενώ αυτός καθόταν στη δικαστική έδρα, του έστειλε μήνυμα η σύζυγός του,
λέγοντας: «Μην έχεις καμιά σχέση με εκείνον το δίκαιο άντρα, γιατί πολύ
υπέφερα σήμερα σε όνειρο εξαιτίας του».
20 Οι
πρωθιερείς και οι πρεσβύτεροι, όμως, έπεισαν τα πλήθη να ζητήσουν τον
Βαραββά, αλλά να θανατωθεί ο Ιησούς.
21
Ο κυβερνήτης, λοιπόν, αποκρίθηκε
και τους είπε: «Ποιον από τους δύο θέλετε να σας απελευθερώσω;» Εκείνοι
είπαν: «Τον Βαραββά».
22 Ο
Πιλάτος τούς είπε: «Τι να κάνω, λοιπόν, τον Ιησού, τον λεγόμενο Χριστό;»
Όλοι είπαν: «Να κρεμαστεί στο ξύλο!»
23 Αυτός
είπε: «Γιατί, τι κακό έκανε;» Ωστόσο, εκείνοι κραύγαζαν όλο και περισσότερο:
«Να κρεμαστεί στο ξύλο!»
24 Βλέποντας
ότι αυτό δεν ωφελούσε σε τίποτα αλλά ότι απεναντίας γινόταν σάλος, ο Πιλάτος
πήρε νερό και έπλυνε τα χέρια του ενώπιον του πλήθους, λέγοντας: «Εγώ είμαι
αθώος από το αίμα αυτού του ανθρώπου. Είναι δική σας υπόθεση».
25 Και
όλος ο λαός είπε απαντώντας: «Το αίμα του ας έρθει πάνω μας και πάνω στα
παιδιά μας». 26 Τότε
τους απελευθέρωσε τον Βαραββά, αλλά έβαλε να μαστιγώσουν τον Ιησού και τον
παρέδωσε για να κρεμαστεί στο ξύλο.
27 Τότε
οι στρατιώτες του κυβερνήτη πήραν τον Ιησού στο ανάκτορο του κυβερνήτη και
συγκέντρωσαν κοντά του όλο το σώμα των στρατιωτών.
28 Και
αφού τον έγδυσαν, τον τύλιξαν με έναν κατακόκκινο μανδύα
29 και
έπλεξαν ένα στεφάνι από αγκάθια και το έβαλαν στο κεφάλι του, και έβαλαν ένα
καλάμι στο δεξί του χέρι. Και γονατίζοντας μπροστά του, τον περιέπαιξαν,
λέγοντας: «Χαίρε, Βασιλιά των Ιουδαίων!»
30 Και
τον έφτυσαν και πήραν το καλάμι και άρχισαν να τον χτυπούν στο κεφάλι.
31
Τελικά, αφού τον περιέπαιξαν, του
έβγαλαν το μανδύα και τον έντυσαν με τα εξωτερικά του ενδύματα και τον πήραν
από εκεί για να τον κρεμάσουν στο ξύλο.
32 Καθώς
έβγαιναν έξω, βρήκαν κάποιον που καταγόταν από την Κυρήνη, ονόματι Σίμωνα.
Αυτόν αγγάρεψαν να σηκώσει το ξύλο του βασανισμού του.
33 Και
όταν έφτασαν σε κάποιον τόπο που ονομαζόταν Γολγοθάς, δηλαδή Κρανίου Τόπος,
34 του
έδωσαν να πιει κρασί αναμειγμένο με χολή· αλλά εκείνος, όταν το γεύτηκε,
αρνήθηκε να πιει.
35 Αφού τον κρέμασαν στο ξύλο,
μοίρασαν τα εξωτερικά του ενδύματα ρίχνοντας κλήρο,
36 και
καθισμένοι όπως ήταν, τον φύλαγαν εκεί.
37 Επίσης,
πάνω από το κεφάλι του τοποθέτησαν γραπτή την κατηγορία εναντίον του: «Αυτός
είναι ο Ιησούς, ο Βασιλιάς των Ιουδαίων».
38 Τότε
μαζί με αυτόν κρέμασαν σε ξύλο δύο ληστές, έναν στα δεξιά του και έναν στα
αριστερά του. 39 Οι
περαστικοί, λοιπόν, άρχισαν να μιλούν υβριστικά για αυτόν, κουνώντας το
κεφάλι τους 40 και
λέγοντας: «Εσύ που θα γκρέμιζες το ναό και θα τον έχτιζες μέσα σε τρεις
ημέρες, σώσε τον εαυτό σου! Αν είσαι γιος του Θεού, κατέβα από το ξύλο του
βασανισμού!» 41
Με όμοιο τρόπο άρχισαν και οι πρωθιερείς με τους γραμματείς και τους
πρεσβυτέρους να τον περιπαίζουν και να λένε:
42 «Άλλους
έσωσε· τον εαυτό του δεν μπορεί να σώσει! Είναι Βασιλιάς του Ισραήλ· ας
κατεβεί τώρα από το ξύλο του βασανισμού και θα πιστέψουμε σε αυτόν.
43 Αυτός
έχει θέσει την εμπιστοσύνη του στον Θεό· ας τον σώσει τώρα Εκείνος αν τον
θέλει, γιατί αυτός είπε: “Είμαι Γιος του Θεού”».
44 Με
τον ίδιο τρόπο, ακόμη και οι ληστές που ήταν κρεμασμένοι σε ξύλο μαζί με
αυτόν άρχισαν να τον ονειδίζουν.
45 Από
την έκτη ώρα έπεσε σκοτάδι σε όλη τη γη μέχρι την ένατη ώρα.
46 Γύρω
στην ένατη ώρα ο Ιησούς φώναξε με δυνατή φωνή, λέγοντας: «Ηλί, Ηλί, λαμά
σαβαχθανί;» δηλαδή: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;»
47 Όταν
το άκουσαν αυτό, μερικοί από εκείνους που στέκονταν εκεί άρχισαν να λένε: «Αυτός
φωνάζει τον Ηλία».
48 Και
αμέσως έτρεξε κάποιος από αυτούς και πήρε ένα σφουγγάρι και το μούσκεψε σε
ξινό κρασί και το έβαλε πάνω σε ένα καλάμι και άρχισε να του δίνει να πιει.
49 Αλλά
οι υπόλοιποι είπαν: «Άφησέ τον! Ας δούμε αν θα έρθει ο Ηλίας να τον σώσει».
[[Ένας άλλος πήρε ένα δόρυ και τρύπησε την πλευρά του, και βγήκε αίμα και
νερό.]] 50 Ο
δε Ιησούς, αφού κραύγασε πάλι με δυνατή φωνή, παρέδωσε το πνεύμα του.
51
Και τότε η κουρτίνα του
αγιαστηρίου σκίστηκε στα δύο, από πάνω ως κάτω, και η γη σείστηκε και οι
βράχοι σκίστηκαν.
52 Και τα μνημεία άνοιξαν και
πολλά σώματα των αγίων οι οποίοι είχαν κοιμηθεί εγέρθηκαν
53 (και
κάποιοι που βγήκαν ανάμεσα από τα μνημεία, αφού εγέρθηκε αυτός, μπήκαν στην
άγια πόλη) και τα είδαν πολλοί άνθρωποι.
54 Ο
δε αξιωματικός και εκείνοι που φύλαγαν μαζί του τον Ιησού, όταν είδαν το
σεισμό και αυτά που γίνονταν, φοβήθηκαν πάρα πολύ και είπαν: «Σίγουρα αυτός
ήταν Γιος του Θεού».
55 Ήταν
μάλιστα εκεί πολλές γυναίκες που κοίταζαν από απόσταση, οι οποίες είχαν
συνοδεύσει τον Ιησού από τη Γαλιλαία για να τον διακονούν,
56 ανάμεσα
στις οποίες ήταν η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία, η μητέρα του Ιακώβου και
του Ιωσή, καθώς και η μητέρα των γιων του Ζεβεδαίου.
57 Αργά
το απόγευμα, ήρθε κάποιος πλούσιος άνθρωπος που ήταν από την Αριμαθαία,
ονόματι Ιωσήφ, ο οποίος είχε γίνει και αυτός μαθητής του Ιησού.
58 Αυτός
πήγε στον Πιλάτο και ζήτησε το σώμα του Ιησού. Τότε ο Πιλάτος διέταξε να το
δώσουν. 59 Και
ο Ιωσήφ πήρε το σώμα, το τύλιξε σε καθαρό, εκλεκτό λινό ύφασμα,
60 και
το έβαλε στο καινούριο του μνημείο το οποίο είχε λαξεύσει στο βράχο. Και
αφού κύλησε μια μεγάλη πέτρα στην πόρτα του μνημείου, έφυγε.
61
Η δε Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη
Μαρία έμειναν εκεί, καθισμένες μπροστά στον τάφο.
62 Την
επόμενη ημέρα, η οποία ήταν μετά την Προετοιμασία, συγκεντρώθηκαν οι
πρωθιερείς και οι Φαρισαίοι μπροστά στον Πιλάτο,
63 λέγοντας:
«Κύριε, θυμηθήκαμε ότι εκείνος ο απατεώνας είπε, ενώ ήταν ακόμη ζωντανός:
“Έπειτα από τρεις ημέρες θα εγερθώ”.
64 Γι’
αυτό, δώσε εντολή να ασφαλιστεί ο τάφος μέχρι την τρίτη ημέρα, ώστε να μην
έρθουν οι μαθητές του και τον κλέψουν και πουν στο λαό: “Εγέρθηκε από τους
νεκρούς!” και γίνει αυτή η τελευταία απάτη χειρότερη από την πρώτη».
65 Ο
Πιλάτος τούς είπε: «Έχετε φρουρά. Πηγαίνετε, ασφαλίστε τον όπως ξέρετε».
66 Αυτοί,
λοιπόν, πήγαν και ασφάλισαν τον τάφο σφραγίζοντας την πέτρα και τοποθετώντας
τη φρουρά.
28
Μετά το σάββατο, καθώς άρχιζε να
φέγγει την πρώτη ημέρα της εβδομάδας, ήρθαν η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη
Μαρία να δουν τον τάφο.
2 Και
είχε γίνει μεγάλος σεισμός· διότι άγγελος του Ιεχωβά είχε κατεβεί από τον
ουρανό και είχε πλησιάσει και είχε κυλήσει την πέτρα και καθόταν πάνω της.
3 Η
εξωτερική του εμφάνιση ήταν σαν αστραπή, και τα ρούχα του λευκά σαν χιόνι.
4 Μάλιστα
από φόβο για αυτόν οι φρουροί άρχισαν να τρέμουν και έγιναν σαν νεκροί.
5 Αλλά
ο άγγελος αποκρίθηκε και είπε στις γυναίκες: «Μη φοβάστε, γιατί ξέρω ότι
ψάχνετε τον Ιησού που κρεμάστηκε στο ξύλο.
6 Δεν
είναι εδώ, γιατί εγέρθηκε, όπως είχε πει. Ελάτε, δείτε το μέρος όπου
κειτόταν. 7 Και
πηγαίνετε γρήγορα και πείτε στους μαθητές του ότι εγέρθηκε από τους νεκρούς,
και τώρα πηγαίνει πριν από εσάς στη Γαλιλαία· εκεί θα τον δείτε. Ορίστε! Σας
το είπα».
8 Φεύγοντας,
λοιπόν, γρήγορα από το μνημείο, με φόβο και μεγάλη χαρά, έτρεξαν να το
αναφέρουν στους μαθητές του.
9 Και
τότε τις συνάντησε ο Ιησούς και είπε: «Χαίρετε!» Αυτές πλησίασαν και τον
έπιασαν από τα πόδια του και τον προσκύνησαν.
10 Τότε
ο Ιησούς τούς είπε: «Μη φοβάστε! Πηγαίνετε, αναφέρετέ το στους αδελφούς μου
για να φύγουν για τη Γαλιλαία· και εκεί θα με δουν».
11
Ενώ αυτές πήγαιναν, μερικοί από
τη φρουρά μπήκαν στην πόλη και ανέφεραν στους πρωθιερείς όλα όσα είχαν
συμβεί. 12 Και
αφού αυτοί συγκεντρώθηκαν μαζί με τους πρεσβυτέρους και συνεννοήθηκαν,
έδωσαν αρκετά ασημένια νομίσματα στους στρατιώτες
13 και
είπαν: «Να πείτε: “Οι μαθητές του ήρθαν τη νύχτα και τον έκλεψαν ενώ
κοιμόμασταν”. 14 Και
αν φτάσει αυτό στα αφτιά του κυβερνήτη, εμείς θα τον πείσουμε και θα σας
απαλλάξουμε από κάθε ανησυχία».
15 Εκείνοι,
λοιπόν, πήραν τα ασημένια νομίσματα και έκαναν όπως τους δασκάλεψαν· και
αυτά τα λόγια έχουν διαδοθεί παντού μεταξύ των Ιουδαίων μέχρι και σήμερα.
16 Ωστόσο,
οι έντεκα μαθητές πήγαν στη Γαλιλαία, στο βουνό που τους είχε ορίσει ο
Ιησούς, 17 και
όταν τον είδαν, τον προσκύνησαν, αλλά μερικοί αμφέβαλαν.
18 Και
ο Ιησούς πλησίασε και τους μίλησε, λέγοντας: «Μου έχει δοθεί όλη η εξουσία
στον ουρανό και στη γη.
19 Πηγαίνετε,
λοιπόν, και κάντε μαθητές από όλα τα έθνη, βαφτίζοντάς τους στο όνομα του
Πατέρα και του Γιου και του αγίου πνεύματος,
20 διδάσκοντάς
τους να τηρούν όλα όσα σας έχω παραγγείλει. Και εγώ είμαι μαζί σας όλες τις
ημέρες μέχρι την τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων».