April 13

Λουκάς 13:22 — 13:35
 

   22  Και ταξίδευε από πόλη σε πόλη και από χωριό σε χωριό, διδάσκοντας και συνεχίζοντας το ταξίδι του προς την Ιερουσαλήμ.  23  Του είπε, λοιπόν, κάποιος: «Κύριε, είναι λίγοι  αυτοί που σώζονται;» Εκείνος τους είπε: 24  «Να κάνετε σθεναρό αγώνα  για να μπείτε από τη στενή πόρτα,  επειδή πολλοί, σας λέω, θα ζητήσουν να μπουν αλλά δεν θα μπορέσουν,  25  όταν κάποτε ο οικοδεσπότης σηκωθεί και κλειδώσει την πόρτα και εσείς αρχίσετε να στέκεστε έξω και να χτυπάτε την πόρτα, λέγοντας: “Κύριε, άνοιξέ μας”.  Αλλά απαντώντας εκείνος θα σας πει: “Δεν ξέρω από πού είστε”.  26  Τότε θα αρχίσετε να λέτε: “Φάγαμε και ήπιαμε μπροστά σου, και εσύ δίδαξες στους πλατιούς μας δρόμους”.  27  Αλλά εκείνος θα μιλήσει και θα σας πει: “Δεν ξέρω από πού είστε. Φύγετε από εμένα, όλοι εσείς οι εργάτες της αδικίας!”  28  Εκεί θα είναι το κλάμα σας και το τρίξιμο των δοντιών σας,  όταν δείτε τον Αβραάμ και τον Ισαάκ και τον Ιακώβ και όλους τους προφήτες στη βασιλεία του Θεού,  αλλά εσάς να σας έχουν πετάξει έξω. 29  Μάλιστα θα έρθουν άνθρωποι από τα ανατολικά μέρη και τα δυτικά, και από το βορρά και το νότο,  και θα πλαγιάσουν μπροστά στο τραπέζι στη βασιλεία του Θεού.  30  Και υπάρχουν τελευταίοι που θα είναι πρώτοι, και υπάρχουν πρώτοι που θα είναι τελευταίοι».  

   31  Εκείνη την ώρα πλησίασαν κάποιοι Φαρισαίοι και του είπαν: «Βγες και φύγε από εδώ, επειδή ο Ηρώδης θέλει να σε σκοτώσει». 32  Και αυτός τους είπε: «Πηγαίνετε και πείτε σε αυτή την αλεπού:  “Δες! Εκβάλλω δαίμονες και επιτελώ θεραπείες σήμερα και αύριο, και την τρίτη ημέρα θα τελειώσω”.  33  Παρ’ όλα αυτά, πρέπει να πορεύομαι σήμερα και αύριο και την επόμενη ημέρα, επειδή δεν επιτρέπεται να θανατωθεί προφήτης έξω από την Ιερουσαλήμ.  34  Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, αυτή που σκοτώνει  τους προφήτες και λιθοβολεί  τους απεσταλμένους σε αυτήν—πόσες φορές θέλησα να συγκεντρώσω τα παιδιά σου, όπως συγκεντρώνει η κότα τα κλωσόπουλά της κάτω από τις φτερούγες της!  Αλλά εσείς δεν το θελήσατε.  35  Δείτε! Ο οίκος  σας εγκαταλείπεται σε εσάς. Σας λέω, δεν πρόκειται να με δείτε μέχρι να πείτε: “Ευλογημένος αυτός που έρχεται στο όνομα του Ιεχωβά!”»

 


22 And he journeyed through from city to city and from village to village, teaching and continuing on his journey to Jerusalem. 23 Now a certain man said to him: “Lord, are those who are being saved few?” He said to them: 24 “Exert yourselves vigorously to get in through the narrow door, because many, I tell YOU, will seek to get in but will not be able, 25 when once the householder has got up and locked the door, and YOU start to stand outside and to knock at the door, saying, ‘Sir, open to us.’ But in answer he will say to YOU, ‘I do not know where YOU are from.’ 26 Then YOU will start saying, ‘We ate and drank in front of you, and you taught in our broad ways.’ 27 But he will speak and say to YOU, ‘I do not know where YOU are from. Get away from me, all YOU workers of unrighteousness!’ 28 There is where [YOUR] weeping and the gnashing of [YOUR] teeth will be, when YOU see Abraham and Isaac and Jacob and all the prophets in the kingdom of God, but yourselves thrown outside. 29 Furthermore, people will come from eastern parts and western, and from north and south, and will recline at the table in the kingdom of God. 30 And, look! there are those last who will be first, and there are those first who will be last.”

31 In that very hour certain Pharisees came up, saying to him: “Get out and be on your way from here, because Herod wants to kill you.” 32 And he said to them: “Go and tell that fox, ‘Look! I am casting out demons and accomplishing healing today and tomorrow, and the third day I shall be finished.’ 33 Nevertheless, I must go on my way today and tomorrow and the following day, because it is not admissible for a prophet to be destroyed outside of Jerusalem. 34 Jerusalem, Jerusalem, the killer of the prophets and stoner of those sent forth to her—how often I wanted to gather your children together in the manner that a hen gathers her brood of chicks under her wings, but YOU people did not want [it]! 35 Look! YOUR house is abandoned to YOU. I tell YOU, YOU will by no means see me until YOU say, ‘Blessed is he that comes in Jehovah’s name.’”