June 13
 
Πράξεις 3:1 — 3:26
 

3  Ο Πέτρος και ο Ιωάννης ανέβαιναν στο ναό για την ώρα της προσευχής, την ένατη ώρα,  2 και κάποιοι μετέφεραν έναν άντρα που ήταν κουτσός από την κοιλιά  της μητέρας του, τον οποίο έβαζαν καθημερινά κοντά στην πόρτα του ναού που ονομαζόταν Ωραία,  για να ζητάει δώρα ελέους από εκείνους που έμπαιναν στο ναό.  3  Όταν αυτός είδε τον Πέτρο και τον Ιωάννη έτοιμους να μπουν στο ναό, άρχισε να ζητάει να λάβει δώρα ελέους.  4  Αλλά ο Πέτρος, μαζί με τον Ιωάννη, τον ατένισε  και είπε: «Κοίταξέ μας». 5 Αυτός, λοιπόν, συγκέντρωσε την προσοχή του πάνω τους, περιμένοντας να λάβει κάτι από αυτούς. 6 Ωστόσο, ο Πέτρος είπε: «Ασήμι και χρυσάφι δεν έχω στην κατοχή μου, αλλά αυτό που έχω αυτό σου δίνω:  Στο όνομα του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου,  περπάτα!»  7 Τότε τον έπιασε από το δεξί χέρι  και τον σήκωσε. Ευθύς τα πέλματα των ποδιών του και οι αστράγαλοί του σταθεροποιήθηκαν·  8 και αυτός, πηδώντας προς τα πάνω,  στάθηκε όρθιος και άρχισε να περπατάει και μπήκε μαζί τους στο ναό,  περπατώντας και πηδώντας και αινώντας τον Θεό. 9 Και όλος ο λαός  τον είδε να περπατάει και να αινεί τον Θεό. 10 Άρχισαν μάλιστα να τον αναγνωρίζουν, ότι αυτός ήταν που καθόταν για δώρα ελέους στην Ωραία  Πύλη του ναού, και γέμισαν έκπληξη και έκσταση  με αυτό που του συνέβη.

   11  Καθώς, λοιπόν, αυτός ήταν προσκολλημένος στον Πέτρο και στον Ιωάννη, όλος μαζί ο λαός έτρεξε σαστισμένος προς αυτούς στην αποκαλούμενη στοά του Σολομώντα.  12 Όταν ο Πέτρος το είδε αυτό, είπε στο λαό: «Άντρες Ισραηλίτες, γιατί απορείτε με αυτό, ή γιατί μας ατενίζετε σαν να τον κάναμε εμείς να περπατάει μέσω προσωπικής μας δύναμης ή θεοσεβούς αφοσίωσης;  13  Ο Θεός του Αβραάμ και του Ισαάκ και του Ιακώβ,  ο Θεός των προπατόρων μας, δόξασε  τον Υπηρέτη  του τον Ιησού, τον οποίο εσείς όμως παραδώσατε  και απαρνηθήκατε μπροστά στο πρόσωπο του Πιλάτου, όταν εκείνος είχε αποφασίσει να τον ελευθερώσει.  14  Ναι, απαρνηθήκατε εκείνον τον άγιο και δίκαιο,  και ζητήσατε να χαριστεί σε εσάς ένας άντρας φονιάς,  15 ενώ σκοτώσατε τον Πρώτιστο Παράγοντα της ζωής.  Αλλά ο Θεός τον ήγειρε από τους νεκρούς, γεγονός για το οποίο εμείς είμαστε μάρτυρες.  16 Το όνομά του, λοιπόν, μέσω της πίστης μας στο όνομά του, έκανε γερό αυτόν τον άνθρωπο, τον οποίο βλέπετε και γνωρίζετε, και η πίστη που είναι διαμέσου εκείνου του έδωσε την πλήρη αυτή υγεία ενώπιον όλων σας. 17 Και τώρα, αδελφοί, ξέρω ότι ενεργήσατε από άγνοια,  όπως και οι άρχοντές  σας. 18 Αλλά με αυτόν τον τρόπο εκπλήρωσε ο Θεός εκείνα που είχε προαναγγείλει μέσω του στόματος όλων των προφητών ότι θα υπέφερε ο Χριστός του. 

   19  »Μετανοήστε,  λοιπόν, και μεταστραφείτε  για να εξαλειφθούν οι αμαρτίες σας,  ώστε να έρθουν καιροί αναζωογόνησης  από το πρόσωπο του Ιεχωβά 20 και να αποστείλει αυτός τον διορισμένο για εσάς Χριστό, τον Ιησού, 21τον οποίο ο ουρανός πρέπει βεβαίως να κρατήσει μέσα του  μέχρι τους χρόνους της αποκατάστασης  όλων των πραγμάτων για τα οποία μίλησε ο Θεός μέσω του στόματος των αγίων του προφητών  της αρχαιότητας. 22 Μάλιστα ο Μωυσής είπε: “Ο Ιεχωβά Θεός θα εγείρει για εσάς, ανάμεσα από τους αδελφούς σας, έναν προφήτη σαν εμένα.  Πρέπει να τον ακούτε σε όλα όσα θα σας πει.  23  Πράγματι, όποια ψυχή δεν ακούσει εκείνον τον Προφήτη θα εξολοθρευτεί ανάμεσα από το λαό”.  24  Και όλοι επίσης οι προφήτες, από τον Σαμουήλ και εκείνους που τον διαδέχθηκαν και έπειτα, όσοι μίλησαν, διακήρυξαν καθαρά αυτές τις ημέρες.  25 Εσείς είστε οι γιοι  των προφητών και της διαθήκης την οποία έκανε ο Θεός με τους προπάτορές σας, λέγοντας στον Αβραάμ: “Και μέσω του σπέρματός σου θα ευλογηθούν όλες οι οικογένειες της γης”.  26 Σε εσάς πρώτα  ο Θεός, αφού ήγειρε τον Υπηρέτη του, τον απέστειλε να σας ευλογήσει απομακρύνοντας τον καθένα σας από τις πονηρές σας πράξεις».
 


3 Now Peter and John were going up into the temple for the hour of prayer, the ninth hour, 2 and a certain man that was lame from his mother’s womb was being carried, and they would daily put him near the temple door that was called Beautiful, in order to ask gifts of mercy from those entering into the temple. 3 When he caught sight of Peter and John about to go into the temple he began requesting to get gifts of mercy. 4 But Peter, together with John, gazed at him and said: “Take a look at us.” 5 So he fixed his attention upon them, expecting to get something from them. 6 However, Peter said: “Silver and gold I do not possess, but what I do have is what I give you: In the name of Jesus Christ the Nazarene, walk!” 7 With that he took hold of him by the right hand and raised him up. Instantly the soles of his feet and his anklebones were made firm; 8 and, leaping up, he stood up and began walking, and he entered with them into the temple, walking and leaping and praising God. 9 And all the people got sight of him walking and praising God. 10 Moreover, they began to recognize him, that this was the man that used to sit for gifts of mercy at the Beautiful Gate of the temple, and they became filled with astonishment and ecstasy at what had happened to him.

11 Well, as the man was holding onto Peter and John, all the people ran together to them at what was called Solomon’s colonnade, surprised out of their wits. 12 When Peter saw this, he said to the people: “Men of Israel, why are YOU wondering over this, or why are YOU gazing at us as though by personal power or godly devotion we have made him walk? 13 The God of Abraham and of Isaac and of Jacob, the God of our forefathers, has glorified his Servant, Jesus, whom YOU, for YOUR part, delivered up and disowned before Pilate’s face, when he had decided to release him. 14 Yes, YOU disowned that holy and righteous one, and YOU asked for a man, a murderer, to be freely granted to YOU, 15 whereas YOU killed the Chief Agent of life. But God raised him up from the dead, of which fact we are witnesses. 16 Consequently his name, by [our] faith in his name, has made this man strong whom YOU behold and know, and the faith that is through him has given the man this complete soundness in the sight of all of YOU. 17 And now, brothers, I know that YOU acted in ignorance, just as YOUR rulers also did. 18 But in this way God has fulfilled the things he announced beforehand through the mouth of all the prophets, that his Christ would suffer.

19 “Repent, therefore, and turn around so as to get YOUR sins blotted out, that seasons of refreshing may come from the person of Jehovah 20 and that he may send forth the Christ appointed for YOU, Jesus, 21 whom heaven, indeed, must hold within itself until the times of restoration of all things of which God spoke through the mouth of his holy prophets of old time. 22 In fact, Moses said, ‘Jehovah God will raise up for YOU from among YOUR brothers a prophet like me. YOU must listen to him according to all the things he speaks to YOU. 23 Indeed, any soul that does not listen to that Prophet will be completely destroyed from among the people.’ 24 And all the prophets, in fact, from Samuel on and those in succession, just as many as have spoken, have also plainly declared these days. 25 YOU are the sons of the prophets and of the covenant which God covenanted with YOUR forefathers, saying to Abraham, ‘And in your seed all the families of the earth will be blessed.’ 26 To YOU first God, after raising up his Servant, sent him forth to bless YOU by turning each one away from YOUR wicked deeds.”