June 15
 
Πράξεις 4:23 — 4:37
 

   23  Αυτοί, αφού ελευθερώθηκαν, πήγαν στους δικούς τους  και ανέφεραν όσα τους είχαν πει οι πρωθιερείς και οι πρεσβύτεροι. 24  Όταν το άκουσαν αυτό, εκείνοι ύψωσαν σύσσωμοι τη φωνή τους στον Θεό  και είπαν:

   «Υπέρτατε  Κύριε, εσύ είσαι Αυτός ο οποίος έκανε τον ουρανό και τη γη και τη θάλασσα και όλα όσα υπάρχουν σε αυτά,  25 και ο οποίος μέσω αγίου πνεύματος είπε με το στόμα του προπάτορά μας, του Δαβίδ  του υπηρέτη σου: “Γιατί ήρθαν τα έθνη σε αναβρασμό και οι λαοί στοχάστηκαν κενά πράγματα;  26 Οι βασιλιάδες της γης έλαβαν θέσεις και οι άρχοντες συγκεντρώθηκαν σαν ένας άνθρωπος εναντίον του Ιεχωβά και εναντίον του χρισμένου του”.  27 Διότι, πράγματι, ο Ηρώδης και ο Πόντιος Πιλάτος  μαζί με εθνικούς και με λαούς του Ισραήλ συγκεντρώθηκαν σε αυτή την πόλη εναντίον του αγίου  υπηρέτη σου του Ιησού, τον οποίο έχρισες,  28 για να κάνουν αυτά που το χέρι και η βουλή σου είχαν προορίσει να γίνουν.  29 Και τώρα, Ιεχωβά, δώσε προσοχή στις απειλές  τους και αξίωσε τους δούλους σου να εξακολουθήσουν να αναγγέλλουν το λόγο σου με κάθε τόλμη,  30 ενώ απλώνεις το χέρι σου για θεραπεία και ενώ γίνονται σημεία και θαυμαστά προμηνύματα  μέσω του ονόματος  του αγίου υπηρέτη  σου του Ιησού».

   31  Και αφού έκαναν δέηση, ο τόπος στον οποίο ήταν συγκεντρωμένοι σείστηκε·  και όλοι γέμισαν με το άγιο πνεύμα  και ανάγγελλαν το λόγο του Θεού με τόλμη. 

   32 Το δε πλήθος εκείνων που είχαν πιστέψει είχε μία καρδιά και ψυχή,  και ούτε ένας δεν έλεγε ότι κάποιο από τα υπάρχοντά του ήταν δικό του, αλλά είχαν τα πάντα κοινά.  33  Επίσης, με μεγάλη δύναμη οι απόστολοι συνέχισαν να μεταδίδουν τη μαρτυρία σχετικά με την ανάσταση του Κυρίου Ιησού·  και μεγάλη παρ’ αξία καλοσύνη ήταν πάνω σε όλους τους. 34  Στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε ανάμεσά τους κανείς που είχε ανάγκη·  διότι όλοι όσοι ήταν κάτοχοι αγρών ή σπιτιών τα πουλούσαν και έφερναν το αντίτιμο αυτών που είχαν πουληθεί 35 και το έβαζαν στα πόδια των αποστόλων.  Κατόπιν γινόταν διανομή  στον καθένα, ανάλογα με την ανάγκη που είχε. 36 Ο δε Ιωσήφ, που επονομάστηκε Βαρνάβας  από τους αποστόλους, το οποίο όταν μεταφράζεται σημαίνει Γιος Παρηγοριάς, ένας Λευίτης που καταγόταν από την Κύπρο 37 και ο οποίος είχε στην κατοχή του ένα κομμάτι γης, το πούλησε και έφερε τα χρήματα και τα έβαλε στα πόδια των αποστόλων. 
 


23 After being released they went to their own people and reported what things the chief priests and the older men had said to them. 24 Upon hearing this they with one accord raised their voices to God and said:

“Sovereign Lord, you are the One who made the heaven and the earth and the sea and all the things in them, 25 and who through holy spirit said by the mouth of our forefather David, your servant, ‘Why did nations become tumultuous and peoples meditate upon empty things? 26 The kings of the earth took their stand and the rulers massed together as one against Jehovah and against his anointed one.’ 27 Even so, both Herod and Pontius Pilate with [men of] nations and with peoples of Israel were in actuality gathered together in this city against your holy servant Jesus, whom you anointed, 28 in order to do what things your hand and counsel had foreordained to occur. 29 And now, Jehovah, give attention to their threats, and grant your slaves to keep speaking your word with all boldness, 30 while you stretch out your hand for healing and while signs and portents occur through the name of your holy servant Jesus.”

31 And when they had made supplication, the place in which they were gathered together was shaken; and they were one and all filled with the holy spirit and were speaking the word of God with boldness.

32 Moreover, the multitude of those who had believed had one heart and soul, and not even one would say that any of the things he possessed was his own; but they had all things in common. 33 Also, with great power the apostles continued giving forth the witness concerning the resurrection of the Lord Jesus; and undeserved kindness in large measure was upon them all. 34 In fact, there was not one in need among them; for all those who were possessors of fields or houses would sell them and bring the values of the things sold 35 and they would deposit them at the feet of the apostles. In turn distribution would be made to each one, just as he would have the need. 36 So Joseph, who was surnamed Barnabas by the apostles, which means, when translated, Son of Comfort, a Levite, a native of Cyprus, 37 possessing a piece of land, sold it and brought the money and deposited it at the feet of the apostles.