June 20
Πράξεις
7:30 — 7:50

   30 »Και αφού συμπληρώθηκαν σαράντα χρόνια, εμφανίστηκε σε αυτόν στην έρημο του Όρους Σινά ένας άγγελος μέσα στην πύρινη φλόγα μιας βάτου.  31Ο δε Μωυσής είδε και έμεινε έκθαμβος με αυτό το θέαμα.  Και καθώς πλησίαζε για να ερευνήσει, ακούστηκε η φωνή του Ιεχωβά: 32 “Εγώ είμαι ο Θεός των προπατόρων σου, ο Θεός του Αβραάμ και του Ισαάκ και του Ιακώβ”.  Τρέμοντας ο Μωυσής δεν τολμούσε να ερευνήσει περισσότερο. 33  Ο Ιεχωβά τού είπε: “Βγάλε τα σανδάλια από τα πόδια σου, γιατί ο τόπος στον οποίο στέκεσαι είναι άγιο έδαφος.  34  Ασφαλώς έχω δει την άδικη μεταχείριση του λαού μου που είναι στην Αίγυπτο  και έχω ακούσει το στεναγμό  τους και έχω κατεβεί να τους απελευθερώσω.  Και τώρα, έλα, θα σε αποστείλω στην Αίγυπτο”.  35 Αυτόν τον Μωυσή, τον οποίο εκείνοι απαρνήθηκαν, λέγοντας: “Ποιος σε διόρισε άρχοντα και κριτή;”  αυτόν απέστειλε  ο Θεός και ως άρχοντα και ως απελευθερωτή, μέσω του αγγέλου που εμφανίστηκε σε αυτόν στη βάτο. 36 Αυτός τους οδήγησε έξω,  αφού πρώτα εκτέλεσε θαυμαστά προμηνύματα και σημεία στην Αίγυπτο  και στην Ερυθρά Θάλασσα  και στην έρημο επί σαράντα χρόνια. 

   37 »Αυτός είναι ο Μωυσής που είπε στους γιους του Ισραήλ: “Ο Θεός θα εγείρει για εσάς, ανάμεσα από τους αδελφούς σας, έναν προφήτη σαν εμένα”.  38 Αυτός  είναι που βρέθηκε ανάμεσα στην εκκλησία,  στην έρημο, μαζί με τον άγγελο  που του μίλησε στο Όρος Σινά και με τους προπάτορές μας, και έλαβε ζωντανές ιερές εξαγγελίες  για να σας τις δώσει. 39 Σε αυτόν οι προπάτορές μας αρνήθηκαν να γίνουν υπάκουοι, αλλά τον παραμέρισαν  και μέσα στις καρδιές τους επέστρεψαν στην Αίγυπτο,  40 λέγοντας στον Ααρών: “Φτιάξε μας θεούς για να πηγαίνουν μπροστά μας. Διότι αυτός ο Μωυσής, που μας οδήγησε έξω από τη γη της Αιγύπτου, δεν ξέρουμε τι απέγινε”.  41Έφτιαξαν, λοιπόν, ένα μοσχάρι εκείνες τις ημέρες  και έφεραν θυσία στο είδωλο και άρχισαν να διασκεδάζουν με τα έργα των χεριών τους.  42 Τότε ο Θεός στράφηκε και τους παρέδωσε  για να αποδίδουν ιερή υπηρεσία στο στράτευμα του ουρανού, όπως είναι γραμμένο στο βιβλίο των προφητών:  “Μήπως σε εμένα προσφέρατε σφάγια και θυσίες επί σαράντα χρόνια στην έρημο, οίκε του Ισραήλ;  43  Αλλά σηκώσατε ψηλά τη σκηνή του Μολόχ  και το άστρο  του θεού Ρεφάν, τα ομοιώματα που φτιάξατε για να τα λατρεύετε. Γι’ αυτό, θα σας εκτοπίσω  πέρα από τη Βαβυλώνα”.

   44  »Οι προπάτορές μας είχαν τη σκηνή της μαρτυρίας στην έρημο, ακριβώς όπως εκείνος έδωσε εντολές, όταν μίλησε στον Μωυσή, να τη φτιάξει σύμφωνα με το υπόδειγμα που είχε δει.  45 Και οι προπάτορές μας, που την παρέλαβαν στη συνέχεια, την έφεραν μαζί με τον Ιησού του Ναυή  στη γη την οποία κατείχαν τα έθνη  που ο Θεός έδιωξε μπροστά από τους προπάτορές μας.  Εδώ παρέμεινε μέχρι τις ημέρες του Δαβίδ. 46 Αυτός βρήκε εύνοια  στα μάτια του Θεού και ζήτησε το προνόμιο να προμηθεύσει κατοικία  για τον Θεό του Ιακώβ. 47 Ωστόσο, ο Σολομών έχτισε οίκο για αυτόν.  48 Εντούτοις, ο Ύψιστος δεν κατοικεί σε οίκους φτιαγμένους από χέρια·  όπως λέει ο προφήτης: 49 “Ο ουρανός είναι ο θρόνος μου  και η γη το υποπόδιό μου.  Τι είδους οίκο θα χτίσετε για εμένα; λέει ο Ιεχωβά. Ή ποιος είναι ο τόπος για την ανάπαυσή μου;  50 Δεν τα έκανε το χέρι μου όλα αυτά;” 
 


30 “And when forty years were fulfilled, there appeared to him in the wilderness of Mount Sinai an angel in the fiery flame of a thornbush. 31 Now when Moses saw it he marveled at the sight. But as he was approaching to investigate, Jehovah’s voice came, 32 ‘I am the God of your forefathers, the God of Abraham and of Isaac and of Jacob.’ Seized with trembling, Moses did not dare to investigate further. 33 Jehovah said to him, ‘Take the sandals off your feet, for the place on which you are standing is holy ground. 34 I have certainly seen the wrongful treatment of my people who are in Egypt, and I have heard their groaning and I have come down to deliver them. And now come, I will send you off to Egypt.’ 35 This Moses, whom they disowned, saying, ‘Who appointed you ruler and judge?’ this man God sent off as both ruler and deliverer by the hand of the angel that appeared to him in the thornbush. 36 This man led them out after doing portents and signs in Egypt and in the Red Sea and in the wilderness for forty years.

37 “This is the Moses that said to the sons of Israel, ‘God will raise up for YOU from among YOUR brothers a prophet like me.’ 38 This is he that came to be among the congregation in the wilderness with the angel that spoke to him on Mount Sinai and with our forefathers, and he received living sacred pronouncements to give YOU. 39 To him our forefathers refused to become obedient, but they thrust him aside and in their hearts they turned back to Egypt, 40 saying to Aaron, ‘Make gods for us to go ahead of us. For this Moses, who led us out of the land of Egypt, we do not know what has happened to him.’ 41 So they made a calf in those days and brought up a sacrifice to the idol and began to enjoy themselves in the works of their hands. 42 So God turned and handed them over to render sacred service to the army of heaven, just as it is written in the book of the prophets, ‘It was not to me that YOU offered victims and sacrifices for forty years in the wilderness, was it, O house of Israel? 43 But it was the tent of Moloch and the star of the god Rephan that YOU took up, the figures which YOU made to worship them. Consequently I will deport YOU beyond Babylon.’

44 “Our forefathers had the tent of the witness in the wilderness, just as he gave orders when speaking to Moses to make it according to the pattern he had seen. 45 And our forefathers who succeeded to it also brought it in with Joshua into the land possessed by the nations, whom God thrust out from before our forefathers. Here it remained until the days of David. 46 He found favor in the sight of God and asked for [the privilege of] providing a habitation for the God of Jacob. 47 However, Solomon built a house for him. 48 Nevertheless, the Most High does not dwell in houses made with hands; just as the prophet says, 49 ‘The heaven is my throne, and the earth is my footstool. What sort of house will YOU build for me? Jehovah says. Or what is the place for my resting? 50 My hand made all these things, did it not?’