June 30
Πράξεις
13:26 — 13:52

   26 »Άντρες αδελφοί, γιοι του γένους του Αβραάμ και οι άλλοι μεταξύ σας που φοβούνται τον Θεό, ο λόγος αυτής της σωτηρίας στάλθηκε σε εμάς.  27 Διότι οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ και οι άρχοντές τους δεν γνώρισαν Αυτόν  αλλά, όταν ενήργησαν ως δικαστές, εκπλήρωσαν αυτά που ειπώθηκαν από τους Προφήτες,  τα οποία διαβάζονται μεγαλόφωνα κάθε Σάββατο, 28 και μολονότι δεν βρήκαν καμιά αιτία θανάτου  απαίτησαν από τον Πιλάτο να εκτελεστεί.  29 Αφού, λοιπόν, επιτέλεσαν όλα όσα ήταν γραμμένα σχετικά με αυτόν,  τον κατέβασαν από το ξύλο  και τον έβαλαν σε ένα μνημείο.  30 Αλλά ο Θεός τον ήγειρε από τους νεκρούς·  31 και επί πολλές ημέρες αυτός έγινε ορατός σε εκείνους που είχαν ανεβεί μαζί του από τη Γαλιλαία στην Ιερουσαλήμ, οι οποίοι είναι τώρα μάρτυρές του στο λαό. 

   32 »Έτσι λοιπόν, σας διακηρύττουμε τα καλά νέα σχετικά με την υπόσχεση που δόθηκε στους προπάτορες,  33  ότι ο Θεός την έχει εκπληρώσει πλήρως σε εμάς τα παιδιά τους, ανασταίνοντας τον Ιησού·  όπως μάλιστα είναι γραμμένο στο δεύτερο ψαλμό: “Γιος μου είσαι εσύ· εγώ σήμερα έγινα Πατέρας σου”.  34  Και αυτό το γεγονός, το ότι τον ανέστησε από τους νεκρούς χωρίς να μέλλει πια να επιστρέψει σε φθορά, το έχει δηλώσει με τον εξής τρόπο: “Θα σας δώσω τις εκδηλώσεις στοργικής καλοσύνης προς τον Δαβίδ οι οποίες είναι πιστές”.  35 Γι’ αυτό λέει και σε έναν άλλον ψαλμό: “Δεν θα επιτρέψεις να δει ο όσιός σου φθορά”.  36 Διότι ο Δαβίδ  μεν υπηρέτησε το ρητό θέλημα του Θεού στη δική του γενιά και κοιμήθηκε τον ύπνο του θανάτου και τέθηκε μαζί με τους προπάτορές του και είδε πράγματι φθορά.  37 Αυτός, όμως, τον οποίο ήγειρε ο Θεός δεν είδε φθορά. 

   38  »Ας είναι, λοιπόν, γνωστό σε εσάς, αδελφοί, ότι μέσω Αυτού σας διαγγέλλεται συγχώρηση αμαρτιών·  39 και ότι όποιος πιστεύει ανακηρύσσεται μέσω Αυτού απαλλαγμένος από ενοχή  για όλα όσα δεν μπορέσατε να ανακηρυχτείτε απαλλαγμένοι από ενοχή μέσω του νόμου του Μωυσή.  40  Γι’ αυτό, κοιτάξτε να μην έρθει πάνω σας αυτό που λέγεται στους Προφήτες: 41 “Δείτε το, καταφρονητές, και απορήστε με αυτό και αφανιστείτε, επειδή εγώ επεξεργάζομαι ένα έργο στις ημέρες σας, έργο που δεν πρόκειται να πιστέψετε ακόμη και αν κάποιος σας το αφηγηθεί λεπτομερώς”». 

   42  Και καθώς αυτοί έβγαιναν έξω, οι άνθρωποι άρχισαν να ικετεύουν να τους ειπωθούν αυτά τα ζητήματα το επόμενο σάββατο.  43  Γι’ αυτό, αφού διαλύθηκε η συνέλευση της συναγωγής, πολλοί από τους Ιουδαίους και τους προσήλυτους που λάτρευαν τον Θεό ακολούθησαν τον Παύλο και τον Βαρνάβα,  οι οποίοι μιλώντας τους τούς παρότρυναν  να παραμένουν στην παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού. 

   44  Το επόμενο σάββατο, όλη σχεδόν η πόλη συγκεντρώθηκε για να ακούσει το λόγο του Ιεχωβά.  45 Όταν οι Ιουδαίοι είδαν τα πλήθη, γέμισαν ζήλια  και άρχισαν να αντιλέγουν βλάσφημα στα όσα έλεγε ο Παύλος.  46 Τότε, μιλώντας με τόλμη, ο Παύλος και ο Βαρνάβας είπαν: «Ήταν αναγκαίο να αναγγελθεί πρώτα σε εσάς ο λόγος του Θεού.  Αφού εσείς τον απωθείτε  και δεν κρίνετε τους εαυτούς σας άξιους αιώνιας ζωής, στρεφόμαστε στα έθνη.  47 Μάλιστα, ο Ιεχωβά μάς έχει δώσει εντολή με τα εξής λόγια: “Σε διόρισα φως των εθνών  για να είσαι σωτηρία μέχρι την άκρη της γης”». 

   48 Όταν το άκουσαν αυτό οι εθνικοί, άρχισαν να χαίρονται και να δοξάζουν το λόγο του Ιεχωβά,  και όλοι όσοι είχαν τη σωστή διάθεση για αιώνια ζωή έγιναν πιστοί.  49 Και ο λόγος του Ιεχωβά συνέχισε να διαδίδεται σε ολόκληρο τον τόπο.  50 Αλλά οι Ιουδαίοι  ξεσήκωσαν τις ευυπόληπτες γυναίκες που λάτρευαν τον Θεό και τους προύχοντες της πόλης, και υποκίνησαν διωγμό  εναντίον του Παύλου και του Βαρνάβα και τους πέταξαν έξω από τα όριά τους. 51Αυτοί τίναξαν τη σκόνη από τα πόδια τους εναντίον τους  και πήγαν στο Ικόνιο. 52 Και οι μαθητές συνέχισαν να γεμίζουν χαρά  και άγιο πνεύμα.
 

End of June


     
      26
 “Men, brothers, YOU sons of the stock of Abraham and those [others] among YOU who fear God, the word of this salvation has been sent forth to us. 27 For the inhabitants of Jerusalem and their rulers did not know this One, but, when acting as judges, they fulfilled the things voiced by the Prophets, which things are read aloud every Sabbath, 28 and, although they found no cause for death, they demanded of Pilate that he be executed. 29 When, now, they had accomplished all the things written about him, they took him down from the stake and laid him in a memorial tomb. 30 But God raised him up from the dead; 31 and for many days he became visible to those who had gone up with him from Galilee to Jerusalem, who are now his witnesses to the people.

32 “And so we are declaring to YOU the good news about the promise made to the forefathers, 33 that God has entirely fulfilled it to us their children in that he resurrected Jesus; even as it is written in the second psalm, ‘You are my son, I have become your Father this day.’ 34 And that fact that he resurrected him from the dead destined no more to return to corruption, he has stated in this way, ‘I will give YOU people the loving-kindnesses to David that are faithful.’ 35 Hence he also says in another psalm, ‘You will not allow your loyal one to see corruption.’ 36 For David, on the one hand, served the express will of God in his own generation and fell asleep [in death] and was laid with his forefathers and did see corruption. 37 On the other hand, he whom God raised up did not see corruption.

38 “Let it therefore be known to YOU, brothers, that through this One a forgiveness of sins is being published to YOU; 39 and that from all the things from which YOU could not be declared guiltless by means of the law of Moses, everyone who believes is declared guiltless by means of this One. 40 Therefore see to it that what is said in the Prophets does not come upon YOU, 41 ‘Behold it, YOU scorners, and wonder at it, and vanish away, because I am working a work in YOUR days, a work that YOU will by no means believe even if anyone relates it to YOU in detail.’”

42 Now when they were going out, the people began entreating for these matters to be spoken to them on the following sabbath. 43 So after the synagogue assembly was dissolved, many of the Jews and of the proselytes who worshiped [God] followed Paul and Barnabas, who in speaking to them began urging them to continue in the undeserved kindness of God.

44 The next sabbath nearly all the city gathered together to hear the word of Jehovah. 45 When the Jews got sight of the crowds, they were filled with jealousy and began blasphemously contradicting the things being spoken by Paul. 46 And so, talking with boldness, Paul and Barnabas said: “It was necessary for the word of God to be spoken first to YOU. Since YOU are thrusting it away from YOU and do not judge yourselves worthy of everlasting life, look! we turn to the nations. 47 In fact, Jehovah has laid commandment upon us in these words, ‘I have appointed you as a light of nations, for you to be a salvation to the extremity of the earth.’”

48 When those of the nations heard this, they began to rejoice and to glorify the word of Jehovah, and all those who were rightly disposed for everlasting life became believers. 49 Furthermore, the word of Jehovah went on being carried throughout the whole country. 50 But the Jews stirred up the reputable women who worshiped [God] and the principal men of the city, and they raised up a persecution against Paul and Barnabas and threw them outside their boundaries. 51 These shook the dust off their feet against them and went to Iconium. 52 And the disciples continued to be filled with joy and holy spirit.