March 28
Λουκάς 7:36 — 7:50
36
Κάποιος δε από τους Φαρισαίους τού ζητούσε να φάει μαζί του. Εκείνος, λοιπόν,
μπήκε στο σπίτι του Φαρισαίου και
πλάγιασε μπροστά στο τραπέζι.
37
Και μια γυναίκα που ήταν γνωστή στην πόλη ως αμαρτωλή έμαθε ότι αυτός πλάγιαζε
για το γεύμα στο σπίτι του Φαρισαίου και έφερε ένα αλαβάστρινο
δοχείο με αρωματικό λάδι
38
και αφού στάθηκε πίσω, κοντά στα πόδια του, κλαίγοντας, άρχισε να βρέχει τα
πόδια του με τα δάκρυά της και τα σκούπιζε με τα μαλλιά του κεφαλιού της. Επίσης,
φιλούσε τρυφερά τα πόδια του και τα άλειβε με το αρωματικό λάδι.
39
Βλέποντάς το αυτό, ο Φαρισαίος που τον προσκάλεσε είπε μέσα του: «Αν αυτός ο
άνθρωπος ήταν προφήτης, θα γνώριζε
ποια και τι είδους γυναίκα είναι αυτή που τον αγγίζει—ότι είναι αμαρτωλή».
40
Και απαντώντας ο Ιησούς τού είπε: «Σίμων, έχω κάτι να σου πω». Εκείνος είπε: «Δάσκαλε,
πες το!»
41
«Δύο άντρες ήταν χρεώστες σε κάποιον δανειστή· ο ένας χρωστούσε πεντακόσια
δηνάρια, ο άλλος όμως πενήντα.
42
Ενώ δεν είχαν τίποτα με το οποίο να ξεπληρώσουν το χρέος, αυτός το χάρισε
και στους δύο. Επομένως, ποιος από αυτούς θα τον αγαπάει περισσότερο;»
43
Απαντώντας ο Σίμων είπε: «Υποθέτω, εκείνος στον οποίο χάρισε τα περισσότερα».
Εκείνος του είπε: «Ορθά έκρινες».
44
Τότε στράφηκε στη γυναίκα και είπε στον Σίμωνα: «Βλέπεις αυτή τη γυναίκα; Μπήκα
στο σπίτι σου· εσύ δεν μου έδωσες νερό
για τα πόδια μου. Αλλά αυτή η γυναίκα έβρεξε τα πόδια μου με τα δάκρυά της
και τα σκούπισε με τα μαλλιά της.
45
Εσύ δεν μου έδωσες φιλί· αλλά αυτή η
γυναίκα, από την ώρα που μπήκα μέσα, δεν έπαψε να φιλάει τρυφερά τα πόδια μου.
46
Εσύ δεν άλειψες το κεφάλι μου με λάδι·
αλλά αυτή η γυναίκα άλειψε τα πόδια μου με αρωματικό λάδι.
47
Χάρη σε αυτό, σου λέω, της συγχωρούνται οι αμαρτίες,
αν και είναι πολλές, επειδή αγάπησε πολύ· αλλά αυτός στον οποίο
συγχωρούνται λίγα, αγαπάει λίγο».
48
Κατόπιν είπε σε αυτήν: «Σου συγχωρούνται οι αμαρτίες».
49
Τότε εκείνοι που ήταν πλαγιασμένοι μπροστά στο τραπέζι μαζί του άρχισαν να λένε
μέσα τους: «Ποιος είναι αυτός που και αμαρτίες ακόμη συγχωρεί;»
50
Αλλά εκείνος είπε στη γυναίκα: «Η πίστη σου σε έσωσε·
πήγαινε με ειρήνη».
36 Now a certain one of the Pharisees kept asking him to dine with him. Accordingly he entered into the house of the Pharisee and reclined at the table. 37 And, look! a woman who was known in the city to be a sinner learned that he was reclining at a meal in the house of the Pharisee, and she brought an alabaster case of perfumed oil, 38 and, taking a position behind at his feet, she wept and started to wet his feet with her tears and she would wipe them off with the hair of her head. Also, she tenderly kissed his feet and greased them with the perfumed oil. 39 At the sight the Pharisee that invited him said within himself: “This man, if he were a prophet, would know who and what kind of woman it is that is touching him, that she is a sinner.” 40 But in reply Jesus said to him: “Simon, I have something to say to you.” He said: “Teacher, say it!”
41 “Two
men were debtors to a certain lender; the one was in debt for five hundred
denarii, but the other for fifty.
42 When
they did not have anything with which to pay back, he freely forgave them both.
Therefore, which of them will love him the more?”
43 In
answer Simon said: “I suppose it is the one to whom he freely forgave the more.”
He said to him: “You judged correctly.”
44 With
that he turned to the woman and said to Simon: “Do you behold this woman? I
entered into your house; you gave me no water for my feet. But this woman wet my
feet with her tears and wiped them off with her hair.
45 You
gave me no kiss; but this woman, from the hour that I came in, did not leave off
tenderly kissing my feet.
46 You
did not grease my head with oil; but this woman greased my feet with perfumed
oil.
47 By
virtue of this, I tell you, her sins, many though they are, are forgiven,
because she loved much; but he who is forgiven little, loves little.”
48 Then
he said to her: “Your sins are forgiven.”
49 At
this those reclining at the table with him started to say within themselves:
“Who is this man who even forgives sins?”
50 But
he said to the woman: “Your faith has saved you; go your way in peace.”