May 10
       Ιωάννης 5:31 — 6:15


   31  »Αν μόνο εγώ δίνω μαρτυρία  για τον εαυτό μου, η μαρτυρία μου δεν είναι αληθινή.  32  Άλλος είναι αυτός που δίνει μαρτυρία για εμένα, και γνωρίζω ότι η μαρτυρία την οποία δίνει  για εμένα είναι αληθινή. 33  Εσείς στείλατε άντρες στον Ιωάννη, και εκείνος έδωσε μαρτυρία για την αλήθεια.  34  Ωστόσο, εγώ δεν αποδέχομαι τη μαρτυρία που είναι από άνθρωπο, αλλά τα λέω αυτά για να σωθείτε.  35  Εκείνος ήταν λυχνάρι που έκαιγε και έλαμπε, και εσείς για λίγο καιρό ήσασταν διατεθειμένοι να ευφρανθείτε με το φως του.  36  Εγώ, όμως, έχω τη μαρτυρία που είναι μεγαλύτερη από αυτήν του Ιωάννη, γιατί τα έργα τα οποία μου ανέθεσε ο Πατέρας μου να επιτελέσω, αυτά τα έργα που κάνω,  δίνουν για εμένα μαρτυρία ότι ο Πατέρας με απέστειλε. 37  Επίσης, ο Πατέρας που με έστειλε έχει δώσει ο ίδιος μαρτυρία για εμένα.  Εσείς ούτε τη φωνή του έχετε ακούσει ποτέ ούτε τη μορφή του έχετε δει·  38  και ο λόγος του δεν παραμένει σε εσάς, επειδή αυτόν που απέστειλε δεν τον πιστεύετε.

   39  »Εσείς ερευνάτε τις Γραφές,  επειδή νομίζετε ότι μέσω αυτών θα έχετε αιώνια ζωή· και αυτές είναι που δίνουν μαρτυρία για εμένα.  40  Και όμως, δεν θέλετε να έρθετε σε εμένα για να έχετε ζωή.  41  Δεν αποδέχομαι δόξα από ανθρώπους,  42  αλλά γνωρίζω καλά ότι δεν έχετε την αγάπη του Θεού μέσα σας.  43  Εγώ έχω έρθει εξ ονόματος του Πατέρα μου,  αλλά δεν με δέχεστε· αν κάποιος άλλος ερχόταν εξ ονόματος του εαυτού του, εκείνον θα τον δεχόσασταν. 44  Πώς μπορείτε εσείς να πιστέψετε, όταν αποδέχεστε δόξα  ο ένας από τον άλλον και δεν επιζητείτε τη δόξα που έρχεται από τον μόνο Θεό;  45  Μη νομίζετε ότι εγώ θα σας κατηγορήσω στον Πατέρα· υπάρχει κάποιος που σας κατηγορεί, ο Μωυσής,  στον οποίο έχετε στηρίξει την ελπίδα σας. 46  Διότι αν πιστεύατε τον Μωυσή, θα πιστεύατε και εμένα, γιατί εκείνος έγραψε για εμένα.  47  Αλλά αν δεν πιστεύετε τα συγγράμματα εκείνου,  πώς θα πιστέψετε τα δικά μου λόγια;»

6  Έπειτα από αυτά, ο Ιησούς έφυγε για την απέναντι πλευρά της θάλασσας της Γαλιλαίας, δηλαδή της Τιβεριάδας.  2  Αλλά ένα μεγάλο πλήθος συνέχισε να τον ακολουθεί, επειδή έβλεπαν τα σημεία που εκτελούσε στους ασθενείς.  3  Ο Ιησούς, λοιπόν, ανέβηκε σε ένα βουνό  και καθόταν εκεί μαζί με τους μαθητές του. 4  Πλησίαζε δε το πάσχα,  η γιορτή των Ιουδαίων. 5  Όταν ο Ιησούς σήκωσε τα μάτια του και παρατήρησε ότι μεγάλο πλήθος ερχόταν προς αυτόν, είπε στον Φίλιππο: «Από πού θα αγοράσουμε ψωμιά για να φάνε αυτοί;»  6  Ωστόσο, το έλεγε αυτό για να τον δοκιμάσει, γιατί ο ίδιος γνώριζε τι επρόκειτο να κάνει. 7  Ο Φίλιππος του απάντησε: «Ψωμιά αξίας διακοσίων δηναρίων δεν αρκούν σε αυτούς για να πάρει λίγο ο καθένας».  8  Ένας από τους μαθητές του, ο Ανδρέας, ο αδελφός του Σίμωνα Πέτρου, του είπε: 9  «Είναι εδώ ένα αγοράκι που έχει πέντε κριθαρένια ψωμιά  και δύο μικρά ψάρια. Αλλά τι είναι αυτά για τόσο πολλούς;»   

   10  Ο Ιησούς είπε: «Βάλτε τους ανθρώπους να πλαγιάσουν όπως σε γεύμα».  Υπήρχε πολύ χορτάρι σε εκείνο το μέρος. Οι άντρες, λοιπόν, πλάγιασαν για το γεύμα, περίπου πέντε χιλιάδες τον αριθμό.   11  Και ο Ιησούς πήρε τα ψωμιά και, αφού είπε μια ευχαριστήρια προσευχή, τα μοίρασε σε εκείνους που πλάγιαζαν για το γεύμα, και παρόμοια όσα από τα μικρά ψάρια ήθελαν.   12  Όταν όμως χόρτασαν,  είπε στους μαθητές του: «Μαζέψτε τα κομμάτια που απομένουν, ώστε να μη σπαταληθεί τίποτα».  13  Τα μάζεψαν, λοιπόν, και γέμισαν δώδεκα καλάθια με κομμάτια από τα πέντε κριθαρένια ψωμιά, τα οποία άφησαν εκείνοι που είχαν φάει.   

   14  Ως αποτέλεσμα, όταν οι άνθρωποι είδαν τα σημεία που εκτέλεσε, άρχισαν να λένε: «Αυτός είναι σίγουρα ο προφήτης  που θα ερχόταν στον κόσμο».  15  Ο Ιησούς, λοιπόν, γνωρίζοντας ότι επρόκειτο να έρθουν και να τον αρπάξουν για να τον κάνουν βασιλιά, αποσύρθηκε  ξανά στο βουνό ολομόναχος.  
 


31 “If I alone bear witness about myself, my witness is not true. 32 There is another that bears witness about me, and I know that the witness which he bears about me is true. 33 YOU have dispatched men to John, and he has borne witness to the truth. 34 However, I do not accept the witness from man, but I say these things that YOU may be saved. 35 That man was a burning and shining lamp, and YOU for a short time were willing to rejoice greatly in his light. 36 But I have the witness greater than that of John, for the very works that my Father assigned me to accomplish, the works themselves that I am doing, bear witness about me that the Father dispatched me. 37 Also, the Father who sent me has himself borne witness about me. YOU have neither heard his voice at any time nor seen his figure; 38 and YOU do not have his word remaining in YOU, because the very one whom he dispatched YOU do not believe.

39 “YOU are searching the Scriptures, because YOU think that by means of them YOU will have everlasting life; and these are the very ones that bear witness about me. 40 And yet YOU do not want to come to me that YOU may have life. 41 I do not accept glory from men, 42 but I well know that YOU do not have the love of God in YOU. 43 I have come in the name of my Father, but YOU do not receive me; if someone else arrived in his own name, YOU would receive that one. 44 How can YOU believe, when YOU are accepting glory from one another and YOU are not seeking the glory that is from the only God? 45 Do not think that I will accuse YOU to the Father; there is one that accuses YOU, Moses, in whom YOU have put YOUR hope. 46 In fact, if YOU believed Moses YOU would believe me, for that one wrote about me. 47 But if YOU do not believe the writings of that one, how will YOU believe my sayings?”

6
After these things Jesus departed across the sea of Galilee, or Tiberias. 2 But a great crowd kept following him, because they were beholding the signs he was performing upon those who were ill. 3 So Jesus went up into a mountain, and there he was sitting with his disciples. 4 Now the passover, the festival of the Jews, was near. 5 When, therefore, Jesus raised his eyes and observed that a great crowd was coming to him, he said to Philip: “Where shall we buy loaves for these to eat?” 6 However, he was saying this to test him, for he himself knew what he was about to do. 7 Philip answered him: “Two hundred denarii worth of loaves is not enough for them, so that each one may get a little.” 8 One of his disciples, Andrew the brother of Simon Peter, said to him: 9 “Here is a little boy that has five barley loaves and two small fishes. But what are these among so many?”

10 Jesus said: “HAVE the men recline as at meal.” Now there was a lot of grass in the place. Therefore the men reclined, about five thousand in number. 11 So Jesus took the loaves and, after giving thanks, he distributed them to those reclining, likewise also as much of the small fishes as they wanted. 12 But when they had their fill he said to his disciples: “Gather together the fragments that remain over, so that nothing is wasted.” 13 Therefore they gathered them together, and they filled twelve baskets with fragments from the five barley loaves, which were left over by those who had eaten.

14 Hence when the men saw the signs he performed, they began to say: “This is for a certainty the prophet that was to come into the world.” 15 Therefore Jesus, knowing they were about to come and seize him to make him king, withdrew again into the mountain all alone.