November 3
     Εβραίους
6:1 — 6:20

6  Γι’ αυτόν το λόγο, τώρα που έχουμε αφήσει τα αρχικά  δόγματα σχετικά με τον Χριστό,  ας προχωρούμε εντατικά προς την ωριμότητα,  χωρίς να θέτουμε πάλι θεμέλιο,  δηλαδή μετάνοια από νεκρά έργα  και πίστη προς τον Θεό,  2  τη διδασκαλία για βαφτίσματα  και την επίθεση των χεριών,  την ανάσταση των νεκρών  και την αιώνια κρίση.  3  Και αυτό θα το κάνουμε, αν πράγματι επιτρέπει ο Θεός.  

   4  Διότι είναι αδύνατον σε ό,τι αφορά εκείνους οι οποίοι έχουν μία φορά για πάντα διαφωτιστεί  και έχουν γευτεί την ουράνια δωρεά  και έχουν γίνει μέτοχοι αγίου πνεύματος  5  και έχουν γευτεί  τον καλό λόγο του Θεού καθώς και δυνάμεις του ερχόμενου συστήματος πραγμάτων,  6  αλλά οι οποίοι έχουν πέσει,  να τους αναζωογονήσει κανείς πάλι σε μετάνοια,  επειδή οι ίδιοι ξανακρεμούν στο ξύλο τον Γιο του Θεού και τον ντροπιάζουν δημόσια.  7  Παραδείγματος χάρη, το έδαφος το οποίο πίνει τη βροχή που έρχεται συχνά πάνω του, και το οποίο κατόπιν παράγει βλάστηση κατάλληλη για εκείνους για τους οποίους και καλλιεργείται,  λαβαίνει σε ανταπόδοση ευλογία από τον Θεό. 8  Αλλά αν παράγει αγκάθια και τριβόλια, απορρίπτεται και είναι κοντά στο να λάβει κατάρα·  και καταλήγει να καεί.  

   9  Ωστόσο, στην περίπτωσή σας, αγαπητοί, είμαστε πεπεισμένοι για καλύτερα πράγματα και πράγματα που συνοδεύονται από σωτηρία, μολονότι μιλάμε με αυτόν τον τρόπο. 10  Διότι ο Θεός δεν είναι άδικος ώστε να ξεχάσει το έργο σας και την αγάπη που δείξατε για το όνομά του,  εφόσον έχετε διακονήσει τους αγίους  και συνεχίζετε να διακονείτε. 11  Θέλουμε δε ο καθένας σας να δείχνει την ίδια φιλοπονία, ώστε να έχει την πλήρη βεβαιότητα  της ελπίδας  μέχρι το τέλος,  12  για να μη γίνετε οκνηροί,  αλλά να είστε μιμητές  εκείνων οι οποίοι μέσω πίστης και υπομονής κληρονομούν τις υποσχέσεις.  

   13  Διότι όταν ο Θεός έδωσε την υπόσχεσή του στον Αβραάμ,  επειδή δεν μπορούσε να ορκιστεί σε κανέναν μεγαλύτερο, ορκίστηκε  στον εαυτό του, 14  λέγοντας: «Βεβαίως ευλογώντας θα σε ευλογήσω, και πληθύνοντας θα σε πληθύνω».  15  Και έτσι, αφού πρώτα ο Αβραάμ έδειξε υπομονή, απέκτησε αυτή την υπόσχεση.  16  Διότι οι άνθρωποι ορκίζονται σε εκείνον που είναι μεγαλύτερος,  και ο όρκος τους είναι το τέλος κάθε αντιλογίας, επειδή αποτελεί νομική εγγύηση για αυτούς.  17  Με αυτόν τον τρόπο ο Θεός, όταν σκόπευε να καταδείξει περισσότερο στους κληρονόμους  της υπόσχεσης το αμετάβλητο  της βουλής του, επενέβη με όρκο, 18  ώστε, μέσω δύο αμετάβλητων πραγμάτων σε σχέση με τα οποία είναι αδύνατον να πει ψέματα ο Θεός,  να έχουμε εμείς, που έχουμε τρέξει στο καταφύγιο, ισχυρή ενθάρρυνση για να κρατήσουμε την ελπίδα  που έχει τεθεί μπροστά μας. 19  Αυτή την ελπίδα  την έχουμε σαν άγκυρα για την ψυχή, σίγουρη και σταθερή, και αυτή μπαίνει στο εσωτερικό μέρος της κουρτίνας,  20  εκεί που ένας πρόδρομος έχει μπει για χάρη μας,  ο Ιησούς, ο οποίος έχει γίνει αρχιερέας για πάντα σύμφωνα με τον τρόπο με τον οποίο ήταν ο Μελχισεδέκ.

 


6 For this reason, now that we have left the primary doctrine about the Christ, let us press on to maturity, not laying a foundation again, namely, repentance from dead works, and faith toward God, 2 the teaching on baptisms and the laying on of the hands, the resurrection of the dead and everlasting judgment. 3 And this we will do, if God indeed permits.

4 For it is impossible as regards those who have once for all been enlightened, and who have tasted the heavenly free gift, and who have become partakers of holy spirit, 5 and who have tasted the fine word of God and powers of the coming system of things, 6 but who have fallen away, to revive them again to repentance, because they impale the Son of God afresh for themselves and expose him to public shame. 7 For example, the ground that drinks in the rain which often comes upon it, and that then brings forth vegetation suitable to those for whom it is also cultivated, receives in return a blessing from God. 8 But if it produces thorns and thistles, it is rejected and is near to being cursed; and it ends up with being burned.

9 However, in YOUR case, beloved ones, we are convinced of better things and things accompanied with salvation, although we are speaking in this way. 10 For God is not unrighteous so as to forget YOUR work and the love YOU showed for his name, in that YOU have ministered to the holy ones and continue ministering. 11 But we desire each one of YOU to show the same industriousness so as to have the full assurance of the hope down to the end, 12 in order that YOU may not become sluggish, but be imitators of those who through faith and patience inherit the promises.

13 For when God made his promise to Abraham, since he could not swear by anyone greater, he swore by himself, 14 saying: “Assuredly in blessing I will bless you, and in multiplying I will multiply you.” 15 And thus after [Abraham] had shown patience, he obtained [this] promise. 16 For men swear by the one greater, and their oath is the end of every dispute, as it is a legal guarantee to them. 17 In this manner God, when he purposed to demonstrate more abundantly to the heirs of the promise the unchangeableness of his counsel, stepped in with an oath, 18 in order that, through two unchangeable things in which it is impossible for God to lie, we who have fled to the refuge may have strong encouragement to lay hold on the hope set before us. 19 This [hope] we have as an anchor for the soul, both sure and firm, and it enters in within the curtain, 20 where a forerunner has entered in our behalf, Jesus, who has become a high priest according to the manner of Melchizedek forever.