October 1
 
Φιλιππησίους
2:1 — 2:30

2  Αν, λοιπόν, υπάρχει κάποια ενθάρρυνση σε σχέση με τον Χριστό,  αν υπάρχει κάποια παρηγοριά αγάπης, αν υπάρχει κάποια συμμετοχή στο πνεύμα,  αν υπάρχουν κάποια αισθήματα τρυφερής στοργής  και συμπόνιας, 2  κάντε πλήρη τη χαρά μου εκδηλώνοντας το ίδιο φρόνημα  και έχοντας την ίδια αγάπη, ενωμένοι στην ψυχή, διατηρώντας στο νου την ίδια σκέψη,  3  μη κάνοντας τίποτα από φιλόνικη διάθεση  ή από εγωισμό,  αλλά με ταπεινοφροσύνη θεωρώντας τους άλλους ανώτερους  από εσάς, 4  δίνοντας προσοχή με προσωπικό ενδιαφέρον, όχι μόνο στα δικά σας ζητήματα,  αλλά και στα ζητήματα των άλλων.  

   5  Να διατηρείτε αυτή τη διανοητική στάση μέσα σας η οποία ήταν και μέσα στον Χριστό Ιησού,  6  ο οποίος, αν και υπήρχε με μορφή Θεού,  δεν διανοήθηκε κάποια αρπαγή, δηλαδή το να είναι ίσος με τον Θεό.  7  Όχι! Αλλά άδειασε τον εαυτό του και πήρε μορφή δούλου  και έγινε όμοιος με τους ανθρώπους.  8  Και όταν βρέθηκε ως άνθρωπος κατά το σχήμα,  ταπείνωσε τον εαυτό του και έγινε υπάκουος μέχρι θανάτου,  ναι, θανάτου πάνω σε ξύλο βασανισμού.  9  Γι’ αυτόν το λόγο και ο Θεός τον εξύψωσε σε ανώτερη θέση  και του έδωσε με καλοσύνη το όνομα που είναι πάνω από κάθε άλλο όνομα,  10  ώστε στο όνομα του Ιησού να λυγίσει κάθε γόνατο εκείνων που είναι στον ουρανό και εκείνων που είναι στη γη και εκείνων που είναι κάτω από το έδαφος,  11  και κάθε γλώσσα να ομολογήσει φανερά  ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος  για τη δόξα του Θεού του Πατέρα.  

   12  Συνεπώς, αγαπητοί μου, όπως έχετε υπακούσει πάντοτε,  όχι μόνο στη διάρκεια της παρουσίας μου, αλλά τώρα πολύ πιο πρόθυμα στη διάρκεια της απουσίας μου, εξακολουθήστε να απεργάζεστε τη σωτηρία σας με φόβο  και τρόμο· 13  διότι ο Θεός είναι εκείνος που, για χάρη της ευαρέστησής του, ενεργεί μέσα σας  ώστε και να θέλετε και να ενεργείτε.  14  Να κάνετε τα πάντα χωρίς γογγυσμούς  και λογομαχίες,  15  για να γίνετε άμεμπτοι  και αθώοι, παιδιά  του Θεού χωρίς ψεγάδι μέσα σε μια στρεβλή και διεστραμμένη γενιά,  ανάμεσα στην οποία λάμπετε ως φωτοδότες στον κόσμο,  16  κρατώντας σφιχτά το λόγο της ζωής,  για να έχω αιτία για αγαλλίαση στην ημέρα του Χριστού,  ότι μάταια δεν έτρεξα ούτε μάταια εργάστηκα σκληρά.  17  Ωστόσο, ακόμη και αν χύνομαι σαν σπονδή  πάνω στη θυσία  και στη δημόσια υπηρεσία στις οποίες σας έχει οδηγήσει η πίστη,  ευφραίνομαι και χαίρομαι  μαζί με όλους εσάς. 18  Έτσι και εσείς, λοιπόν, να ευφραίνεστε και να χαίρεστε μαζί μου.  

   19  Ελπίζω δε στον Κύριο Ιησού να σας στείλω σύντομα τον Τιμόθεο, ώστε να νιώσει ευθυμία η ψυχή μου  όταν μάθω για αυτά που σας αφορούν. 20  Διότι δεν έχω κανέναν άλλον με διάθεση σαν τη δική του, ο οποίος θα ενδιαφερθεί γνήσια  για αυτά που σας αφορούν. 21  Διότι όλοι οι άλλοι επιζητούν τα δικά τους συμφέροντα,  όχι του Χριστού Ιησού. 22  Εσείς, όμως, γνωρίζετε την απόδειξη που έδωσε για τον εαυτό του, ότι όπως ένα παιδί  με τον πατέρα του υπηρέτησε ως δούλος μαζί μου στην επέκταση των καλών νέων. 23  Αυτός, λοιπόν, είναι ο άνθρωπος τον οποίο ελπίζω να στείλω μόλις δω πώς έχουν τα πράγματα σχετικά με εμένα. 24  Είμαι δε πεπεισμένος σε σχέση με τον Κύριο ότι και εγώ θα έρθω σύντομα.  

   25  Ωστόσο, το θεωρώ αναγκαίο να σας στείλω τον Επαφρόδιτο,  τον αδελφό και συνεργάτη  και συστρατιώτη  μου, αλλά δικό σας απεσταλμένο και προσωπικό υπηρέτη για τις ανάγκες μου, 26  εφόσον λαχταράει να δει όλους εσάς και είναι καταθλιμμένος επειδή ακούσατε ότι είχε αρρωστήσει. 27  Πράγματι αρρώστησε σχεδόν μέχρι θανάτου· αλλά ο Θεός τον ελέησε,  μάλιστα όχι μόνο αυτόν, αλλά και εμένα, για να μην έχω λύπη πάνω σε λύπη. 28  Με τη μεγαλύτερη βιασύνη, λοιπόν, τον στέλνω ώστε, όταν τον δείτε, να χαρείτε πάλι και εγώ να είμαι περισσότερο απαλλαγμένος από λύπη. 29  Να του κάνετε, λοιπόν, την καθιερωμένη υποδοχή  σε σχέση με τον Κύριο με κάθε χαρά· και να θεωρείτε τέτοιου είδους ανθρώπους πολύτιμους,  30  επειδή λόγω του έργου του Κυρίου έφτασε πολύ κοντά στο θάνατο, εκθέτοντας την ψυχή του σε κίνδυνο,  ώστε να αναπληρώσει στο πλήρες το ότι δεν ήσασταν εσείς εδώ για να μου αποδώσετε προσωπική υπηρεσία.

 


2 If, then, there is any encouragement in Christ, if any consolation of love, if any sharing of spirit, if any tender affections and compassions, 2 make my joy full in that YOU are of the same mind and have the same love, being joined together in soul, holding the one thought in mind, 3 doing nothing out of contentiousness or out of egotism, but with lowliness of mind considering that the others are superior to YOU, 4 keeping an eye, not in personal interest upon just YOUR own matters, but also in personal interest upon those of the others.

5 Keep this mental attitude in YOU that was also in Christ Jesus, 6 who, although he was existing in God’s form, gave no consideration to a seizure, namely, that he should be equal to God. 7 No, but he emptied himself and took a slave’s form and came to be in the likeness of men. 8 More than that, when he found himself in fashion as a man, he humbled himself and became obedient as far as death, yes, death on a torture stake. 9 For this very reason also God exalted him to a superior position and kindly gave him the name that is above every [other] name, 10 so that in the name of Jesus every knee should bend of those in heaven and those on earth and those under the ground, 11 and every tongue should openly acknowledge that Jesus Christ is Lord to the glory of God the Father.

12 Consequently, my beloved ones, in the way that YOU have always obeyed, not during my presence only, but now much more readily during my absence, keep working out YOUR own salvation with fear and trembling; 13 for God is the one that, for the sake of [his] good pleasure, is acting within YOU in order for YOU both to will and to act. 14 Keep doing all things free from murmurings and arguments, 15 that YOU may come to be blameless and innocent, children of God without a blemish in among a crooked and twisted generation, among whom YOU are shining as illuminators in the world, 16 keeping a tight grip on the word of life, that I may have cause for exultation in Christ’s day, that I did not run in vain or work hard in vain. 17 Notwithstanding, even if I am being poured out like a drink offering upon the sacrifice and public service to which faith has led YOU, I am glad and I rejoice with all of YOU. 18 Now in the same way YOU yourselves also be glad and rejoice with me.

19 For my part I am hoping in the Lord Jesus to send Timothy to YOU shortly, that I may be a cheerful soul when I get to know about the things pertaining to YOU. 20 For I have no one else of a disposition like his who will genuinely care for the things pertaining to YOU. 21 For all the others are seeking their own interests, not those of Christ Jesus. 22 But YOU know the proof he gave of himself, that like a child with a father he slaved with me in furtherance of the good news. 23 This, therefore, is the man I am hoping to send just as soon as I have seen how things stand concerning me. 24 Indeed, I am confident in [the] Lord that I myself shall also come shortly.

25 However, I consider it necessary to send to YOU Epaphroditus, my brother and fellow worker and fellow soldier, but YOUR envoy and private servant for my need, 26 since he is longing to see all of YOU and is depressed because YOU heard he had fallen sick. 27 Yes, indeed, he fell sick nearly to the point of death; but God had mercy on him, in fact, not only on him, but also on me, that I should not get grief upon grief. 28 Therefore with the greater haste I am sending him, that on seeing him YOU may rejoice again and I may be the more free from grief. 29 Therefore give him the customary welcome in [the] Lord with all joy; and keep holding men of that sort dear, 30 because on account of the Lord’s work he came quite near to death, exposing his soul to danger, that he might fully make up for YOUR not being here to render private service to me.