October 8
    
1 Θεσσαλονικείς 1:1 — 2:8

1 Θεσσαλονικείς


1
Ο Παύλος και ο Σιλουανός  και ο Τιμόθεος  προς την εκκλησία των Θεσσαλονικέων που είναι σε ενότητα  με τον Θεό τον Πατέρα και τον Κύριο Ιησού Χριστό:

   Είθε να έχετε παρ’ αξία καλοσύνη και ειρήνη.  

   2  Ευχαριστούμε πάντοτε τον Θεό όταν αναφέρουμε όλους εσάς στις προσευχές μας,  3  γιατί θυμόμαστε ακατάπαυστα το πιστό σας έργο  και το γεμάτο αγάπη κόπο σας και την υπομονή που δείχνετε λόγω της ελπίδας  σας στον Κύριό μας Ιησού Χριστό ενώπιον του Θεού και Πατέρα μας. 4  Διότι γνωρίζουμε, αδελφοί αγαπημένοι από τον Θεό, την εκλογή σας από αυτόν,  5  επειδή τα καλά νέα που κηρύττουμε δεν παρουσιάστηκαν ανάμεσά σας μόνο με λόγο αλλά και με δύναμη  και με άγιο πνεύμα και ισχυρή πεποίθηση,  καθώς γνωρίζετε τι είδους άνθρωποι γίναμε προς εσάς για χάρη σας·  6  και εσείς γίνατε μιμητές  δικοί μας και του Κυρίου,  εφόσον δεχτήκατε το λόγο κάτω από πολλή θλίψη  με χαρά αγίου πνεύματος,  7  ώστε γίνατε παράδειγμα για όλους τους πιστούς στη Μακεδονία και στην Αχαΐα.

   8  Το γεγονός είναι ότι, όχι μόνο ο λόγος του Ιεχωβά  έχει ακουστεί από εσάς στη Μακεδονία και στην Αχαΐα, αλλά σε κάθε τόπο έχει διαδοθεί  η πίστη σας  προς τον Θεό, ώστε εμείς δεν χρειάζεται να λέμε τίποτα. 9  Διότι οι ίδιοι αναφέρουν με ποιον τρόπο πρωτομπήκαμε ανάμεσά σας και πώς στραφήκατε στον Θεό από τα είδωλά  σας για να υπηρετείτε ως δούλοι έναν ζωντανό  και αληθινό  Θεό 10  και να προσμένετε  τον Γιο του από τους ουρανούς,  τον οποίο αυτός ήγειρε από τους νεκρούς,  δηλαδή τον Ιησού, ο οποίος μας απελευθερώνει από την οργή που έρχεται.  

2 Ασφαλώς εσείς οι ίδιοι γνωρίζετε, αδελφοί, ότι η επίσκεψή  μας σε εσάς δεν ήταν χωρίς αποτελέσματα,  2  αλλά ότι, αφού πρώτα υποφέραμε  και μας συμπεριφέρθηκαν με θρασύτητα  (όπως γνωρίζετε) στους Φιλίππους,  βρήκαμε την τόλμη μέσω του Θεού μας για να σας πούμε  τα καλά νέα του Θεού με μεγάλο αγώνα. 3  Διότι η προτροπή την οποία δίνουμε δεν πηγάζει από πλάνη ούτε από ακαθαρσία  ούτε είναι με δόλο, 4  αλλά όπως έχουμε δοκιμαστεί από τον Θεό και έχουμε αποδειχτεί άξιοι για να μας είναι εμπιστευμένα  τα καλά νέα, έτσι μιλάμε, ως άτομα που ευαρεστούν,  όχι ανθρώπους, αλλά τον Θεό, ο οποίος δοκιμάζει τις καρδιές μας.  

   5  Διότι ούτε με κολακευτικά λόγια  παρουσιαστήκαμε ποτέ (όπως γνωρίζετε) ούτε με προσποιητή εμφάνιση  λόγω πλεονεξίας —ο Θεός είναι μάρτυρας! 6  Ούτε έχουμε επιζητήσει δόξα από ανθρώπους,  είτε από εσάς είτε από άλλους, αν και θα μπορούσαμε να αποτελέσουμε δαπανηρή επιβάρυνση  ως απόστολοι του Χριστού. 7  Απεναντίας, γίναμε γλυκείς ανάμεσά σας, όπως όταν περιθάλπει  τα παιδιά της η μητέρα που θηλάζει. 8  Νιώθοντας, λοιπόν, τρυφερή στοργή για εσάς,  ευαρεστηθήκαμε να σας μεταδώσουμε, όχι μόνο τα καλά νέα του Θεού, αλλά και τις ίδιες μας τις ψυχές,  επειδή γίνατε αγαπητοί  σε εμάς.
 


1 Paul and Silvanus and Timothy to the congregation of the Thessalonians in union with God the Father and [the] Lord Jesus Christ:
      May YOU have undeserved kindness and peace.

2 We always thank God when we make mention concerning all of YOU in our prayers, 3 for we bear incessantly in mind YOUR faithful work and [your] loving labor and [your] endurance due to [your] hope in our Lord Jesus Christ before our God and Father. 4 For we know, brothers loved by God, his choosing of YOU, 5 because the good news we preach did not turn up among YOU with speech alone but also with power and with holy spirit and strong conviction, just as YOU know what sort of men we became to YOU for YOUR sakes; 6 and YOU became imitators of us and of the Lord, seeing that YOU accepted the word under much tribulation with joy of holy spirit, 7 so that YOU came to be an example to all the believers in Macedonia and in Achaia.

8 The fact is, not only has the word of Jehovah sounded forth from YOU in Macedonia and Achaia, but in every place YOUR faith toward God has spread abroad, so that we do not need to say anything. 9 For they themselves keep reporting about the way we first entered in among YOU and how YOU turned to God from [YOUR] idols to slave for a living and true God, 10 and to wait for his Son from the heavens, whom he raised up from the dead, namely, Jesus, who delivers us from the wrath which is coming.

2
To be sure, YOU yourselves know, brothers, how our visit to YOU has not been without results, 2 but how, after we had first suffered and been insolently treated (just as YOU know) in Philippi, we mustered up boldness by means of our God to speak to YOU the good news of God with a great deal of struggling. 3 For the exhortation we give does not arise from error or from uncleanness or with deceit, 4 but, just as we have been proved by God as fit to be entrusted with the good news, so we speak, as pleasing, not men, but God, who makes proof of our hearts.

5 In fact, at no time have we turned up either with flattering speech, (just as YOU know) or with a false front for covetousness, God is witness! 6 Neither have we been seeking glory from men, no, either from YOU or from others, though we could be an expensive burden as apostles of Christ. 7 To the contrary, we became gentle in the midst of YOU, as when a nursing mother cherishes her own children. 8 So, having a tender affection for YOU, we were well pleased to impart to YOU, not only the good news of God, but also our own souls, because YOU became beloved to us.